Του Τάκη Θεοδωρόπουλου
Η Μαρία Αντουανέτα μπορεί να έχασε το κεφάλι της όταν είπε εκείνη την περίφημη φρασούλα με το παντεσπάνι, κέρδισε όμως την αθανασία. Αν δεν την είχε πει, θα είχε μείνει στην Ιστορία απλώς ως η καπριτσιόζα σύζυγος του Λουδοβίκου 16ου. Με τη φράση της αυτή συμπύκνωσε ολόκληρη τη νοοτροπία της γαλλικής αριστοκρατίας απέναντι στους «ξεβράκωτους». Ο Ιούλιος Καίσαρ μπορεί να μη σταμάτησε το χέρι του Βρούτου που ετοιμαζόταν να τον μαχαιρώσει, όμως κέρδισε κι αυτός την αθανασία του ανθρώπου που δεν έχασε την ψυχραιμία του ώσπου να αφήσει την τελευταία του πνοή. Επιπλέον, μας επέτρεψε να θυμόμαστε και το «τέκνον του», τον Βρούτο. Ο Δημοσθένης έγραψε μερικούς από τους σημαντικότερους πολιτικούς λόγους της Ιστορίας, όμως το «δει δε χρημάτων» εξακολουθούμε να το χρησιμοποιούμε, ατόφιο, και μετά την κατάργηση της καθαρεύουσας στη νέα ελληνική. Απόδειξη, ότι οι μεγάλες φράσεις, ατάκες νεοελληνιστί, δεν είναι απαραίτητο να σηματοδοτούν θριάμβους για να κερδίσουν τα εύσημα της αθανασίας.
Μπορεί να μιλάς για δύο ώρες στην τηλεόραση ή στα πλήθη, όμως αν δεν εκφέρεις τη μία και μοναδική ατάκα που θα καταγραφεί, το υπόλοιπο πάει χαμένο. Από την ακατάσχετη λογοδιάρροια του Γεωργίου Παπαδόπουλου, που κράτησε μία ολόκληρη επταετία, θυμόμαστε τον περίφημο γύψο. Ο Κούντερα, στην «Αθανασία» του, περιγράφει με τον γνωστό του σαρκασμό τη συνάντηση του Ναπολέοντα με τον Γκαίτε στην Ερφούρτη. Ο αυτοκράτορας συνάντησε τον συγγραφέα τρώγοντας το μεσημεριανό του και η συζήτηση περιορίστηκε σε διάφορες φράσεις που πετούσε προσπαθώντας να βρει τη μία, μοναδική και επιτυχημένη, η οποία θα κέρδιζε την υστεροφημία. Πέτυχε την καλύτερη επίδοση με την πρώτη. Οταν είδε τον εξηντάχρονο συγγραφέα απεφάνθη: «Ιδού ένας άνθρωπος», εκκοσμικευμένη εκδοχή τού «Ιδε ο άνθρωπος», υποθέτω.
Δεδομένης της στενής σχέσης που διατηρεί η ατάκα με την αθανασία, δεν μπορώ παρά να αντιμετωπίσω με κατανόηση τις εργώδεις προσπάθειες που καταβάλλει ο κ. Τσίπρας για να βελτιώσει τις επιδόσεις του στο είδος. Θα μου πείτε, δεν είναι ο μόνος. Η πολιτική μας ζωή, και όχι μόνον, η δημόσια ζωή μας, κινείται εδώ και κάτι δεκαετίες στον αστερισμό της ατάκας. Και το λιγότερο που θα μπορούσε να περιμένει κανείς από έναν «νέο», κοντά «μεσήλικα» πια πολιτικό που εμφανίζεται ως ανανεωτής της φθαρμένης πολιτικής τάξης θα ήταν να βρει κάποιον άλλον τρόπο για να κερδίσει, αν όχι την αθανασία, τουλάχιστον την ακροαματικότητα που του είναι απαραίτητη για να σταδιοδρομήσει επιτυχώς. Και σε μια δημόσια σκηνή η οποία, ελλείψει ευφυΐας, βουλιάζει από το βάρος των ευφυολογημάτων, η υπερπαραγωγή ατάκας μάλλον αιτιολογεί την έλλειψη ακροατηρίου στη συγκέντρωση της Θεσσαλονίκης.
Ας αφήσουμε κατά μέρος εκείνο το μάλλον τερατώδες περί αναδρομικής ισχύος ποινικών ευθυνών «σε περίπτωση που υπάρχει πολιτική βούληση», μια μικρή αδεξιότητα αντάξια του πολλά υποσχόμενου ηγέτη. Και ας σταθούμε για λίγο στην ατάκα της ημέρας, της επομένης της συγκέντρωσης, κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου. «Δεν θα πέσει η κυβέρνηση με συζητήσεις στο Κοινοβούλιο... Η κυβέρνηση θα πέσει με συντονισμένους κοινωνικούς αγώνες» – όπως περίπου έπεσε και το κεφάλι της Μαρίας Αντουανέτας, τηρουμένων όλων των αναλογιών. Τι μπορεί να σημαίνει αυτό; Για τους πιο αισιόδοξους σημαίνει ότι ο κ. Τσίπρας θα καταφέρει να συγκεντρώσει στην πολιτική του όλον τον κοινωνικό αναβρασμό, να επιτύχει δηλαδή εκεί που απέτυχε ώς σήμερα. Ιδωμεν, που λένε. Αν όμως δεν θα δούμε, που μάλλον δεν θα δούμε, ας είμεθα επιεικείς. Ας σκεφτούμε μόνον ότι ο κ. Τσίπρας, ακόμη κι αν δεν επιτύχει τους πολιτικούς του στόχους, έριξε τα ζάρια για να κερδίσει την αθανασία. Κι αν δεν μείνει αυτή η ατάκα, μην ανησυχείτε, κι αύριο μέρα είναι.
Η Μαρία Αντουανέτα μπορεί να έχασε το κεφάλι της όταν είπε εκείνη την περίφημη φρασούλα με το παντεσπάνι, κέρδισε όμως την αθανασία. Αν δεν την είχε πει, θα είχε μείνει στην Ιστορία απλώς ως η καπριτσιόζα σύζυγος του Λουδοβίκου 16ου. Με τη φράση της αυτή συμπύκνωσε ολόκληρη τη νοοτροπία της γαλλικής αριστοκρατίας απέναντι στους «ξεβράκωτους». Ο Ιούλιος Καίσαρ μπορεί να μη σταμάτησε το χέρι του Βρούτου που ετοιμαζόταν να τον μαχαιρώσει, όμως κέρδισε κι αυτός την αθανασία του ανθρώπου που δεν έχασε την ψυχραιμία του ώσπου να αφήσει την τελευταία του πνοή. Επιπλέον, μας επέτρεψε να θυμόμαστε και το «τέκνον του», τον Βρούτο. Ο Δημοσθένης έγραψε μερικούς από τους σημαντικότερους πολιτικούς λόγους της Ιστορίας, όμως το «δει δε χρημάτων» εξακολουθούμε να το χρησιμοποιούμε, ατόφιο, και μετά την κατάργηση της καθαρεύουσας στη νέα ελληνική. Απόδειξη, ότι οι μεγάλες φράσεις, ατάκες νεοελληνιστί, δεν είναι απαραίτητο να σηματοδοτούν θριάμβους για να κερδίσουν τα εύσημα της αθανασίας.
Μπορεί να μιλάς για δύο ώρες στην τηλεόραση ή στα πλήθη, όμως αν δεν εκφέρεις τη μία και μοναδική ατάκα που θα καταγραφεί, το υπόλοιπο πάει χαμένο. Από την ακατάσχετη λογοδιάρροια του Γεωργίου Παπαδόπουλου, που κράτησε μία ολόκληρη επταετία, θυμόμαστε τον περίφημο γύψο. Ο Κούντερα, στην «Αθανασία» του, περιγράφει με τον γνωστό του σαρκασμό τη συνάντηση του Ναπολέοντα με τον Γκαίτε στην Ερφούρτη. Ο αυτοκράτορας συνάντησε τον συγγραφέα τρώγοντας το μεσημεριανό του και η συζήτηση περιορίστηκε σε διάφορες φράσεις που πετούσε προσπαθώντας να βρει τη μία, μοναδική και επιτυχημένη, η οποία θα κέρδιζε την υστεροφημία. Πέτυχε την καλύτερη επίδοση με την πρώτη. Οταν είδε τον εξηντάχρονο συγγραφέα απεφάνθη: «Ιδού ένας άνθρωπος», εκκοσμικευμένη εκδοχή τού «Ιδε ο άνθρωπος», υποθέτω.
Δεδομένης της στενής σχέσης που διατηρεί η ατάκα με την αθανασία, δεν μπορώ παρά να αντιμετωπίσω με κατανόηση τις εργώδεις προσπάθειες που καταβάλλει ο κ. Τσίπρας για να βελτιώσει τις επιδόσεις του στο είδος. Θα μου πείτε, δεν είναι ο μόνος. Η πολιτική μας ζωή, και όχι μόνον, η δημόσια ζωή μας, κινείται εδώ και κάτι δεκαετίες στον αστερισμό της ατάκας. Και το λιγότερο που θα μπορούσε να περιμένει κανείς από έναν «νέο», κοντά «μεσήλικα» πια πολιτικό που εμφανίζεται ως ανανεωτής της φθαρμένης πολιτικής τάξης θα ήταν να βρει κάποιον άλλον τρόπο για να κερδίσει, αν όχι την αθανασία, τουλάχιστον την ακροαματικότητα που του είναι απαραίτητη για να σταδιοδρομήσει επιτυχώς. Και σε μια δημόσια σκηνή η οποία, ελλείψει ευφυΐας, βουλιάζει από το βάρος των ευφυολογημάτων, η υπερπαραγωγή ατάκας μάλλον αιτιολογεί την έλλειψη ακροατηρίου στη συγκέντρωση της Θεσσαλονίκης.
Ας αφήσουμε κατά μέρος εκείνο το μάλλον τερατώδες περί αναδρομικής ισχύος ποινικών ευθυνών «σε περίπτωση που υπάρχει πολιτική βούληση», μια μικρή αδεξιότητα αντάξια του πολλά υποσχόμενου ηγέτη. Και ας σταθούμε για λίγο στην ατάκα της ημέρας, της επομένης της συγκέντρωσης, κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου. «Δεν θα πέσει η κυβέρνηση με συζητήσεις στο Κοινοβούλιο... Η κυβέρνηση θα πέσει με συντονισμένους κοινωνικούς αγώνες» – όπως περίπου έπεσε και το κεφάλι της Μαρίας Αντουανέτας, τηρουμένων όλων των αναλογιών. Τι μπορεί να σημαίνει αυτό; Για τους πιο αισιόδοξους σημαίνει ότι ο κ. Τσίπρας θα καταφέρει να συγκεντρώσει στην πολιτική του όλον τον κοινωνικό αναβρασμό, να επιτύχει δηλαδή εκεί που απέτυχε ώς σήμερα. Ιδωμεν, που λένε. Αν όμως δεν θα δούμε, που μάλλον δεν θα δούμε, ας είμεθα επιεικείς. Ας σκεφτούμε μόνον ότι ο κ. Τσίπρας, ακόμη κι αν δεν επιτύχει τους πολιτικούς του στόχους, έριξε τα ζάρια για να κερδίσει την αθανασία. Κι αν δεν μείνει αυτή η ατάκα, μην ανησυχείτε, κι αύριο μέρα είναι.
ΠΗΓΗ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
ΣΧΟΛΙΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ :
Μικρή κακιούλα... μπορεί ο Τσίπρας να μην έχει βρει ακόμα την φράση που θα του χαρίσει την "αθανασία" αλλά είναι βέβαιο ότι ο Καμμένος την είπε προχθές το βράδυ στην Θεσσαλονίκη!
Είναι βέβαιο ότι θα γίνει "σλόγκαν" το... "πολιτικό" λιντσάρισμα!
Και είναι επίσης βέβαιο ότι θα υπάρξουν κι άλλα τέτοια "χαριτωμένα"... το "δημοκρατικό" λιντσάρισμα, το "δημοσιογραφικό", το "εφοριακό", κλπ, κλπ, κλπ.
Δεν ξέρω εάν οι λέξεις χάνουν το νόημά τους ή εάν είναι ένας πλάγιος τρόπος ώστε το κανονικό λιντσάρισμα να μπει στην ζωή μας "χαριτωμένα", είναι βέβαιο όμως ότι θα μείνει στην ιστορία!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου