Γράφει ο Θοδωρής Γεωργακόπουλος
Η πολιτική δεν συμπαθεί τα κενά, κι έτσι διάφορα μορφώματα έσπευσαν να διεκδικήσουν μια θέση στο μεταπτωχευτικό status quo της χώρας. Γιατί τότε έχουμε ακόμα κυβέρνηση προερχόμενη από τα ίδια δύο κόμματα που κυβερνούν 40 χρόνια τώρα; Δεδομένου ότι οι περισσότεροι Ελληνες είναι γαλουχημένοι στις σοσιαλιστικές αρχές που αναπαράγονταν καθεστωτικά από τον πελατειακό δικομματισμό, θα περίμενε κανείς μεγάλο κομμάτι της κοινής γνώμης να στραφεί προς τον ΣΥΡΙΖΑ, τον απόγονο της διαχρονικά συμπαθούς «ευρώφιλης» και μετριοπαθούς Αριστεράς κι αυτό, πράγματι, έγινε. Αλλά όχι αρκετά. Στις ευρωεκλογές της περασμένης Κυριακής ο ΣΥΡΙΖΑ, παρά τη «χαλαρή» ψήφο και την ιλιγγιώδη φθορά της κυβέρνησης, δεν διεύρυνε την εκλογική του βάση και δεν συγκέντρωσε ρεύμα ικανό για να διεκδικήσει άμεσα τη λαϊκή εντολή. Γιατί;
Νομίζω ότι φταίει ο συνδυασμός των παρακάτω:
1. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν εκπροσωπεί το «νέο». Στη ρητορική του τονίζει ότι πρόκειται για «εναλλακτική» επιλογή από τον παραδοσιακό αποτυχημένο δικομματισμό και ότι «η Αριστερά δεν κυβέρνησε ποτέ», τοποθετήσεις που έχουν σοβαρά προβλήματα: Πρώτον, ο ΣΥΡΙΖΑ και τα προγονικά του σχήματα είναι εγγενές μέρος του πελατειακού «συστήματος» -τα μέλη του και οι οικογένειές τους κατά κανόνα διορισμένοι σε θέσεις του Δημοσίου, ας πούμε- ενώ μέρος του πολιτικού του προσωπικού πλέον προέρχεται απ’ ευθείας από την καρδιά του συστημικού ΠΑΣΟΚ. Δεύτερον, η πολιτική που ευαγγελίζεται (μεγάλο κράτος, υψηλή φορολογία, κρατικοποιήσεις, κ.λπ.) είναι ολόιδια με την πολιτική που ακολούθησε ο πελατειακός δικομματισμός σε προηγούμενες δεκαετίες και οδήγησε στην πτώχευση, με μόνη παραλλαγή το «εμείς θα τα κάνουμε καλύτερα». Δεν μπορείς να υπόσχεσαι την Ελλάδα του 1985 ή του 2006, μιμούμενος ακόμα και τη χροιά της φωνής του Ανδρέα Παπανδρέου και να αυτοαποκαλείσαι «νέος».
2. Ο Αλέξης Τσίπρας είναι ανεπαρκής. Τα κόμματα στην Ελλάδα είναι προσωποκεντρικά, και στο πρόσωπο του Αλέξη Τσίπρα ο ΣΥΡΙΖΑ έχει βρει έναν αρχηγό που χωλαίνει. Ο κύριος Τσίπρας, αν και νέος και επικοινωνιακά σχετικά καλός, στερείται ολοσχερώς κάποιου ιδιαίτερου ρητορικού χαρίσματος ή μιας λαϊκής γοητείας που σαγηνεύει τα πλήθη -σαν αυτή του προτύπου του, του προαναφερθέντος Παπανδρέου- ενώ κυρίως στερείται και του θεωρητικού και γνωστικού υπόβαθρου των περισσότερων Ελλήνων πολιτικών αρχηγών, κάτι που θα έδινε στον λόγο του περισσότερο βάθος, στα επιχειρήματά του μεγαλύτερη ισχύ, και θα τον προστάτευε κι από τις πολλές και σοβαρές γκάφες που κάνει, ακόμα και στη μία γλώσσα που γνωρίζει επαρκώς.
3. Τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ είναι λίγα και ανεξέλεγκτα, με αποτέλεσμα η εικόνα του κόμματος να είναι θολή και πολυφωνική, ενώ ταυτόχρονα η οργάνωσή του μοιάζει χαώδης. Για κάθε Δούρου υπάρχουν δέκα Λαφαζάνηδες, και για κάθε Παπαδημούλη ένας Μηλιός. Το πρόβλημα φαίνεται και στις κοτσάνες στελεχών στα παράθυρα, που υπογραμμίζουν την έλλειψη οικονομικού προγράμματος ή έστω επαρκούς αντίληψης του ελληνικού προβλήματος, και σε γκάφες όπως το πρόσφατο φιάσκο της συμπλήρωσης ψηφοδελτίων για τις αυτοδιοικητικές εκλογές και τις ευρωεκλογές, ή η πρόσφατη αποτυχημένη πρόταση δυσπιστίας κατά του υπουργού Οικονομικών.
4. Δεν έχει επαφή με την κοινωνία. Αυτό είναι σχετικό με το προηγούμενο: Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει αξιόπιστες και ενεργές τοπικές οργανώσεις με επαφές και οργανικές σχέσεις με τις τοπικές κοινωνίες (πώς νομίζετε ότι έβγαλε 8% η «Ελιά») και, αντίθετα με τις επικλήσεις της αμεσοδημοκρατίας και άλλους αριστερούς μύθους, στην πράξη λειτουργεί εντελώς υδροκέφαλα: Ολες οι αποφάσεις παίρνονται στην Κουμουνδούρου. Κι όταν αυτό δεν γίνεται, προκύπτουν Καρυπίδηδες.
5. Εμμένει στην αριστερή ρητορική, παρόλο που είναι πλέον ένα ευρύτερο λαϊκιστικό κίνημα. Ο ΣΥΡΙΖΑ εξακολουθεί να μιλάει τη γλώσσα των ΕΑΑΚ, με «ανατροπές» και «επαναστάσεις», πράγματα που ξενίζουν μια μερίδα ψηφοφόρων που κατά τα άλλα δεν θα είχαν και πολλές διαφωνίες με την απλοϊκή λαϊκίστικη ατζέντα του κόμματος.
6. Εχει ξεχειλώσει το «μνημόνιο». Η λέξη αυτή έχει για πάντα μαγαριστεί στην ελληνική γλώσσα. Βεβαίως αυτή την ισοπέδωση της οικονομικής πραγματικότητας σε μια βολική λέξη-βελζεβούλ την ξεκίνησε ο σημερινός πρωθυπουργός, αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ που ανέλαβε τον αντιμνημονιακό μανδύα ακολούθως την ξεχείλωσε, της τίναξε τα πρέκια. Ενα μέρος του εκλογικού σώματος (πιθανότατα μικρό, αλλά όχι απαραίτητα «χαμένο» εκλογικά), αντιλαμβάνεται ότι αυτή η λαϊκίστικη υπεραπλούστευση του προβλήματος της χώρας, μαζί με την ένδεια ιδεών και προτάσεων για τη λύση του, δείχνουν έλλειψη σοβαρότητας εφάμιλλης κομμάτων πολύ μικρότερων και γραφικότερων.
7. Ο πόλεμος από τα επονομαζόμενα «καθεστωτικά» media. Το ότι η Ελλάδα είναι τελευταία στην Ευρωπαϊκή Ενωση στην ελευθερία του Τύπου (σύμφωνα με το Freedom House) και ταυτόχρονα τελευταία σε χρήση του Ιντερνετ, δείχνει ότι το εκλογικό σώμα είναι συγκριτικά ανενημέρωτο και ευάλωτο σε ποδηγέτηση - και οι περισσότεροι φορείς της είναι προς το παρόν εχθρικοί απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ.
Νομίζω ότι φταίει ο συνδυασμός των παρακάτω:
1. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν εκπροσωπεί το «νέο». Στη ρητορική του τονίζει ότι πρόκειται για «εναλλακτική» επιλογή από τον παραδοσιακό αποτυχημένο δικομματισμό και ότι «η Αριστερά δεν κυβέρνησε ποτέ», τοποθετήσεις που έχουν σοβαρά προβλήματα: Πρώτον, ο ΣΥΡΙΖΑ και τα προγονικά του σχήματα είναι εγγενές μέρος του πελατειακού «συστήματος» -τα μέλη του και οι οικογένειές τους κατά κανόνα διορισμένοι σε θέσεις του Δημοσίου, ας πούμε- ενώ μέρος του πολιτικού του προσωπικού πλέον προέρχεται απ’ ευθείας από την καρδιά του συστημικού ΠΑΣΟΚ. Δεύτερον, η πολιτική που ευαγγελίζεται (μεγάλο κράτος, υψηλή φορολογία, κρατικοποιήσεις, κ.λπ.) είναι ολόιδια με την πολιτική που ακολούθησε ο πελατειακός δικομματισμός σε προηγούμενες δεκαετίες και οδήγησε στην πτώχευση, με μόνη παραλλαγή το «εμείς θα τα κάνουμε καλύτερα». Δεν μπορείς να υπόσχεσαι την Ελλάδα του 1985 ή του 2006, μιμούμενος ακόμα και τη χροιά της φωνής του Ανδρέα Παπανδρέου και να αυτοαποκαλείσαι «νέος».
2. Ο Αλέξης Τσίπρας είναι ανεπαρκής. Τα κόμματα στην Ελλάδα είναι προσωποκεντρικά, και στο πρόσωπο του Αλέξη Τσίπρα ο ΣΥΡΙΖΑ έχει βρει έναν αρχηγό που χωλαίνει. Ο κύριος Τσίπρας, αν και νέος και επικοινωνιακά σχετικά καλός, στερείται ολοσχερώς κάποιου ιδιαίτερου ρητορικού χαρίσματος ή μιας λαϊκής γοητείας που σαγηνεύει τα πλήθη -σαν αυτή του προτύπου του, του προαναφερθέντος Παπανδρέου- ενώ κυρίως στερείται και του θεωρητικού και γνωστικού υπόβαθρου των περισσότερων Ελλήνων πολιτικών αρχηγών, κάτι που θα έδινε στον λόγο του περισσότερο βάθος, στα επιχειρήματά του μεγαλύτερη ισχύ, και θα τον προστάτευε κι από τις πολλές και σοβαρές γκάφες που κάνει, ακόμα και στη μία γλώσσα που γνωρίζει επαρκώς.
3. Τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ είναι λίγα και ανεξέλεγκτα, με αποτέλεσμα η εικόνα του κόμματος να είναι θολή και πολυφωνική, ενώ ταυτόχρονα η οργάνωσή του μοιάζει χαώδης. Για κάθε Δούρου υπάρχουν δέκα Λαφαζάνηδες, και για κάθε Παπαδημούλη ένας Μηλιός. Το πρόβλημα φαίνεται και στις κοτσάνες στελεχών στα παράθυρα, που υπογραμμίζουν την έλλειψη οικονομικού προγράμματος ή έστω επαρκούς αντίληψης του ελληνικού προβλήματος, και σε γκάφες όπως το πρόσφατο φιάσκο της συμπλήρωσης ψηφοδελτίων για τις αυτοδιοικητικές εκλογές και τις ευρωεκλογές, ή η πρόσφατη αποτυχημένη πρόταση δυσπιστίας κατά του υπουργού Οικονομικών.
4. Δεν έχει επαφή με την κοινωνία. Αυτό είναι σχετικό με το προηγούμενο: Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει αξιόπιστες και ενεργές τοπικές οργανώσεις με επαφές και οργανικές σχέσεις με τις τοπικές κοινωνίες (πώς νομίζετε ότι έβγαλε 8% η «Ελιά») και, αντίθετα με τις επικλήσεις της αμεσοδημοκρατίας και άλλους αριστερούς μύθους, στην πράξη λειτουργεί εντελώς υδροκέφαλα: Ολες οι αποφάσεις παίρνονται στην Κουμουνδούρου. Κι όταν αυτό δεν γίνεται, προκύπτουν Καρυπίδηδες.
5. Εμμένει στην αριστερή ρητορική, παρόλο που είναι πλέον ένα ευρύτερο λαϊκιστικό κίνημα. Ο ΣΥΡΙΖΑ εξακολουθεί να μιλάει τη γλώσσα των ΕΑΑΚ, με «ανατροπές» και «επαναστάσεις», πράγματα που ξενίζουν μια μερίδα ψηφοφόρων που κατά τα άλλα δεν θα είχαν και πολλές διαφωνίες με την απλοϊκή λαϊκίστικη ατζέντα του κόμματος.
6. Εχει ξεχειλώσει το «μνημόνιο». Η λέξη αυτή έχει για πάντα μαγαριστεί στην ελληνική γλώσσα. Βεβαίως αυτή την ισοπέδωση της οικονομικής πραγματικότητας σε μια βολική λέξη-βελζεβούλ την ξεκίνησε ο σημερινός πρωθυπουργός, αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ που ανέλαβε τον αντιμνημονιακό μανδύα ακολούθως την ξεχείλωσε, της τίναξε τα πρέκια. Ενα μέρος του εκλογικού σώματος (πιθανότατα μικρό, αλλά όχι απαραίτητα «χαμένο» εκλογικά), αντιλαμβάνεται ότι αυτή η λαϊκίστικη υπεραπλούστευση του προβλήματος της χώρας, μαζί με την ένδεια ιδεών και προτάσεων για τη λύση του, δείχνουν έλλειψη σοβαρότητας εφάμιλλης κομμάτων πολύ μικρότερων και γραφικότερων.
7. Ο πόλεμος από τα επονομαζόμενα «καθεστωτικά» media. Το ότι η Ελλάδα είναι τελευταία στην Ευρωπαϊκή Ενωση στην ελευθερία του Τύπου (σύμφωνα με το Freedom House) και ταυτόχρονα τελευταία σε χρήση του Ιντερνετ, δείχνει ότι το εκλογικό σώμα είναι συγκριτικά ανενημέρωτο και ευάλωτο σε ποδηγέτηση - και οι περισσότεροι φορείς της είναι προς το παρόν εχθρικοί απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ.
ΠΗΓΗ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου