του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Οι άνεργοι οδεύουν προς 1.350.000 και για τους περισσότερους από αυτούς δεν υπάρχει καμμία ελπίδα να βρουν δουλειά. Οι πόρτες του Δημοσίου είναι κλειστές, το πελατειακό σύστημα τελεί υπό κατάρρευση και ο ιδιωτικός τομέας παραπαίει.
Μοναδική έξοδος φυγής για τους πιο ταλαντούχους από τους νέους ανέργους είναι ο εκτός Ελλάδος παραγωγικός χώρος –από την Ευρώπη στο Ντουμπάϊ και από την Αμερική στην Αυστραλία. Κάπου 80.000 νέοι έχουν ήδη ρίξει μαύρη πέτρα πίσω τους. Όμως, είναι λίγοι. Για τους άλλους, τους πολλούς, η μόνη διέξοδος δεν είναι άλλη από την αυτοαπασχόληση. Πού και πώς, όμως; Κάποιες καλές ευκαιρίες υπάρχουν στην Ελλάδα: στην γεωργία, στις τηλεπικοινωνίες, στην βιοτεχνολογία, στα τρόφιμα-ποτά, στο φάρμακα και στο ηλεκτρονικό εμπόριο.
Ουαί και αλίμονο, όμως, σε όποιον αποφασίσει να γίνει επιχειρηματίας. Παρά τις κατά καιρούς θριαμβολογίες και περίτεχνες ανακοινώσεις υπουργών Ανάπτυξης, Οικονομία και άλλων τινων, τίποτε δεν μπορεί να προχωρήσει. Καμμία δημιουργία και εφευρετικότητα δεν είναι ελεύθερη στην Ελλάδα. Το γραφειοκρατικό και απίστευτα διεφθαρμένο τέρας είναι πάντα παρόν και ισοπεδώνει τα πάντα –όχι χωρίς να μασά με χρυσά κουτάλια, εις βάρος όλων αυτών που αγναντεύουν μπας και δουν ένα πλοίο σωτηρίας στον απέραντο ωκεανό της ανεργίας.
Δέκα μήνες χρειάστηκαν πέντε φίλοι για να στήσουν ένα ηλεκτρονικό κατάστημα πώλησης τροφίμων στο εξωτερικό. Ακόμα και από εξέταση κοπράνων πέρασαν οι δυστυχείς. Δύο χρόνια αγωνίζεται ο Γ.Λ. από το Κιάτο για να ανοίξει μία αποθήκη φρούτων και λαχανικών. Σχεδόν έναν χρόνο παιδεύεται μεγάλη εταιρεία για να επεκτείνει τις αποθήκες της και να προωθήσει τον τζίρο της. Σε κάθε βήμα της συναντά απλωμένα χέρια και σαρκαστικά χαμογελάκια. Όπως αυτό συμβαίνει και με κάθε σοβαρό επενδυτή στην χώρα αυτή. Αν δεν περάσει από τα «μαύρα» ταμεία της γραφειοκρατίας, τίποτα δεν μπορεί να προχωρήσει.
Και το χειρότερο είναι ότι οι διεφθαρμένοι έχουν και ατράνταχτα ιδεολογικά άλλοθι. Αυτά που τους προσφέρει αφειδώς η Αριστερά. Έχουμε ακούσει, έτσι, αρειμάνιο γραφειοκράτη δημόσιας υπηρεσίας να λέει απροκάλυπτα ότι τα παίρνει από «καπιταλιστές οι οποίοι έτσι κι αλλιώς επενδύουν για να βγάλουν λεφτά». Τί το πιο φυσικό, λοιπόν, για τον άνθρωπό μας να «συμμετάσχει» και αυτός στην επένδυση ως «παράπλευρο κόστος»… Το πρόβλημα όμως είναι ότι αυτά τα «παράπλευρα κόστη» είναι, αφ΄ ενός, πολυάριθμα στην Ελλάδα και, αφ’ ετέρου, δεν προσφέρουν και τίποτα. Ένας επενδυτής, ακόμα και αν πληρώσει το 50% της επένδυσής του σε «λαδώματα», άντε να κερδίσει μια εβδομάδα στην ταλαιπωρία έξι μηνών.
Έτσι, μπροστά σε παρόμοιες καταστάσεις, οι επενδυτές προτιμούν να τα παρατήσουν και να αναζητήσουν άλλη χώρα.
Αυτό σημαίνει ότι η αρπακτική ελληνική γραφειοκρατία είναι και ηλίθια. Διότι, αν οι γραφειοκράτες έκαναν γρήγορα την δουλειά τους, θα είχαν περισσότερα «λαδώματα». Όμως, απωθώντας τις επενδύσεις, κλαδεύουν και το κλαδί πάνω στο οποίο κάθονται. Αυτό σημαίνει ότι, για λόγους αύξησης των «παράπλευρων εσόδων» της, η εγχώρια γραφειοκρατία θα έπρεπε, αντί να αποθαρρύνει τις επενδύσεις, να κάνει ό,τι μπορεί για να τις προσελκύσει και, βέβαια, να τις εξυπηρετήσει. Όλα αυτά, όμως, ως φαίνεται είναι «δυσνόητα» για τους γραφειοκράτες –οι οποίοι δεν αναρωτιούνται «τί θα κάνουν χωρίς καπιταλιστές»;
Οι άνεργοι οδεύουν προς 1.350.000 και για τους περισσότερους από αυτούς δεν υπάρχει καμμία ελπίδα να βρουν δουλειά. Οι πόρτες του Δημοσίου είναι κλειστές, το πελατειακό σύστημα τελεί υπό κατάρρευση και ο ιδιωτικός τομέας παραπαίει.
Μοναδική έξοδος φυγής για τους πιο ταλαντούχους από τους νέους ανέργους είναι ο εκτός Ελλάδος παραγωγικός χώρος –από την Ευρώπη στο Ντουμπάϊ και από την Αμερική στην Αυστραλία. Κάπου 80.000 νέοι έχουν ήδη ρίξει μαύρη πέτρα πίσω τους. Όμως, είναι λίγοι. Για τους άλλους, τους πολλούς, η μόνη διέξοδος δεν είναι άλλη από την αυτοαπασχόληση. Πού και πώς, όμως; Κάποιες καλές ευκαιρίες υπάρχουν στην Ελλάδα: στην γεωργία, στις τηλεπικοινωνίες, στην βιοτεχνολογία, στα τρόφιμα-ποτά, στο φάρμακα και στο ηλεκτρονικό εμπόριο.
Ουαί και αλίμονο, όμως, σε όποιον αποφασίσει να γίνει επιχειρηματίας. Παρά τις κατά καιρούς θριαμβολογίες και περίτεχνες ανακοινώσεις υπουργών Ανάπτυξης, Οικονομία και άλλων τινων, τίποτε δεν μπορεί να προχωρήσει. Καμμία δημιουργία και εφευρετικότητα δεν είναι ελεύθερη στην Ελλάδα. Το γραφειοκρατικό και απίστευτα διεφθαρμένο τέρας είναι πάντα παρόν και ισοπεδώνει τα πάντα –όχι χωρίς να μασά με χρυσά κουτάλια, εις βάρος όλων αυτών που αγναντεύουν μπας και δουν ένα πλοίο σωτηρίας στον απέραντο ωκεανό της ανεργίας.
Δέκα μήνες χρειάστηκαν πέντε φίλοι για να στήσουν ένα ηλεκτρονικό κατάστημα πώλησης τροφίμων στο εξωτερικό. Ακόμα και από εξέταση κοπράνων πέρασαν οι δυστυχείς. Δύο χρόνια αγωνίζεται ο Γ.Λ. από το Κιάτο για να ανοίξει μία αποθήκη φρούτων και λαχανικών. Σχεδόν έναν χρόνο παιδεύεται μεγάλη εταιρεία για να επεκτείνει τις αποθήκες της και να προωθήσει τον τζίρο της. Σε κάθε βήμα της συναντά απλωμένα χέρια και σαρκαστικά χαμογελάκια. Όπως αυτό συμβαίνει και με κάθε σοβαρό επενδυτή στην χώρα αυτή. Αν δεν περάσει από τα «μαύρα» ταμεία της γραφειοκρατίας, τίποτα δεν μπορεί να προχωρήσει.
Και το χειρότερο είναι ότι οι διεφθαρμένοι έχουν και ατράνταχτα ιδεολογικά άλλοθι. Αυτά που τους προσφέρει αφειδώς η Αριστερά. Έχουμε ακούσει, έτσι, αρειμάνιο γραφειοκράτη δημόσιας υπηρεσίας να λέει απροκάλυπτα ότι τα παίρνει από «καπιταλιστές οι οποίοι έτσι κι αλλιώς επενδύουν για να βγάλουν λεφτά». Τί το πιο φυσικό, λοιπόν, για τον άνθρωπό μας να «συμμετάσχει» και αυτός στην επένδυση ως «παράπλευρο κόστος»… Το πρόβλημα όμως είναι ότι αυτά τα «παράπλευρα κόστη» είναι, αφ΄ ενός, πολυάριθμα στην Ελλάδα και, αφ’ ετέρου, δεν προσφέρουν και τίποτα. Ένας επενδυτής, ακόμα και αν πληρώσει το 50% της επένδυσής του σε «λαδώματα», άντε να κερδίσει μια εβδομάδα στην ταλαιπωρία έξι μηνών.
Έτσι, μπροστά σε παρόμοιες καταστάσεις, οι επενδυτές προτιμούν να τα παρατήσουν και να αναζητήσουν άλλη χώρα.
Αυτό σημαίνει ότι η αρπακτική ελληνική γραφειοκρατία είναι και ηλίθια. Διότι, αν οι γραφειοκράτες έκαναν γρήγορα την δουλειά τους, θα είχαν περισσότερα «λαδώματα». Όμως, απωθώντας τις επενδύσεις, κλαδεύουν και το κλαδί πάνω στο οποίο κάθονται. Αυτό σημαίνει ότι, για λόγους αύξησης των «παράπλευρων εσόδων» της, η εγχώρια γραφειοκρατία θα έπρεπε, αντί να αποθαρρύνει τις επενδύσεις, να κάνει ό,τι μπορεί για να τις προσελκύσει και, βέβαια, να τις εξυπηρετήσει. Όλα αυτά, όμως, ως φαίνεται είναι «δυσνόητα» για τους γραφειοκράτες –οι οποίοι δεν αναρωτιούνται «τί θα κάνουν χωρίς καπιταλιστές»;
ΠΗΓΗ europeanbusiness.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου