Γράφει ο Δημήτρης Γκίκας
Κοντεύουμε στις εκλογές της 17ης Ιουνίου, οι οποίες από πολλούς έχουν χαρακτηριστεί οι πιο κρίσιμες εκλογές της Μεταπολίτευσης. Αυτό που διαπιστώνω είναι πως ενώ η λέξη Ελλάδα ακούγεται συχνά στην πολιτική ρητορεία, οι πλείστοι απ’ αυτούς που την αναφέρουν δε γνωρίζουν το μεγαλείο, την ψυχή, τη συνείδηση, την ποιότητα που κρύβει τούτη η λέξη στα σπλάχνα της.
Θλίβομαι όταν διαβάζω την επιστολή του κ. Τζήμερου στην Γερμανίδα Καγγελάριο. Κατασυκοφάντηση μιας χώρας, έστω και σε σωστή βάση, δεν αποτελεί πολιτική πατριωτική. Ποια νομιμοποίηση διαθέτει μια τέτοια επιστολή και σε τι διαφέρει, στο κάτω – κάτω, από την αντίστοιχη και ανεκδιήγητη κατασυκοφάντηση της χώρας, στην οποία είχε προβεί ο ΓΑΠ; Ο κ. Τζήμερος, ούτε εκλεγμένος εκπρόσωπος υπήρξε ποτέ του Ελληνικού λαού, ούτε διαθέτει κάποια βαρύτητα στον πνευματικό χώρο. Η όποια δε παρουσία του στον επιχειρηματικό τομέα, με συγχωρείτε κιόλας, δεν του δίνει και το δικαίωμα να προβεί σε τέτοια ενέργεια. Εμφανίζεται ως ο άνθρωπος που θα φέρει μεταρρυθμίσεις και «κάθαρση» στον τόπο, δεν έχει πρόβλημα όμως να συνεργαστεί με εκπρόσωπο της παλιάς καθεστηκυίας τάξης, της ίδιας που ο κ. Τζήμερος καταγγέλλει επί μονίμου βάσεως, όπως ο κ. Μάνος.
Με λυπεί η μονίμως κραυγάζουσα ρητορεία του κ. Καμμένου. Οπωσδήποτε έχει δίκιο σε πολλά: η Ελλάδα ξεπουλήθηκε στις Τράπεζες, ο ΓΑΠ εκτελεί διατεταγμένη υπηρεσία έξωθεν συμφερόντων. Όλα καλά. Προτάσεις επί ουσιαστικού δεν ακούω, κινήσεις δε βλέπω που να δείχνουν ότι το κόμμα των Ανεξάρτητων Ελλήνων επιδιώκει, με βάση συγκεκριμένο προγραμματικό λόγο, να καταλάβει την εξουσία κι όχι να αποτελέσει μια μορφή δεξιάς αντιπολίτευσης σε πιθανή κυβέρνηση συνεργασίας, υποκαθιστώντας τον κ. Καρατζαφέρη. Το να φωνάζεις είναι ανέξοδο. Το να μιλάς με επιχειρήματα, κοστίζει σε ποιότητα. Ο πατριωτισμός με «γκαρίσματα» δεν οδηγεί πουθενά. Δεν άκουσα τον κ. Καμμένο να κραυγάζει, όταν είχε αναλάβει το πόστο τουΥπουργού Ναυτιλίας, ένα από τα πλέον σημαντικά της ελληνικής οικονομικής ζωής.
Δυσφορία μου προκαλεί και η στάση της Χρυσής Αυγής. «Όζει» πατριδοκαπηλεία, καθόσον μονάχα στηλιτεύει τα πάντα, κατηγορεί τους πάντες, διατυπώνει εχθρικές θέσεις όχι μόνο έναντι του κοινοβουλευτικού συστήματος, αλλά κι έναντι του δημοκρατικού πολιτεύματος. Μα η χώρα και ο πολιτισμός της, στο διάβα των αιώνων, είναι στενά συνδεδεμένος με τη δημοκρατία. Κι ενώ οι Έλληνες, επειδή είμαστε Έλληνες, θα έπρεπε να είμαστε και δημοκράτες, συμβαίνει το απίστευτο: να αυτοαποκαλούνται «γνήσιοι Έλληνες» εκείνοι ακριβώς που δεν πολυσυμπαθούν το δημοκρατικό πολίτευμα!
Με ξενίζει η θέση του κ. Κουβέλη. Του προτάθηκε η πρωθυπουργία, με μοναδικό προαπαιτούμενο την παραμονή της χώρας στο Ευρώ – υπέρ της οποίας θέσης ρητορεύει κι ο ίδιος. Αρνήθηκε, με τη δικαιολογία της μη συμμετοχής του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση που θα σχηματιζόταν. Διατείνεται πως διαθέτει πατριωτικά αισθήματα, κι όμως ευθύνεται κι ο ίδιος, στο μέτρο που του αναλογεί, για την παρατεταμένη ακυβερνησία της χώρας. Το να αγαπάς τη χώρα σου το αποδεικνύεις λαμβάνοντας, ως πολιτικός, δύσκολες αποφάσεις. Και στα δύσκολα, ο αρχηγός της ΔΗΜΑΡ φάνηκε αδύναμος.
Στεναχωριέμαι που βλέπω την κ. Παπαρήγα να ρητορεύει δίχως την παραμικρή αλλαγή. Για κείνη, η πολιτική μοιάζει να είναι μια στάσιμη πραγματικότητα, μη εξελίσσιμη, μη προοδευτική. Τα πάντα μπορούν να αλλάξουν, αλλά εκείνη θα φωνασκεί ακριβώς τα ίδια. Η ιδεολογία του κομμουνισμού έχει πλέον περάσει στο περιθώριο της ιστορίας, αλλά η κ. Παπαρήγα αναφέρεται σ’ εκείνη σαν να βρίσκεται στην Ελλάδα του 1950. Αν ήμουν ψυχολόγος, θα αποκαλούσα το φαινόμενο «παλιμπαιδισμό», φοβάμαι όμως πως αποτελεί πολύ πιο σύνθετη ψυχολογική κατάσταση. Η Ελλάδα κινδυνεύει, όχι μόνο οι εργάτες ή οι υπάλληλοι. Ο άνεργος, ο μικρομεσαίος, ο απολυμένος δεν είναι δικαιωματικά Κου – Κου – Ε!
Πέφτω σε κατάθλιψη, διαπιστώνοντας πως ό, τι χειρότερο περιέθαλπε τόσα χρόνια ο δημόσιος βίος, ό, τι πιο λαϊκίστικο χαρακτήριζε τούτον τον τόπο, ό, τι πιο καταστροφικό πολιτικά συντηρούσε και υπέθαλπε ένα κομμάτι της πολιτικής ζωής τα τελευταία τριάντα χρόνια, κινδυνεύει να επανεμφανιστεί με νέο ένδυμα, εκείνο του ΣΥΡΙΖΑ και του Αλέξη Τσίπρα. Ο άλλοτε μπροστάρης της γενιάς των καταλήψεων, ο «κοτσιδάτος» νεαρός που μας ξεσήκωνε στην αναρχική εντός σχολείου συμπεριφορά, έχει πλέον την τύχη να προϊσταται ενός κόμματος που επιδιώκει μάλιστα να βγει πρώτο κόμμα. Με θέσεις στα εθνικά ζητήματα εντελώς αντιπατριωτικές, με προγράμματα του «ποδαριού» και με ιδεολογία άκρως επικίνδυνη για το κοινοβουλευτικό σύστημα – αναφέρομαι στην αναρχική, όχι στην αριστερή – έχει όλα τα φόντα να γίνει ο «δούρειος ίππος» της ελληνικής δημοκρατίας.
Ελλάδα. Τούτη η λέξη κρύβει στα σπλάχνα της ό, τι πιο σπουδαίο, μεγαλειώδες κι αιώνιο υπάρχει στον ανθρώπινο πολιτισμό. Κρύβει μέσα της την παγκόσμια ψυχή, τη συνείδηση ολόκληρης της ανθρωπότητας, τη μεγαλειώδη ποιότητα της έννοιας του διαχρονικού τρόπου «πολιτεύεσθαι». Τι κατάρα κι αυτή! Στην ίδια τη χώρα που μεγαλούργησε ο Άνθρωπος, υπάρχουν άνθρωποι που τούτη τη σπουδαία λέξη την κατακρημνίζουν, τη συκοφαντούν, τη λοιδωρούν, την υποβαθμίζουν! Απομείναμε δίχως ψυχή, δίχως συνείδηση, δίχως ποιότητα στη ζωή μας, στην πορεία του έθνους μας!
Θλίβομαι όταν διαβάζω την επιστολή του κ. Τζήμερου στην Γερμανίδα Καγγελάριο. Κατασυκοφάντηση μιας χώρας, έστω και σε σωστή βάση, δεν αποτελεί πολιτική πατριωτική. Ποια νομιμοποίηση διαθέτει μια τέτοια επιστολή και σε τι διαφέρει, στο κάτω – κάτω, από την αντίστοιχη και ανεκδιήγητη κατασυκοφάντηση της χώρας, στην οποία είχε προβεί ο ΓΑΠ; Ο κ. Τζήμερος, ούτε εκλεγμένος εκπρόσωπος υπήρξε ποτέ του Ελληνικού λαού, ούτε διαθέτει κάποια βαρύτητα στον πνευματικό χώρο. Η όποια δε παρουσία του στον επιχειρηματικό τομέα, με συγχωρείτε κιόλας, δεν του δίνει και το δικαίωμα να προβεί σε τέτοια ενέργεια. Εμφανίζεται ως ο άνθρωπος που θα φέρει μεταρρυθμίσεις και «κάθαρση» στον τόπο, δεν έχει πρόβλημα όμως να συνεργαστεί με εκπρόσωπο της παλιάς καθεστηκυίας τάξης, της ίδιας που ο κ. Τζήμερος καταγγέλλει επί μονίμου βάσεως, όπως ο κ. Μάνος.
Με λυπεί η μονίμως κραυγάζουσα ρητορεία του κ. Καμμένου. Οπωσδήποτε έχει δίκιο σε πολλά: η Ελλάδα ξεπουλήθηκε στις Τράπεζες, ο ΓΑΠ εκτελεί διατεταγμένη υπηρεσία έξωθεν συμφερόντων. Όλα καλά. Προτάσεις επί ουσιαστικού δεν ακούω, κινήσεις δε βλέπω που να δείχνουν ότι το κόμμα των Ανεξάρτητων Ελλήνων επιδιώκει, με βάση συγκεκριμένο προγραμματικό λόγο, να καταλάβει την εξουσία κι όχι να αποτελέσει μια μορφή δεξιάς αντιπολίτευσης σε πιθανή κυβέρνηση συνεργασίας, υποκαθιστώντας τον κ. Καρατζαφέρη. Το να φωνάζεις είναι ανέξοδο. Το να μιλάς με επιχειρήματα, κοστίζει σε ποιότητα. Ο πατριωτισμός με «γκαρίσματα» δεν οδηγεί πουθενά. Δεν άκουσα τον κ. Καμμένο να κραυγάζει, όταν είχε αναλάβει το πόστο τουΥπουργού Ναυτιλίας, ένα από τα πλέον σημαντικά της ελληνικής οικονομικής ζωής.
Δυσφορία μου προκαλεί και η στάση της Χρυσής Αυγής. «Όζει» πατριδοκαπηλεία, καθόσον μονάχα στηλιτεύει τα πάντα, κατηγορεί τους πάντες, διατυπώνει εχθρικές θέσεις όχι μόνο έναντι του κοινοβουλευτικού συστήματος, αλλά κι έναντι του δημοκρατικού πολιτεύματος. Μα η χώρα και ο πολιτισμός της, στο διάβα των αιώνων, είναι στενά συνδεδεμένος με τη δημοκρατία. Κι ενώ οι Έλληνες, επειδή είμαστε Έλληνες, θα έπρεπε να είμαστε και δημοκράτες, συμβαίνει το απίστευτο: να αυτοαποκαλούνται «γνήσιοι Έλληνες» εκείνοι ακριβώς που δεν πολυσυμπαθούν το δημοκρατικό πολίτευμα!
Με ξενίζει η θέση του κ. Κουβέλη. Του προτάθηκε η πρωθυπουργία, με μοναδικό προαπαιτούμενο την παραμονή της χώρας στο Ευρώ – υπέρ της οποίας θέσης ρητορεύει κι ο ίδιος. Αρνήθηκε, με τη δικαιολογία της μη συμμετοχής του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση που θα σχηματιζόταν. Διατείνεται πως διαθέτει πατριωτικά αισθήματα, κι όμως ευθύνεται κι ο ίδιος, στο μέτρο που του αναλογεί, για την παρατεταμένη ακυβερνησία της χώρας. Το να αγαπάς τη χώρα σου το αποδεικνύεις λαμβάνοντας, ως πολιτικός, δύσκολες αποφάσεις. Και στα δύσκολα, ο αρχηγός της ΔΗΜΑΡ φάνηκε αδύναμος.
Στεναχωριέμαι που βλέπω την κ. Παπαρήγα να ρητορεύει δίχως την παραμικρή αλλαγή. Για κείνη, η πολιτική μοιάζει να είναι μια στάσιμη πραγματικότητα, μη εξελίσσιμη, μη προοδευτική. Τα πάντα μπορούν να αλλάξουν, αλλά εκείνη θα φωνασκεί ακριβώς τα ίδια. Η ιδεολογία του κομμουνισμού έχει πλέον περάσει στο περιθώριο της ιστορίας, αλλά η κ. Παπαρήγα αναφέρεται σ’ εκείνη σαν να βρίσκεται στην Ελλάδα του 1950. Αν ήμουν ψυχολόγος, θα αποκαλούσα το φαινόμενο «παλιμπαιδισμό», φοβάμαι όμως πως αποτελεί πολύ πιο σύνθετη ψυχολογική κατάσταση. Η Ελλάδα κινδυνεύει, όχι μόνο οι εργάτες ή οι υπάλληλοι. Ο άνεργος, ο μικρομεσαίος, ο απολυμένος δεν είναι δικαιωματικά Κου – Κου – Ε!
Πέφτω σε κατάθλιψη, διαπιστώνοντας πως ό, τι χειρότερο περιέθαλπε τόσα χρόνια ο δημόσιος βίος, ό, τι πιο λαϊκίστικο χαρακτήριζε τούτον τον τόπο, ό, τι πιο καταστροφικό πολιτικά συντηρούσε και υπέθαλπε ένα κομμάτι της πολιτικής ζωής τα τελευταία τριάντα χρόνια, κινδυνεύει να επανεμφανιστεί με νέο ένδυμα, εκείνο του ΣΥΡΙΖΑ και του Αλέξη Τσίπρα. Ο άλλοτε μπροστάρης της γενιάς των καταλήψεων, ο «κοτσιδάτος» νεαρός που μας ξεσήκωνε στην αναρχική εντός σχολείου συμπεριφορά, έχει πλέον την τύχη να προϊσταται ενός κόμματος που επιδιώκει μάλιστα να βγει πρώτο κόμμα. Με θέσεις στα εθνικά ζητήματα εντελώς αντιπατριωτικές, με προγράμματα του «ποδαριού» και με ιδεολογία άκρως επικίνδυνη για το κοινοβουλευτικό σύστημα – αναφέρομαι στην αναρχική, όχι στην αριστερή – έχει όλα τα φόντα να γίνει ο «δούρειος ίππος» της ελληνικής δημοκρατίας.
Ελλάδα. Τούτη η λέξη κρύβει στα σπλάχνα της ό, τι πιο σπουδαίο, μεγαλειώδες κι αιώνιο υπάρχει στον ανθρώπινο πολιτισμό. Κρύβει μέσα της την παγκόσμια ψυχή, τη συνείδηση ολόκληρης της ανθρωπότητας, τη μεγαλειώδη ποιότητα της έννοιας του διαχρονικού τρόπου «πολιτεύεσθαι». Τι κατάρα κι αυτή! Στην ίδια τη χώρα που μεγαλούργησε ο Άνθρωπος, υπάρχουν άνθρωποι που τούτη τη σπουδαία λέξη την κατακρημνίζουν, τη συκοφαντούν, τη λοιδωρούν, την υποβαθμίζουν! Απομείναμε δίχως ψυχή, δίχως συνείδηση, δίχως ποιότητα στη ζωή μας, στην πορεία του έθνους μας!
ΠΗΓΗ ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΖΩΝΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου