Γράφει ο Στέφανος Κοτζαμάνης
Εδώ και τουλάχιστον είκοσι χρόνια, τέτοια περίοδο, οι αγρότες κλείνουν, ή έστω απειλούν να κλείσουν, τους δρόμους. Πρόκειται δηλαδή για μια υπόθεση που ξεκίνησε πολύ πριν από το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης.
Τα αιτήματα λίγο-πολύ είναι παρόμοια από χρόνο σε χρόνο: πιο πολλές επιδοτήσεις, πιο πολλές αποζημιώσεις, πιο χαμηλό κόστος πετρελαίου (αφορολόγητο πετρέλαιο, όπως στους εφοπλιστές).
Ειδικά για την τελευταία τριετία, μέγα ζήτημα είναι και η ευχερής χρηματοδότηση του κλάδου από τις τράπεζες.
Κατ’ αρχάς, κανείς δεν είναι αντίθετος στην ύπαρξη ενός πακέτου μέτρων που θα έδινε μεγαλύτερη ρευστότητα και θα μείωνε το λειτουργικό κόστος των αγροτικών εκμεταλλεύσεων.
Πρώτα απ’ όλα γιατί ο αγροτικός τομέας αποτελεί τον βασικότερο ίσως πυλώνα δραστηριοποίησης αν θέλουμε να ξεφύγουμε κάποτε από την κρίση.
Και δεύτερον, γιατί μέσω της μείωσης του κόστους θα οδηγηθούμε σε αυξημένες εξαγωγές, σε υποκατάσταση εισαγωγών, σε τόνωση της περιφέρειας και σε άμβλυνση των κοινωνικών ανισοτήτων.
Από εδώ και πέρα, όμως, ξεκινούν τα «αλλά». Πρώτα απ’ όλα, διότι στην παρούσα συγκυρία, τουλάχιστον, δεν φαίνεται να υπάρχουν επαρκείς κρατικοί πόροι προκειμένου να διατεθούν προς τη συγκεκριμένη κατεύθυνση.
Εδώ και τουλάχιστον είκοσι χρόνια, τέτοια περίοδο, οι αγρότες κλείνουν, ή έστω απειλούν να κλείσουν, τους δρόμους. Πρόκειται δηλαδή για μια υπόθεση που ξεκίνησε πολύ πριν από το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης.
Τα αιτήματα λίγο-πολύ είναι παρόμοια από χρόνο σε χρόνο: πιο πολλές επιδοτήσεις, πιο πολλές αποζημιώσεις, πιο χαμηλό κόστος πετρελαίου (αφορολόγητο πετρέλαιο, όπως στους εφοπλιστές).
Ειδικά για την τελευταία τριετία, μέγα ζήτημα είναι και η ευχερής χρηματοδότηση του κλάδου από τις τράπεζες.
Κατ’ αρχάς, κανείς δεν είναι αντίθετος στην ύπαρξη ενός πακέτου μέτρων που θα έδινε μεγαλύτερη ρευστότητα και θα μείωνε το λειτουργικό κόστος των αγροτικών εκμεταλλεύσεων.
Πρώτα απ’ όλα γιατί ο αγροτικός τομέας αποτελεί τον βασικότερο ίσως πυλώνα δραστηριοποίησης αν θέλουμε να ξεφύγουμε κάποτε από την κρίση.
Και δεύτερον, γιατί μέσω της μείωσης του κόστους θα οδηγηθούμε σε αυξημένες εξαγωγές, σε υποκατάσταση εισαγωγών, σε τόνωση της περιφέρειας και σε άμβλυνση των κοινωνικών ανισοτήτων.
Από εδώ και πέρα, όμως, ξεκινούν τα «αλλά». Πρώτα απ’ όλα, διότι στην παρούσα συγκυρία, τουλάχιστον, δεν φαίνεται να υπάρχουν επαρκείς κρατικοί πόροι προκειμένου να διατεθούν προς τη συγκεκριμένη κατεύθυνση.
Και δεύτερον -και κυριότερο- γιατί οι αγρότες θα έπρεπε να είχαν προχωρήσει από μόνοι τους εδώ και δεκαετίες σε κινήσεις που θα μπορούσαν να έχουν μειώσει πολύ περισσότερο το κόστος παραγωγής από αυτό που ζητάνε σήμερα να γίνει μέσα από την «κρατική χορηγία».
Η πικρή αλήθεια είναι πως ενώ είκοσι χρόνια οι αγρότες βγαίνουν στους δρόμους:
• Η μέση καλλιεργούμενη έκταση γης είναι πολύ μικρή και διάσπαρτη, με αποτέλεσμα το κόστος να διογκώνεται και η παραγωγικότητα να διατηρείται σε πολύ χαμηλά επίπεδα.
• Οι τιμές των λιπασμάτων και των φαρμάκων είναι πολύ πιο φτηνές στο εξωτερικό, λόγω της ανυπαρξίας οικονομιών κλίμακας στην Ελλάδα.
• Οι αγροτικοί συνεταιρισμοί -παρά τις λαμπρές εξαιρέσεις και τις όποιες κινήσεις γίνονται το τελευταίο διάστημα- δείχνουν ανίκανοι να προμηθεύουν μόνοι τους τουλάχιστον τους μεγάλους εγχώριους οργανισμούς (νοσοκομεία, γηροκομεία, μεγάλα ξενοδοχειακά συγκροτήματα), πόσο μάλλον ξένους πελάτες.
Όσο για την πλειονότητα των αγροτών, πουλάει την παραγωγή της σε τιμή απείρως χαμηλότερη από τις τιμές του ραφιού σε εμπόρους, έναντι πολύμηνων και αμφιβόλου εισπραξιμότητας επιταγών…
Πικρή αλήθεια επίσης είναι πως λίγα πράγματα έχουν γίνει στο κομμάτι των «νέων καλλιεργειών», όπως επίσης πολύ πίσω εξακολουθούμε να βρισκόμαστε σε ζητήματα τυποποίησης, συσκευασίας, branding και δικτύων διανομής.
Καλό λοιπόν θα ήταν η κυβέρνηση να μπορούσε να ικανοποιήσει όσα από τα αιτήματα των αγροτών μπορεί. Ακόμη καλύτερο, ωστόσο, είναι και οι αγρότες να προχωρήσουν όσο το δυνατόν ταχύτερα όλα τα προηγούμενα…
ΠΗΓΗ euro2day.gr
ΣΧΟΛΙΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ :
Σαφώς και είναι πολλά που έπρεπε να είχαν κάνει οι αγρότες από μόνοι τους εδώ και χρόνια με τα χρήματα που ΠΗΡΑΝ από την τότε ΕΟΚ.
Δυστυχώς τα έκαναν "καταθέσεις" σε μπουζούκια, "λιμουζίνες" και καλοπέραση.
Αν κάποιος δει τι έκαναν οι αγρότες άλλων κρατών με τα ίδια χρήματα και που βρίσκονται τώρα θα καταλάβει την διαφορά.
Δεν είναι όμως μόνο αυτό το πρόβλημα στην Ελλάδα.
Αν και δεν είμαι γεωπόνος, ουδέποτε κατάλαβα πως γίνεται να παράγονται πχ τομάτες στην Κρήτη και στο Κιλκίς!
Η τομάτα θέλει θερμό κλίμα. Τι δουλειά έχει στο Κιλκίς;
Δεν υπάρχει "αγροτικός χάρτης καλλιέργειας" και ο καθένας σπέρνει ότι θέλει.
Φυσικά πολλές φορές οι τομάτες στο Κιλκίς καταστρέφονται από τον καιρό (εδώ, στην Κρήτη καταστρέφονται αραιά και που, στο Κιλκίς θα μένανε;) και μετά "πρέπει" να πληρώσει την ζημιά ο ΕΛΓΑ.
Γιατί κανένας δεν τους είπε ότι στην Βόρεια Ελλάδα δεν ευδοκιμούν, ούτε αντέχουν τα ίδια φυτά με την νότια!
Έχουμε έναν και μοναδικό μεγάλο κάμπο στην χώρα όπου οι περισσότεροι καλλιεργητές είναι κολλημένοι στο βαμβάκι.
Φυσικά τους είναι απαραίτητες οι επιδοτήσεις γιατί το βαμβάκι στην Ελλάδα δεν είναι της ποιότητας πχ της Αιγύπτου και έτσι -αν πουληθεί- πουλιέται σε χαμηλή τιμή.
Γιατί συνεχίζουν να φυτεύουν βαμβάκι ενώ θα μπορούσαν πχ να φυτέψουν σιτηρά που υπάρχει και έλλειψη στην χώρα... ή κάτι άλλο τέλος πάντων το οποίο θα τους αποδώσει περισσότερο;
Ίσως, τώρα με την κρίση, είναι ευκαιρία οι γεωργικές υπηρεσίες του κράτους να λειτουργήσουν επιτέλους σωστά και να συνεργαστούν/συμβουλέψουν τους αγρότες γιατί ο πρωτογενής τομέας μίας χώρας παραμένει πάντα η ραχοκοκκαλιά της!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου