Γράφει ο Γιάννης Μαρίνος
Οι επικείμενες αυτοδιοικητικές εκλογές τείνουν να διαλύσουν ό,τι έχει απομείνει ακόμη όρθιο σε μια πρωτοφανή κρίση οικονομική και κοινωνική, όπου μόνο η από κοινού αναζήτηση λύσεων σωτηρίας προέχει ως εθνική ανάγκη. Οξύτατοι και διχαστικοί χαρακτηρισμοί, συμπεριφορές με γνώμονα το «ο σώζων εαυτόν σωθήτω», άθλιες μεθοδεύσεις σε υπαρκτά αλλά και ανύπαρκτα σκάνδαλα, κατά παράβαση κάθε νόμου και στοιχειώδους πολιτικού ήθους, συντείνουν στο ξεχαρβάλωμα του κοινωνικού ιστού, τρομοκρατούν, απαξιώνουν το δημοκρατικό πολίτευμα και τροφοδοτούν τις δυνάμεις του μίσους και του «αποθανέτω μετά των αλλοφύλων».
Και μέσα σε αυτό το χάος και τη σύγχυση κάποιοι προσπαθούν να αναγάγουν σε μείζον εθνικό θέμα το ποιος έλεγε περισσότερα ψέματα, ποιος έδινε προς τα έξω αναξιόπιστα, κατασκευασμένα ή παραπλανητικά στοιχεία. Η απάντηση είναι απλή: Ολοι και ανέκαθεν. Πάρα πολλά στοιχεία δεν υπήρχαν επί δεκαετίες και δεν υπάρχουν ακόμη και σήμερα. Και αυτά που δίνονταν είναι εκ των ενόντων, άρπα κόλλα, κατά προσέγγισιν ή και καθ΄ υπόθεσιν, όπως μας βολεύει. Πριν από κάποια χρόνια άλλο αριθμό δημοσίων υπαλλήλων κατέγραφε η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία, άλλος φιγουράριζε στις στατιστικές της Τράπεζας της Ελλάδος, άλλον αποτύπωναν οι πίνακες του κρατικού προϋπολογισμού. Δεν ήξεραν και δεν ενδιαφέρονταν να μάθουν (ίσως γιατί έτσι μπορούσαν να φορτώσουν τον δημόσιο τομέα με εκατοντάδες δικά μας παιδιά χωρίς να φαίνεται). Μόλις πριν από λίγες ημέρες έγινε επιτέλους μια κάπως σοβαρή απογραφή και πληροφορηθήκαμε πόσοι είναι και ποιες είναι περίπου οι πολυποίκιλες αποδοχές τους. Ομως ακόμη παραμένει καθ΄ υπόθεσιν ο αριθμός των απασχολουμένων στον ευρύτερο δημόσιο τομέα και στους ΟΤΑ και εξακολουθεί να είναι νεφελώδης ο αριθμός των εκτάκτων, συμβασιούχων, εποχικών κ.λπ.
Οταν ως εισηγητής του Συμφώνου Σταθερότητας στο Ευρωκοινοβούλιο το 2002 άρχισα να διερευνώ τα greek statistics, μου ψιθύρισε ο τότε επικεφαλής του Εurostat τα προβλήματα που είχε με την ελληνική δημιουργική λογιστική. Είναι άλλωστε γνωστό και ευρέως προβληθέν στον διεθνή Τύπο ότι η ένταξη της Ελλάδας στην ευρωζώνη έγινε με προβληματικής αξιοπιστίας στοιχεία και με μόνο ελαφρυντικό ότι γίνονταν τα στραβά μάτια και για άλλες χώρες. Ο τότε διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Λουκάς Παπαδήμος μού είχε τότε εκμυστηρευθεί ότι τον ανησυχεί βαθύτατα η εξαιτίας του ευρώ απώλεια της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, αφού δεν θα μπορούμε εφεξής να την αντιμετωπίζουμε με υποτίμηση του νομίσματος. Και ο φόβος του επαληθεύθηκε τόσο, ώστε φθάσαμε τελικά στην πτώχευση και στο μνημόνιο.
Ηδη η Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία ανακάλυψε ότι το έλλειμμα του 2009 υπερέβη το 15%, δηλαδή πάνω από δύο επιπλέον δισεκατομμύρια ευρώ. Πράγμα που σημαίνει ότι και σήμερα εξακολουθούμε να μην έχουμε σοβαρές και αξιόπιστες στατιστικές μετρήσεις. Την περασμένη Κυριακή η «Καθημερινή» αποκάλυψε ότι στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους συνεχίζουν να αγνοούν τα βασικά οικονομικά μεγέθη των ΔΕΚΟ και ότι μάλλον αυτά που κόπηκαν από τους βασικούς μισθούς επεστράφησαν ως υπερωρίες ή επιδόματα, εξ ου και ενώ μειώθηκε ο αριθμός των εργαζομένων σε αυτές αυξήθηκαν οι μισθολογικές δαπάνες!
Αλλωστε πώς είναι δυνατόν να ισχυρίζεται η κυβέρνηση ότι μείωσε σοβαρά τις κρατικές δαπάνες, όταν δεν επιστρέφει ΦΠΑ, δεν εξοφλεί εργολάβους δημοσίων έργων και προμηθευτές νοσοκομείων, δεν εκταμιεύει οφειλές σε ασφαλιστικά ταμεία και ΟΤΑ, αφήνει απλήρωτους χιλιάδες μη μόνιμους υπαλλήλους και εξακολουθεί να αφήνει ασύδοτη και ανεξέλεγκτη τη διαχείριση στα νοσοκομεία.
Η αλήθεια βρίσκεται στη συνενοχή ολόκληρου του πολιτικού συστήματος που συγκαλύπτει και παραποιεί, με πρώτους ασύστολα ψευδόμενους τους συνδικαλιστές του ευρύτερου δημόσιου τομέα, που αποκρύπτουν επιμελώς τα πραγματικά εισοδήματα των μελών τους, με τη συνένοχη στήριξη των κομμάτων και αποκομμάτων ιδιαίτερα της Αριστεράς και κάποιων λαοπλάνων της τηλεόρασης.
ΠΗΓΗ : ΤΟ ΒΗΜΑ
Οι επικείμενες αυτοδιοικητικές εκλογές τείνουν να διαλύσουν ό,τι έχει απομείνει ακόμη όρθιο σε μια πρωτοφανή κρίση οικονομική και κοινωνική, όπου μόνο η από κοινού αναζήτηση λύσεων σωτηρίας προέχει ως εθνική ανάγκη. Οξύτατοι και διχαστικοί χαρακτηρισμοί, συμπεριφορές με γνώμονα το «ο σώζων εαυτόν σωθήτω», άθλιες μεθοδεύσεις σε υπαρκτά αλλά και ανύπαρκτα σκάνδαλα, κατά παράβαση κάθε νόμου και στοιχειώδους πολιτικού ήθους, συντείνουν στο ξεχαρβάλωμα του κοινωνικού ιστού, τρομοκρατούν, απαξιώνουν το δημοκρατικό πολίτευμα και τροφοδοτούν τις δυνάμεις του μίσους και του «αποθανέτω μετά των αλλοφύλων».
Και μέσα σε αυτό το χάος και τη σύγχυση κάποιοι προσπαθούν να αναγάγουν σε μείζον εθνικό θέμα το ποιος έλεγε περισσότερα ψέματα, ποιος έδινε προς τα έξω αναξιόπιστα, κατασκευασμένα ή παραπλανητικά στοιχεία. Η απάντηση είναι απλή: Ολοι και ανέκαθεν. Πάρα πολλά στοιχεία δεν υπήρχαν επί δεκαετίες και δεν υπάρχουν ακόμη και σήμερα. Και αυτά που δίνονταν είναι εκ των ενόντων, άρπα κόλλα, κατά προσέγγισιν ή και καθ΄ υπόθεσιν, όπως μας βολεύει. Πριν από κάποια χρόνια άλλο αριθμό δημοσίων υπαλλήλων κατέγραφε η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία, άλλος φιγουράριζε στις στατιστικές της Τράπεζας της Ελλάδος, άλλον αποτύπωναν οι πίνακες του κρατικού προϋπολογισμού. Δεν ήξεραν και δεν ενδιαφέρονταν να μάθουν (ίσως γιατί έτσι μπορούσαν να φορτώσουν τον δημόσιο τομέα με εκατοντάδες δικά μας παιδιά χωρίς να φαίνεται). Μόλις πριν από λίγες ημέρες έγινε επιτέλους μια κάπως σοβαρή απογραφή και πληροφορηθήκαμε πόσοι είναι και ποιες είναι περίπου οι πολυποίκιλες αποδοχές τους. Ομως ακόμη παραμένει καθ΄ υπόθεσιν ο αριθμός των απασχολουμένων στον ευρύτερο δημόσιο τομέα και στους ΟΤΑ και εξακολουθεί να είναι νεφελώδης ο αριθμός των εκτάκτων, συμβασιούχων, εποχικών κ.λπ.
Οταν ως εισηγητής του Συμφώνου Σταθερότητας στο Ευρωκοινοβούλιο το 2002 άρχισα να διερευνώ τα greek statistics, μου ψιθύρισε ο τότε επικεφαλής του Εurostat τα προβλήματα που είχε με την ελληνική δημιουργική λογιστική. Είναι άλλωστε γνωστό και ευρέως προβληθέν στον διεθνή Τύπο ότι η ένταξη της Ελλάδας στην ευρωζώνη έγινε με προβληματικής αξιοπιστίας στοιχεία και με μόνο ελαφρυντικό ότι γίνονταν τα στραβά μάτια και για άλλες χώρες. Ο τότε διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Λουκάς Παπαδήμος μού είχε τότε εκμυστηρευθεί ότι τον ανησυχεί βαθύτατα η εξαιτίας του ευρώ απώλεια της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, αφού δεν θα μπορούμε εφεξής να την αντιμετωπίζουμε με υποτίμηση του νομίσματος. Και ο φόβος του επαληθεύθηκε τόσο, ώστε φθάσαμε τελικά στην πτώχευση και στο μνημόνιο.
Ηδη η Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία ανακάλυψε ότι το έλλειμμα του 2009 υπερέβη το 15%, δηλαδή πάνω από δύο επιπλέον δισεκατομμύρια ευρώ. Πράγμα που σημαίνει ότι και σήμερα εξακολουθούμε να μην έχουμε σοβαρές και αξιόπιστες στατιστικές μετρήσεις. Την περασμένη Κυριακή η «Καθημερινή» αποκάλυψε ότι στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους συνεχίζουν να αγνοούν τα βασικά οικονομικά μεγέθη των ΔΕΚΟ και ότι μάλλον αυτά που κόπηκαν από τους βασικούς μισθούς επεστράφησαν ως υπερωρίες ή επιδόματα, εξ ου και ενώ μειώθηκε ο αριθμός των εργαζομένων σε αυτές αυξήθηκαν οι μισθολογικές δαπάνες!
Αλλωστε πώς είναι δυνατόν να ισχυρίζεται η κυβέρνηση ότι μείωσε σοβαρά τις κρατικές δαπάνες, όταν δεν επιστρέφει ΦΠΑ, δεν εξοφλεί εργολάβους δημοσίων έργων και προμηθευτές νοσοκομείων, δεν εκταμιεύει οφειλές σε ασφαλιστικά ταμεία και ΟΤΑ, αφήνει απλήρωτους χιλιάδες μη μόνιμους υπαλλήλους και εξακολουθεί να αφήνει ασύδοτη και ανεξέλεγκτη τη διαχείριση στα νοσοκομεία.
Η αλήθεια βρίσκεται στη συνενοχή ολόκληρου του πολιτικού συστήματος που συγκαλύπτει και παραποιεί, με πρώτους ασύστολα ψευδόμενους τους συνδικαλιστές του ευρύτερου δημόσιου τομέα, που αποκρύπτουν επιμελώς τα πραγματικά εισοδήματα των μελών τους, με τη συνένοχη στήριξη των κομμάτων και αποκομμάτων ιδιαίτερα της Αριστεράς και κάποιων λαοπλάνων της τηλεόρασης.
ΠΗΓΗ : ΤΟ ΒΗΜΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου