Του Γιώργου Κράλογλου
Όταν η ασυναγώνιστη ελληνική βιομηχανία λιπασμάτων των δεκαετιών 1960-1980 απειλούσε την διεθνή αγορά με 4 συγκροτήματα δυναμικότητας 2.000.000 τόνων και παραγωγής 1.000.000 τόνων, τρέφοντας 5.000 οικογένειες, ποιος φανταζόταν ότι ο γίγαντας αυτός θα σωριαζόταν το 2013 μετά από μια σειρά απαράδεκτες υπερβολές που χειροτέρεψαν την ανταγωνιστική συγκυρία.
Ποιος να φανταστεί ότι τα κολοσσιαία αυτά συγκροτήματα της Α.Ε Ελληνικής Εταιρίας Χημικών Προϊόντων του Μποδοσάκη στην Δραπετσώνα, της Α.Ε. Χημικές Βιομηχανίες Βορείου Ελλάδος στην Θεσσαλονίκη επίσης του Μποδοσάκη της Εθνικής και Γάλλων, της Α.Ε. Βιομηχανίας Φωσφορικών Λιπασμάτων Νέας Καρβάλης του Ανδρεάδη και της κρατικής Α.Ε. Βιομηχανίας Αζωτούχων Λιπασμάτων της Κοζάνης που έκλεισαν, ερμητικά, για μισό αιώνα τα ελληνικά σύνορα στις εισαγωγές και έβαλαν τα ελληνικά λιπάσματα μέχρι και στην αγορά της Κίνας, θύματα μικροπολιτικής σπέκουλας κομμάτων και Δήμων, αθλιοτήτων των συντεχνιών, πολιτικής αδιαφορίας και δολοφονιών, μαζί με την απελευθέρωση της αγοράς και τον ανταγωνισμό θα έπεφταν στην άβυσσο.
Χωρίς βοήθεια. Χωρίς συμπαράσταση.
Σειρά έχουν τώρα ο χάλυβας, τα τσιμέντα και τα καύσιμα.
Ιστορικά η πρώτη απαράδεκτη υπερβολή ήταν το ανακάτεμα κομμάτων και κυβερνήσεων και στο κύκλωμα προμηθειών για την γεωργική παραγωγή όχι για να την νοικοκυρέψουν και να την αυγατίσουν αλλά για να την εκμεταλλευτούν πολιτικά προσφέροντας ρουσφέτια στους αγρότες.
Αντί να υπάρξει από την αρχή και σχέδιο εξωστρέφειας του κλάδου που ήδη υπερκάλυπτε τις εγχώριες ανάγκες «εφευρέθηκε» το σύστημα επιδότησης των λιπασμάτων αλλά σε ποσοστό που έκανε τα λιπάσματα φθηνότερα από την κοπριά...
Είναι για γέλια να αναλογιστεί κανείς ότι την εποχή των επιδοτήσεων είχε παρουσιαστεί το φαινόμενο να χτίζονται αγροτικές αποθήκες με σάκους γεμάτους λίπασμα γιατί ήταν φθηνότεροι από τους τσιμεντόλιθους...
Πάρτε φτηνό λίπασμα και ψηφίστε μας... Αποτέλεσμα η εγκληματική υπερλίπανση των καλλιεργειών λόγω μηδαμινού κόστους.
Η δεύτερη απαράδεκτη υπερβολή ήταν η συσσώρευση άμεσα και έμμεσα στο κράτος των λιπασματοβιομηχανιών πάλι με στόχο τις πελατειακές σχέσεις με τους αγρότες.
Το ανακάτεμα του κράτους ξεκίνησε το 1965 με την ίδρυση της κρατικής ΑΕΒΑΛ στην Κοζάνη για την παραγωγή αζωτούχων από αμμωνία με αξιοποίηση του λιγνίτη. Η πρωτοβουλία ήταν τότε σωστή. Αλλά, στα δύσκολα, η μονάδα αφέθηκε στην τύχη της χωρίς βοήθεια για να καταντήσει κουφάρι. Και ως κουφάρι να αποτελεί σήμερα «αξιοθέατο» του Δήμου Κοζάνης.
Το κρατικό ανακάτεμα συνεχίστηκε το 1975 από τον Καραμανλή με την Βιομηχανία Φωσφορικών Λιπασμάτων του Ανδρεάδη στην Καρβάλη. Ήταν μια συγκυριακή κρατικοποίηση γιατί στόχος του Καραμανλή ήταν οι Τράπεζες του ομίλου και τα ναυπηγεία. Έτσι η ΒΦΛ αφέθηκε στην τύχη της ως θυγατρική μιας κρατικής Τράπεζας.
Κρατήθηκε στην ζωή από τις φιλότιμές προσπάθειες εργαζομένων και συγκεκριμένων προσώπων. Σήμερα που την ξεφορτώθηκε το κράτος έπεσε στα χέρια του Λαυρεντιάδη που φέσωσε την ΔΕΠΑ με περισσότερα από 65.000.000 ευρώ με συνέπεια να τινάζεται στον αέρα και το συγκρότημα και το νοικοκυριό της ΔΕΠΑ.
Στην ΑΕΧΠΛ της Δραπετσώνας παίχθηκε την δεκαετία του 1980 η μικροπολιτική που οδήγησε στην τρίτη υπερβολή.
Ο τότε επικεφαλής του συγκροτήματος Αλέξανδρος Αθανασιάδης, ανιψιός του Μποδοσάκη, υπολογίζοντας, στην απελευθέρωση της αγοράς από την Ευρωπαϊκή Ένωση προγραμμάτισε επενδύσεις πάνω από 500 εκατομμύρια δραχμές για να φτιάξει μια μεγάλη υπερσύγχρονη δεξαμενή αμμωνίας ώστε να εξασφαλίζει πρώτη ύλη για τα λιπάσματα της μονάδας. Έπεσαν να τον «φάνε» Δήμαρχοι, κόμματα, συντεχνίες και οικοπεδοφάγοι με την μορφή των περιβαλλοντολόγων.
Τα σχέδια κόλλησαν. Και τον Απρίλη του 1988 προλαβαίνουν και τρώνε τον Αθανασιάδη οι συμμορίτες δολοφόνοι της 17 Νοέμβρη. Ήταν σύμπτωση;
Η απελευθέρωση της αγοράς έγινε το 1992, με καθυστέρηση δεκαετίας. Όμως η έλλειψη Μποδοσάκη και Αθανασιάδη οδήγησε σε έμμεση κρατικοποίηση μέσω Εθνικής και την ΧΒΒΕ της Θεσσαλονίκης.
Μετά από μια δεκαπενταετία ο νεώτερος Καραμανλής υποχρεώνει την ΒΦΛ να αγοράσει την μονάδα της Θεσσαλονίκης και να φορτωθεί ζημιές 30.000.000 ευρώ από την πρώτη ημέρα.
Η αναδρομή μου στην άνοδο και την πτώση και του γιγαντιαίου κλάδου λιπασμάτων και χημικής βιομηχανίας στην Ελλάδα δεν έχει θέση «μνημόσυνου».
Αντίθετα εύχομαι να βρεθεί λύση με την εμπλοκή ΔΕΠΑ-ΒΦΛ και να αποκατασταθεί το πρόβλημα.
Περιγράφω την πορεία του κλάδου γιατί θεωρώ ότι σήμερα που η Ελλάδα διαγράφεται από τον βιομηχανικό χάρτη της Ευρώπης και δεν έχει καμία προοπτική επανόδου (οι επενδύσεις που ακούγονται και θα ακουστούν είναι ραπανάκια για την όρεξη..) πρέπει όλοι να αναλάβουν τις ιστορικές τους ευθύνες.
Γιατί και ο ελληνικός κλάδος λιπασμάτων μπορούσε να σωθεί και να πρωταγωνιστήσει στα Βαλκάνια πριν πάρουν την θέση τους αυτοί που την πήραν και μας προμηθεύουν σήμερα πάνω από 500.000 τόνους λιπασμάτων τον χρόνο. Όσο λίπασμα δηλαδή θα μπορούσε ακόμη και σήμερα να κάνει εξαγωγή η Ελλάδα αν πρυτάνευε λίγη σοβαρότητα.
Όταν η ασυναγώνιστη ελληνική βιομηχανία λιπασμάτων των δεκαετιών 1960-1980 απειλούσε την διεθνή αγορά με 4 συγκροτήματα δυναμικότητας 2.000.000 τόνων και παραγωγής 1.000.000 τόνων, τρέφοντας 5.000 οικογένειες, ποιος φανταζόταν ότι ο γίγαντας αυτός θα σωριαζόταν το 2013 μετά από μια σειρά απαράδεκτες υπερβολές που χειροτέρεψαν την ανταγωνιστική συγκυρία.
Ποιος να φανταστεί ότι τα κολοσσιαία αυτά συγκροτήματα της Α.Ε Ελληνικής Εταιρίας Χημικών Προϊόντων του Μποδοσάκη στην Δραπετσώνα, της Α.Ε. Χημικές Βιομηχανίες Βορείου Ελλάδος στην Θεσσαλονίκη επίσης του Μποδοσάκη της Εθνικής και Γάλλων, της Α.Ε. Βιομηχανίας Φωσφορικών Λιπασμάτων Νέας Καρβάλης του Ανδρεάδη και της κρατικής Α.Ε. Βιομηχανίας Αζωτούχων Λιπασμάτων της Κοζάνης που έκλεισαν, ερμητικά, για μισό αιώνα τα ελληνικά σύνορα στις εισαγωγές και έβαλαν τα ελληνικά λιπάσματα μέχρι και στην αγορά της Κίνας, θύματα μικροπολιτικής σπέκουλας κομμάτων και Δήμων, αθλιοτήτων των συντεχνιών, πολιτικής αδιαφορίας και δολοφονιών, μαζί με την απελευθέρωση της αγοράς και τον ανταγωνισμό θα έπεφταν στην άβυσσο.
Χωρίς βοήθεια. Χωρίς συμπαράσταση.
Σειρά έχουν τώρα ο χάλυβας, τα τσιμέντα και τα καύσιμα.
Ιστορικά η πρώτη απαράδεκτη υπερβολή ήταν το ανακάτεμα κομμάτων και κυβερνήσεων και στο κύκλωμα προμηθειών για την γεωργική παραγωγή όχι για να την νοικοκυρέψουν και να την αυγατίσουν αλλά για να την εκμεταλλευτούν πολιτικά προσφέροντας ρουσφέτια στους αγρότες.
Αντί να υπάρξει από την αρχή και σχέδιο εξωστρέφειας του κλάδου που ήδη υπερκάλυπτε τις εγχώριες ανάγκες «εφευρέθηκε» το σύστημα επιδότησης των λιπασμάτων αλλά σε ποσοστό που έκανε τα λιπάσματα φθηνότερα από την κοπριά...
Είναι για γέλια να αναλογιστεί κανείς ότι την εποχή των επιδοτήσεων είχε παρουσιαστεί το φαινόμενο να χτίζονται αγροτικές αποθήκες με σάκους γεμάτους λίπασμα γιατί ήταν φθηνότεροι από τους τσιμεντόλιθους...
Πάρτε φτηνό λίπασμα και ψηφίστε μας... Αποτέλεσμα η εγκληματική υπερλίπανση των καλλιεργειών λόγω μηδαμινού κόστους.
Η δεύτερη απαράδεκτη υπερβολή ήταν η συσσώρευση άμεσα και έμμεσα στο κράτος των λιπασματοβιομηχανιών πάλι με στόχο τις πελατειακές σχέσεις με τους αγρότες.
Το ανακάτεμα του κράτους ξεκίνησε το 1965 με την ίδρυση της κρατικής ΑΕΒΑΛ στην Κοζάνη για την παραγωγή αζωτούχων από αμμωνία με αξιοποίηση του λιγνίτη. Η πρωτοβουλία ήταν τότε σωστή. Αλλά, στα δύσκολα, η μονάδα αφέθηκε στην τύχη της χωρίς βοήθεια για να καταντήσει κουφάρι. Και ως κουφάρι να αποτελεί σήμερα «αξιοθέατο» του Δήμου Κοζάνης.
Το κρατικό ανακάτεμα συνεχίστηκε το 1975 από τον Καραμανλή με την Βιομηχανία Φωσφορικών Λιπασμάτων του Ανδρεάδη στην Καρβάλη. Ήταν μια συγκυριακή κρατικοποίηση γιατί στόχος του Καραμανλή ήταν οι Τράπεζες του ομίλου και τα ναυπηγεία. Έτσι η ΒΦΛ αφέθηκε στην τύχη της ως θυγατρική μιας κρατικής Τράπεζας.
Κρατήθηκε στην ζωή από τις φιλότιμές προσπάθειες εργαζομένων και συγκεκριμένων προσώπων. Σήμερα που την ξεφορτώθηκε το κράτος έπεσε στα χέρια του Λαυρεντιάδη που φέσωσε την ΔΕΠΑ με περισσότερα από 65.000.000 ευρώ με συνέπεια να τινάζεται στον αέρα και το συγκρότημα και το νοικοκυριό της ΔΕΠΑ.
Στην ΑΕΧΠΛ της Δραπετσώνας παίχθηκε την δεκαετία του 1980 η μικροπολιτική που οδήγησε στην τρίτη υπερβολή.
Ο τότε επικεφαλής του συγκροτήματος Αλέξανδρος Αθανασιάδης, ανιψιός του Μποδοσάκη, υπολογίζοντας, στην απελευθέρωση της αγοράς από την Ευρωπαϊκή Ένωση προγραμμάτισε επενδύσεις πάνω από 500 εκατομμύρια δραχμές για να φτιάξει μια μεγάλη υπερσύγχρονη δεξαμενή αμμωνίας ώστε να εξασφαλίζει πρώτη ύλη για τα λιπάσματα της μονάδας. Έπεσαν να τον «φάνε» Δήμαρχοι, κόμματα, συντεχνίες και οικοπεδοφάγοι με την μορφή των περιβαλλοντολόγων.
Τα σχέδια κόλλησαν. Και τον Απρίλη του 1988 προλαβαίνουν και τρώνε τον Αθανασιάδη οι συμμορίτες δολοφόνοι της 17 Νοέμβρη. Ήταν σύμπτωση;
Η απελευθέρωση της αγοράς έγινε το 1992, με καθυστέρηση δεκαετίας. Όμως η έλλειψη Μποδοσάκη και Αθανασιάδη οδήγησε σε έμμεση κρατικοποίηση μέσω Εθνικής και την ΧΒΒΕ της Θεσσαλονίκης.
Μετά από μια δεκαπενταετία ο νεώτερος Καραμανλής υποχρεώνει την ΒΦΛ να αγοράσει την μονάδα της Θεσσαλονίκης και να φορτωθεί ζημιές 30.000.000 ευρώ από την πρώτη ημέρα.
Η αναδρομή μου στην άνοδο και την πτώση και του γιγαντιαίου κλάδου λιπασμάτων και χημικής βιομηχανίας στην Ελλάδα δεν έχει θέση «μνημόσυνου».
Αντίθετα εύχομαι να βρεθεί λύση με την εμπλοκή ΔΕΠΑ-ΒΦΛ και να αποκατασταθεί το πρόβλημα.
Περιγράφω την πορεία του κλάδου γιατί θεωρώ ότι σήμερα που η Ελλάδα διαγράφεται από τον βιομηχανικό χάρτη της Ευρώπης και δεν έχει καμία προοπτική επανόδου (οι επενδύσεις που ακούγονται και θα ακουστούν είναι ραπανάκια για την όρεξη..) πρέπει όλοι να αναλάβουν τις ιστορικές τους ευθύνες.
Γιατί και ο ελληνικός κλάδος λιπασμάτων μπορούσε να σωθεί και να πρωταγωνιστήσει στα Βαλκάνια πριν πάρουν την θέση τους αυτοί που την πήραν και μας προμηθεύουν σήμερα πάνω από 500.000 τόνους λιπασμάτων τον χρόνο. Όσο λίπασμα δηλαδή θα μπορούσε ακόμη και σήμερα να κάνει εξαγωγή η Ελλάδα αν πρυτάνευε λίγη σοβαρότητα.
ΠΗΓΗ capital.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου