Πρόκειται για ερωτήματα καθημερινά και πάντα επίκαιρα τα οποία με την κοινή λογική θα είχαν πιθανώς διαφορετικές απαντήσεις από αυτές που δίνονται από τους πολλούς.
Τετάρτη 24 Δεκεμβρίου 2014
Δευτέρα 15 Δεκεμβρίου 2014
H ερώτηση που ΠΡΕΠΕΙ να απαντήσει ο ΣΥΡΙΖΑ...
Γράφει ο Γιώργος Παπανικολάου
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα κάνει μονομερείς κινήσεις. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα καταργήσει το μνημόνιο, αλλά αυτό δεν είναι μονομερής κίνηση, είναι κυριαρχικό δικαίωμα της χώρας. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα κάνει σκληρή διαπραγμάτευση, θα αυξήσει τους βασικούς μισθούς, θα φτιάξει δίχτυ ασφαλείας για τους φτωχούς, θα σταματήσει τη λιτότητα και θα φέρει με άλλον τρόπο την ανάπτυξη.
Όλα αυτά ακούγονται καθημερινά και επί της ουσίας θεωρούν περίπου δεδομένο ότι η άλλη πλευρά (οι δανειστές μας) θα υποχωρήσει μπροστά στα ατράνταχτα(;) επιχειρήματα του ΣΥΡΙΖΑ και τη «νωπή» ετυμηγορία του ελληνικού λαού.
Αυτό όμως που θα έπρεπε να απασχολεί τον κάθε σκεπτόμενο πολίτη, εν όψει πιθανών εκλογών μέσα στο επόμενο δίμηνο, είναι η ύπαρξη Σχεδίου Β. Τι θα κάνει δηλαδή ο ΣΥΡΙΖΑ στην περίπτωση που οι δανειστές αρνηθούν να συμφωνήσουν σε κάποιο αποδεκτό από την κυβέρνησή του πλαίσιο.
Το θέμα το έθεσε πρόσφατα o προσκείμενος στον ΣΥΡΙΖΑ οικονομολόγος Κώστας Λαπαβίτσας, λέγοντας ότι πρέπει το κόμμα να αποκτήσει Plan B για την περίπτωση που οι δανειστές του βάλουν το μαχαίρι στον λαιμό.
«Καμία προοπτική και κανένα ενδεχόμενο δεν μπορεί να αποκλείεται από την κυβέρνηση (σ.σ. ΣΥΡΙΖΑ) για το θέμα άλλου νομίσματος», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Λαπαβίτσας.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκαν προγενέστερα και οι δηλώσεις του προβεβλημένου οικονομολόγου της Αριστεράς Γιάννη Βαρουφάκη, ο οποίος από τις Ηνωμένες Πολιτείες όπου διδάσκει πλέον μας είπε ότι αν ο Τσίπρας δεν είναι πρόθυμος να κλείσει το τηλέφωνο στον Ντράγκι της ΕΚΤ (σ.σ. που είναι και ο δανειστής «τελευταίου καταφυγίου» για τις ελληνικές τράπεζες), τότε καλύτερα να μην εκλεγεί!
Είναι έτσι όμως; Είναι τελικά για τον ΣΥΡΙΖΑ ταμπού η παραμονή εντός του ευρώ ή όχι;
Προφανώς η ερώτηση αυτή δεν στερείται νόημα. Κάποιοι ίσως πουν ότι δεν πρέπει ο ΣΥΡΙΖΑ να ανοίξει τα χαρτιά του, διότι έτσι θα μειώσει τη διαπραγματευτική του ισχύ. Δεν έχουν ίσως άδικο ως προς το επιχείρημα, πλην όμως το θέμα είναι καίριας σημασίας για όλους τους πολίτες που ενδέχεται να κληθούν να επιλέξουν σύντομα.
Αυτή η ιστορία με ορισμένα στελέχη του να τα λένε έτσι, κάποια να τα λένε αλλιώς και κάποια άλλα να θολώνουν τα νερά (βολικό ίσως για την αλίευση ψήφων από διαφορετικά ακροατήρια), σε ένα τόσο σημαντικό θέμα, πρέπει επιτέλους να τελειώσει.
Με τις συνθήκες που ζούμε και υπό το βάρος των συνεπειών μιας τέτοιας εξέλιξης, αυτό είναι το κυρίαρχο σημείο που ΠΡΕΠΕΙ να ξέρουν οι πολίτες για να επιλέξουν.
Θα πρέπει για παράδειγμα να ξέρουν αν μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ θα θελήσει να πάρει το βάρος μιας τέτοιας απόφασης -άμεσα αλλά και έμμεσα, δηλαδή μέσω ενεργειών της που ίσως θα επιφέρουν αναγκαστική έξοδο- ή εν πάση περιπτώσει αν θα θέσει το θέμα ενώπιον του ελληνικού λαού μέσω δημοψηφίσματος, όπως υπό άλλες συνθήκες και με άλλες αφορμές επιχείρησε ο Γιώργος Παπανδρέου.
Ή, τέλος, αν δεσμεύεται ο ΣΥΡΙΖΑ, επίσημα και συνολικά, όπως τα κόμματα των προηγούμενων κυβερνήσεων, στην προοπτική της ευρωζώνης, κάτι που πράγματι θα μειώσει τα περιθώρια των διαπραγματευτικών του ελιγμών.
Καλώς ή κακώς, όμως, όλα τα υπόλοιπα είναι παρεπόμενα όταν τείνει να αμφισβητηθεί μια στρατηγική επιλογή της χώρας, όπως το νόμισμά της.
Κατά την άποψή μου, αν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν απαντήσει πειστικά σε αυτήν την πολύ συγκεκριμένη ερώτηση, τι δηλαδή θα κάνει αν τα στυλώσουν οι δανειστές και ζητήσουν την εφαρμογή όσων έχουν συμφωνηθεί, τότε μπορεί παρά ταύτα να κερδίσει τις ενδεχόμενες εκλογές, αλλά δεν μπορεί να διεκδικεί την ψήφο σκεπτόμενων και κατασταλαγμένων ανθρώπων.
Όχι μόνο εκείνων που συντάσσονται με την προοπτική του ευρώ, αλλά και όσων αντιτίθενται σε αυτή.
ΥΓ.: Με βάση τη χρηματιστηριακή νομοθεσία οι εταιρίες είναι πλέον υποχρεωμένες να θεμελιώνουν τις προβλέψεις, τους για λόγους προστασίας του επενδυτικού κοινού, αποκαλύπτοντας έτσι και μέρος από συγκεκριμένα σχέδιά τους.
Ειλικρινά δεν μπορώ να αντιληφθώ πώς μπορεί να ισχύει κάτι λιγότερο στην πολιτική. Εκτός κι αν η προστασία του επενδυτικού κοινού είναι... πολυτιμότερη από την προστασία του πολίτη που ψηφίζει για το μέλλον του και το μέλλον της χώρας του!
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα κάνει μονομερείς κινήσεις. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα καταργήσει το μνημόνιο, αλλά αυτό δεν είναι μονομερής κίνηση, είναι κυριαρχικό δικαίωμα της χώρας. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα κάνει σκληρή διαπραγμάτευση, θα αυξήσει τους βασικούς μισθούς, θα φτιάξει δίχτυ ασφαλείας για τους φτωχούς, θα σταματήσει τη λιτότητα και θα φέρει με άλλον τρόπο την ανάπτυξη.
Όλα αυτά ακούγονται καθημερινά και επί της ουσίας θεωρούν περίπου δεδομένο ότι η άλλη πλευρά (οι δανειστές μας) θα υποχωρήσει μπροστά στα ατράνταχτα(;) επιχειρήματα του ΣΥΡΙΖΑ και τη «νωπή» ετυμηγορία του ελληνικού λαού.
Αυτό όμως που θα έπρεπε να απασχολεί τον κάθε σκεπτόμενο πολίτη, εν όψει πιθανών εκλογών μέσα στο επόμενο δίμηνο, είναι η ύπαρξη Σχεδίου Β. Τι θα κάνει δηλαδή ο ΣΥΡΙΖΑ στην περίπτωση που οι δανειστές αρνηθούν να συμφωνήσουν σε κάποιο αποδεκτό από την κυβέρνησή του πλαίσιο.
Το θέμα το έθεσε πρόσφατα o προσκείμενος στον ΣΥΡΙΖΑ οικονομολόγος Κώστας Λαπαβίτσας, λέγοντας ότι πρέπει το κόμμα να αποκτήσει Plan B για την περίπτωση που οι δανειστές του βάλουν το μαχαίρι στον λαιμό.
«Καμία προοπτική και κανένα ενδεχόμενο δεν μπορεί να αποκλείεται από την κυβέρνηση (σ.σ. ΣΥΡΙΖΑ) για το θέμα άλλου νομίσματος», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Λαπαβίτσας.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκαν προγενέστερα και οι δηλώσεις του προβεβλημένου οικονομολόγου της Αριστεράς Γιάννη Βαρουφάκη, ο οποίος από τις Ηνωμένες Πολιτείες όπου διδάσκει πλέον μας είπε ότι αν ο Τσίπρας δεν είναι πρόθυμος να κλείσει το τηλέφωνο στον Ντράγκι της ΕΚΤ (σ.σ. που είναι και ο δανειστής «τελευταίου καταφυγίου» για τις ελληνικές τράπεζες), τότε καλύτερα να μην εκλεγεί!
Είναι έτσι όμως; Είναι τελικά για τον ΣΥΡΙΖΑ ταμπού η παραμονή εντός του ευρώ ή όχι;
Προφανώς η ερώτηση αυτή δεν στερείται νόημα. Κάποιοι ίσως πουν ότι δεν πρέπει ο ΣΥΡΙΖΑ να ανοίξει τα χαρτιά του, διότι έτσι θα μειώσει τη διαπραγματευτική του ισχύ. Δεν έχουν ίσως άδικο ως προς το επιχείρημα, πλην όμως το θέμα είναι καίριας σημασίας για όλους τους πολίτες που ενδέχεται να κληθούν να επιλέξουν σύντομα.
Αυτή η ιστορία με ορισμένα στελέχη του να τα λένε έτσι, κάποια να τα λένε αλλιώς και κάποια άλλα να θολώνουν τα νερά (βολικό ίσως για την αλίευση ψήφων από διαφορετικά ακροατήρια), σε ένα τόσο σημαντικό θέμα, πρέπει επιτέλους να τελειώσει.
Με τις συνθήκες που ζούμε και υπό το βάρος των συνεπειών μιας τέτοιας εξέλιξης, αυτό είναι το κυρίαρχο σημείο που ΠΡΕΠΕΙ να ξέρουν οι πολίτες για να επιλέξουν.
Θα πρέπει για παράδειγμα να ξέρουν αν μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ θα θελήσει να πάρει το βάρος μιας τέτοιας απόφασης -άμεσα αλλά και έμμεσα, δηλαδή μέσω ενεργειών της που ίσως θα επιφέρουν αναγκαστική έξοδο- ή εν πάση περιπτώσει αν θα θέσει το θέμα ενώπιον του ελληνικού λαού μέσω δημοψηφίσματος, όπως υπό άλλες συνθήκες και με άλλες αφορμές επιχείρησε ο Γιώργος Παπανδρέου.
Ή, τέλος, αν δεσμεύεται ο ΣΥΡΙΖΑ, επίσημα και συνολικά, όπως τα κόμματα των προηγούμενων κυβερνήσεων, στην προοπτική της ευρωζώνης, κάτι που πράγματι θα μειώσει τα περιθώρια των διαπραγματευτικών του ελιγμών.
Καλώς ή κακώς, όμως, όλα τα υπόλοιπα είναι παρεπόμενα όταν τείνει να αμφισβητηθεί μια στρατηγική επιλογή της χώρας, όπως το νόμισμά της.
Κατά την άποψή μου, αν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν απαντήσει πειστικά σε αυτήν την πολύ συγκεκριμένη ερώτηση, τι δηλαδή θα κάνει αν τα στυλώσουν οι δανειστές και ζητήσουν την εφαρμογή όσων έχουν συμφωνηθεί, τότε μπορεί παρά ταύτα να κερδίσει τις ενδεχόμενες εκλογές, αλλά δεν μπορεί να διεκδικεί την ψήφο σκεπτόμενων και κατασταλαγμένων ανθρώπων.
Όχι μόνο εκείνων που συντάσσονται με την προοπτική του ευρώ, αλλά και όσων αντιτίθενται σε αυτή.
ΥΓ.: Με βάση τη χρηματιστηριακή νομοθεσία οι εταιρίες είναι πλέον υποχρεωμένες να θεμελιώνουν τις προβλέψεις, τους για λόγους προστασίας του επενδυτικού κοινού, αποκαλύπτοντας έτσι και μέρος από συγκεκριμένα σχέδιά τους.
Ειλικρινά δεν μπορώ να αντιληφθώ πώς μπορεί να ισχύει κάτι λιγότερο στην πολιτική. Εκτός κι αν η προστασία του επενδυτικού κοινού είναι... πολυτιμότερη από την προστασία του πολίτη που ψηφίζει για το μέλλον του και το μέλλον της χώρας του!
ΠΗΓΗ euro2day.gr
ΣΧΟΛΙΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ :
Αυτή η ιστορία (που κάποιοι μάλιστα έχουν κάνει καραμέλα!) με την επιστροφή στην δραχμή, πραγματικά με ξεπερνάει.
Δηλαδή τι θεωρούν;
Αν είχαμε δραχμές δεν θα είχαμε χρέος;
Δεν θα χρειαζόμασταν δανεικά;
Θα κόβαμε δραχμές αβέρτα και δεν θα είχαμε κανένα πρόβλημα;
Δαιμονοποιούν το ευρώ λες και έχει σημασία το νόμισμα.
Μα και κουρκουμπίνια να είχαμε για νόμισμα πάλι στην ίδια (αν όχι χειρότερη!) κατάσταση θα ήμασταν!
Πότε επιτέλους θα καταλάβουμε ότι φταίμε -κυρίως- εμείς και το ξερό μας το κεφάλι και όχι το ευρώ, η τρόικα, η Μέρκελ, κλπ, κλπ, κλπ;
Πότε επιτέλους θα αναλάβουμε τις ευθύνες μας, θα κάνουμε την αυτοκριτική μας και θα ψάξουμε τον τρόπο για να προχωρήσουμε χωρίς να ξανακάνουμε τα ίδια λάθη;
Πότε επιτέλους θα βάλουμε μυαλό;
Όπως φαίνεται... μάλλον ποτέ!
Τρίτη 18 Νοεμβρίου 2014
Ποιος θα έπρεπε να κυβερνά την Ελλάδα;...
Γράφει ο Γιώργος Παπανικολάου
Ανάλογα ποιον θα ρωτήσεις, η απάντηση στο ποιος κυβερνά την Ελλάδα ποικίλλει κι αρκετές από τις απαντήσεις δίνουν τον σοβαρό αυτό ρόλο είτε στους… Γερμανούς, είτε στην τρόικα, είτε σε κάποια νεφελώδη «μεγάλα συμφέροντα».
Κατά τη γνώμη μου, στη σημερινή συγκυρία πρόκειται για λάθος ερώτημα. Το σωστό είναι «ποιος θα έπρεπε να κυβερνά την Ελλάδα;». Προφανώς, θα πείτε, η εκάστοτε δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση. Ωστόσο, αν κρίνουμε από το τι συνέβη πριν ακόμη μπούμε στη σημερινή βαθιά κρίση, η απάντηση αυτή δεν φαίνεται να είναι τόσο λυσιτελής όσο ακούγεται.
Διότι όσα κι αν λένε οι επικριτές της πολιτικής που συχνά επέβαλε η τρόικα (που σε πολλά σημεία της ήταν όντως λανθασμένη), οι βάσεις της κρίσης δεν τέθηκαν από κάποιον μυστηριώδη ξένο παράγοντα.
Τέθηκαν από τις αλληλοδιάδοχες και δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις, του ΠΑΣΟΚ και της Νέας Δημοκρατίας, ενώ σε πολλά θεμελιώδη, όπως αποδείχτηκε, θέματα (όπως π.χ. η αναμόρφωση του τώρα καταρρέοντος συνταξιοδοτικού και ασφαλιστικού συστήματος) οργίλη ήταν και η αντίδραση της αριστερής αντιπολίτευσης.
Κυβερνήσεις που «εμείς» οι πολίτες εκλέξαμε κι αυτό δεν θα πρέπει να το ξεχνάμε.
Ούτε πρόκειται για κάτι «ανεξήγητο». Στη διάρκεια της Μεταπολίτευσης κτίστηκε σταδιακά ένα σύστημα εξουσίας σχεδόν απόλυτα στηριγμένο στον λαϊκισμό, στον οπορτουνισμό και στο διαρκές αλισβερίσι μεταξύ διαφόρων οργανωμένων και ισχυρών συμφέροντα.
Είτε επρόκειτο για ισχυρούς του πλούτου (που σε κάποιες περιπτώσεις «δημιουργήθηκαν» από πολιτικούς μηχανισμούς) είτε για επαγγελματικές τάξεις και συνδικαλιστικές ηγεσίες στο πλαίσιο ενός καθαρά πελατειακού κράτους, είτε και για τον έρμο τον ψηφοφόρο που έμαθε ότι για να πάρουν την ψήφο του πρέπει να του τάξουν παροχές, είτε προσωποποιημένες (τα γνωστά ρουσφέτια) είτε σε συντεχνιακό επίπεδο.
Όμως, παρά την κρίση που μεσολάβησε, στο σύμπλεγμα αυτό δεν φαίνεται να έχουν αλλάξει πολλά, πέρα από το γεγονός ότι το κράτος αρμεγμένο στο έπακρον και υπό τη στενή επίβλεψη της τρόικας δεν έχει τις ίδιες δυνατότητες να «δώσει» στους εκλεκτούς του.
Ο λαϊκισμός συνεχίζει να κυριαρχεί, με τη βοήθεια βεβαίως και των Μέσων Ενημέρωσης, ο πολιτικός οπορτουνισμός δίνει και παίρνει, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις παρατηρούνται και ακραία, σχεδόν… ανεξήγητα φαινόμενα, όπως η εκλογή του -υπόδικου- ποδοσφαιρικού παράγοντα Μπέου στη Δημαρχία του Βόλου.
Είναι δε θλιβερό, τουλάχιστον κατά την άποψη του υπογράφοντος, ότι μια σειρά μεγάλες αλλαγές πρακτικά επεβλήθησαν από τους δανειστές, ενώ θα έπρεπε να έχουν γίνει εδώ και χρόνια, με πρωτοβουλία των ελληνικών κυβερνήσεων. Κι ότι πολλές ακόμη αλλαγές, ιδίως στον τομέα των κοινώς αποκαλούμενων «μεταρρυθμίσεων», εξακολουθούν να μην έχουν υπάρξει ως σήμερα!
Το χειρότερο είναι ότι η αδυναμία των δύο εκπροσώπων του πάλαι ποτέ δικομματισμού να μετεξελιχθούν, συνδυάζεται με τον παρωχημένο «αριστερό» κομφορμισμό-κρατισμό του ΣΥΡΙΖΑ , ενώ το Ποτάμι φαίνεται να έχασε την αρχική δυναμική του πριν ακόμη εκτεθεί ουσιαστικά σε ακανθώδη διλήμματα τρέχουσας πολιτικής, δείχνοντας ότι δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις για ουσιαστική αλλαγή σελίδας.
Που σημαίνει ότι στο ερώτημα «ποιος θα έπρεπε να κυβερνά αυτήν τη χώρα;» μάλλον δεν υπάρχει προς ώρας εύκολη απάντηση, όσες θεωρητικές περιγραφές προσόντων κι αν κάνουμε! Κι ότι παρά την εμμονή του κ. Τσίπρα, στη «δημοκρατική διέξοδο» των εκλογών, μάλλον θα βρεθούμε αντιμέτωποι με ένα καθ' όλα δημοκρατικό… αδιέξοδο, σε σχέση τουλάχιστον με τις πραγματικές ανάγκες της χώρας.
Μια κατάσταση που κατά πάσα πιθανότητα αντικατοπτρίζει τα πραγματικά αδιέξοδα μιας κοινωνίας που αλλιώς «έμαθε» και τώρα σύρεται, σε μεγάλο βαθμό ακουσίως, να ζήσει διαφορετικά.
Ανάλογα ποιον θα ρωτήσεις, η απάντηση στο ποιος κυβερνά την Ελλάδα ποικίλλει κι αρκετές από τις απαντήσεις δίνουν τον σοβαρό αυτό ρόλο είτε στους… Γερμανούς, είτε στην τρόικα, είτε σε κάποια νεφελώδη «μεγάλα συμφέροντα».
Κατά τη γνώμη μου, στη σημερινή συγκυρία πρόκειται για λάθος ερώτημα. Το σωστό είναι «ποιος θα έπρεπε να κυβερνά την Ελλάδα;». Προφανώς, θα πείτε, η εκάστοτε δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση. Ωστόσο, αν κρίνουμε από το τι συνέβη πριν ακόμη μπούμε στη σημερινή βαθιά κρίση, η απάντηση αυτή δεν φαίνεται να είναι τόσο λυσιτελής όσο ακούγεται.
Διότι όσα κι αν λένε οι επικριτές της πολιτικής που συχνά επέβαλε η τρόικα (που σε πολλά σημεία της ήταν όντως λανθασμένη), οι βάσεις της κρίσης δεν τέθηκαν από κάποιον μυστηριώδη ξένο παράγοντα.
Τέθηκαν από τις αλληλοδιάδοχες και δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις, του ΠΑΣΟΚ και της Νέας Δημοκρατίας, ενώ σε πολλά θεμελιώδη, όπως αποδείχτηκε, θέματα (όπως π.χ. η αναμόρφωση του τώρα καταρρέοντος συνταξιοδοτικού και ασφαλιστικού συστήματος) οργίλη ήταν και η αντίδραση της αριστερής αντιπολίτευσης.
Κυβερνήσεις που «εμείς» οι πολίτες εκλέξαμε κι αυτό δεν θα πρέπει να το ξεχνάμε.
Ούτε πρόκειται για κάτι «ανεξήγητο». Στη διάρκεια της Μεταπολίτευσης κτίστηκε σταδιακά ένα σύστημα εξουσίας σχεδόν απόλυτα στηριγμένο στον λαϊκισμό, στον οπορτουνισμό και στο διαρκές αλισβερίσι μεταξύ διαφόρων οργανωμένων και ισχυρών συμφέροντα.
Είτε επρόκειτο για ισχυρούς του πλούτου (που σε κάποιες περιπτώσεις «δημιουργήθηκαν» από πολιτικούς μηχανισμούς) είτε για επαγγελματικές τάξεις και συνδικαλιστικές ηγεσίες στο πλαίσιο ενός καθαρά πελατειακού κράτους, είτε και για τον έρμο τον ψηφοφόρο που έμαθε ότι για να πάρουν την ψήφο του πρέπει να του τάξουν παροχές, είτε προσωποποιημένες (τα γνωστά ρουσφέτια) είτε σε συντεχνιακό επίπεδο.
Όμως, παρά την κρίση που μεσολάβησε, στο σύμπλεγμα αυτό δεν φαίνεται να έχουν αλλάξει πολλά, πέρα από το γεγονός ότι το κράτος αρμεγμένο στο έπακρον και υπό τη στενή επίβλεψη της τρόικας δεν έχει τις ίδιες δυνατότητες να «δώσει» στους εκλεκτούς του.
Ο λαϊκισμός συνεχίζει να κυριαρχεί, με τη βοήθεια βεβαίως και των Μέσων Ενημέρωσης, ο πολιτικός οπορτουνισμός δίνει και παίρνει, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις παρατηρούνται και ακραία, σχεδόν… ανεξήγητα φαινόμενα, όπως η εκλογή του -υπόδικου- ποδοσφαιρικού παράγοντα Μπέου στη Δημαρχία του Βόλου.
Είναι δε θλιβερό, τουλάχιστον κατά την άποψη του υπογράφοντος, ότι μια σειρά μεγάλες αλλαγές πρακτικά επεβλήθησαν από τους δανειστές, ενώ θα έπρεπε να έχουν γίνει εδώ και χρόνια, με πρωτοβουλία των ελληνικών κυβερνήσεων. Κι ότι πολλές ακόμη αλλαγές, ιδίως στον τομέα των κοινώς αποκαλούμενων «μεταρρυθμίσεων», εξακολουθούν να μην έχουν υπάρξει ως σήμερα!
Το χειρότερο είναι ότι η αδυναμία των δύο εκπροσώπων του πάλαι ποτέ δικομματισμού να μετεξελιχθούν, συνδυάζεται με τον παρωχημένο «αριστερό» κομφορμισμό-κρατισμό του ΣΥΡΙΖΑ , ενώ το Ποτάμι φαίνεται να έχασε την αρχική δυναμική του πριν ακόμη εκτεθεί ουσιαστικά σε ακανθώδη διλήμματα τρέχουσας πολιτικής, δείχνοντας ότι δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις για ουσιαστική αλλαγή σελίδας.
Που σημαίνει ότι στο ερώτημα «ποιος θα έπρεπε να κυβερνά αυτήν τη χώρα;» μάλλον δεν υπάρχει προς ώρας εύκολη απάντηση, όσες θεωρητικές περιγραφές προσόντων κι αν κάνουμε! Κι ότι παρά την εμμονή του κ. Τσίπρα, στη «δημοκρατική διέξοδο» των εκλογών, μάλλον θα βρεθούμε αντιμέτωποι με ένα καθ' όλα δημοκρατικό… αδιέξοδο, σε σχέση τουλάχιστον με τις πραγματικές ανάγκες της χώρας.
Μια κατάσταση που κατά πάσα πιθανότητα αντικατοπτρίζει τα πραγματικά αδιέξοδα μιας κοινωνίας που αλλιώς «έμαθε» και τώρα σύρεται, σε μεγάλο βαθμό ακουσίως, να ζήσει διαφορετικά.
ΠΗΓΗ euro2day.gr
Παρασκευή 14 Νοεμβρίου 2014
Προς Σοσιαλκρατιστές όλων των κομμάτων...
του Κώστα Χριστίδη
"Η ανάγκη εκσυγχρονισμού και ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας είναι άμεση και επιτακτική ούτως ή άλλως … Γιατί αυτή τη στιγμή συντελούνται στην παγκόσμια οικονομία αλλαγές όπως η νέα τεχνολογική επανάσταση, η εμφάνιση στο προσκήνιο των χωρών της βάσης του Ειρηνικού Ωκεανού και ο νέος διεθνής καταμερισμός της εργασίας. Άρα το θέμα της ανάπτυξης της οικονομίας μας και της γεφύρωσης του κενού που μας χωρίζει από τους ανταγωνιστές μας είναι εθνική προτεραιότητα … Είναι κάτι που πρέπει να γίνει οπωσδήποτε αν δεν θέλουμε να εκφυλιστούμε σε μία περιθωριακή και υπανάπτυκτη χώρα … Αν φθάσουμε έγκαιρα στο τέρμα, τότε μαζί με τους άλλους εταίρους μας θα συμμετάσχουμε σε μία διαδικασία που, παρά το βραχυπρόθεσμο κόστος της, έχει σημαντικά οφέλη για διανομή στους κερδισμένους.
Εάν η Ελλάδα θέλει ένα κράτος πρόνοιας με υγειονομική περίθαλψη, εκπαίδευση και ασφαλείς συντάξεις, πρέπει να έχουμε υπόψη μας την μάχη για την αύξηση της παραγωγικότητας … δεν έχουμε άλλη επιλογή. Αν αυτή η στάση δεν υιοθετηθεί από την εργατική και τη μεσαία τάξη, οι επιπτώσεις μπορεί να είναι πολύ σοβαρές … Στην Ελλάδα οι οικονομικοί πόροι για επενδύσεις συνθλίβονται από τα ελλείμματα του δημόσιου τομέα … Εάν η Ελλάδα δεν μπορεί να χρηματοδοτήσει την συμμετοχή στην τεχνολογική επανάσταση, τότε είμαστε καταδικασμένοι να παραμείνουμε μία τουριστική χώρα. Οι νέοι μας θα μεταναστεύσουν και θα έχουμε έναν πληθυσμό γερόντων που θα φροντίζει τα ξενοδοχεία.
Η Ελλάδα έχει έναν υπερτροφικό δημόσιο τομέα που καταπνίγει την ιδιωτική επιχείρηση … Αυτοί που εργάζονται στον δημόσιο τομέα είναι οι προνομιούχοι εργαζόμενοι στην Ελλάδα. Το όνειρο που καλλιεργήθηκε στον μέσο Έλληνα είναι να γίνει μισθωτός υπάλληλος του κράτους. Και αυτό διότι έχουν τους υψηλότερους μισθούς, συντάξεις, υγειονομική περίθαλψη και καλές διακοπές.
Έχουμε περίπου το διπλάσιο προσωπικό που απαιτείται για να παράγουμε τις απαιτούμενες κρατικές υπηρεσίες … Μπορεί να μας πάρει 10 ή 15 χρόνια, αλλά η δύσκολη αποστολή μας ως σοσιαλιστές είναι να θέσουμε τον τομέα αυτό υπό έλεγχο και να αυξήσουμε την παραγωγικότητά του.
Οι άλογες απεργίες, οι υπερβολικές και σε πολλές περιπτώσεις εκβιαστικές απαιτήσεις συντεχνιών, οι καταλήψεις δημόσιων κτιρίων από μικρές και άσχετες με τους φοιτητές μειοψηφίες … υπονομεύουν την κοινωνική συνοχή. Οδηγούν σε αποδιοργάνωση και κατά συνέπεια σε αποσύνθεση του κοινωνικού ιστού. Αυτές οι αντιδημοκρατικές μορφές πάλης, που εκδηλώνονται είτε ως άκαιρες απεργίες, είτε ως καταλήψεις, είτε ως ετσιθελική παρακώλυση της οικονομικής και κοινωνικής ζωής στο κέντρο της Αθήνας, δεν χτυπούν κάποιες επιχειρήσεις ή οργανισμούς. Χτυπούν το κοινωνικό σύνολο, υπονομεύοντας την πανεθνική προσπάθεια και ετοιμότητα που σήμερα είναι περισσότερο παρά ποτέ αναγκαίες και για την οικονομία μας και για τους δημοκρατικούς μας θεσμούς και για τον ελληνισμό."
Εάν κάποιος σήμερα προέβαινε σε γραπτές ή προφορικές δηλώσεις με το ανωτέρω περιεχόμενο, θα χαρακτηριζόταν ακραίος νεοφιλελεύθερος, όργανο της πλουτοκρατίας, μερκελιστής, ανάλγητος, εχθρός του λαού, πιόνι των τοκογλύφων και τα παρόμοια. Αυτά, πάντως, τα έχει πει ο ιδρυτής του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος και επί οκταετία και πλέον πρωθυπουργός της χώρας Ανδρέας Παπανδρέου (βλ. αντί πολλών συνέντευξή του στον ‘’Οικονομικό Ταχυδρόμο’’, 30.07.1987, στο ‘’Βήμα’’. 25.10.87, και δηλώσεις του, 04.02.1990). Είχε πλέον συνειδητοποιήσει την καταστρεπτική πορεία, στην οποία μας οδηγούσε το κράτος – φρανκεστάϊν, το οποίο εν πολλοίς ο ίδιος δημιούργησε, και προσπάθησε να το τιθασεύσει, άνευ επιτυχίας …
Έκτοτε παρήλθαν όχι 10 ή 15 αλλά 25 και πλέον έτη και η χώρα οδηγήθηκε σε χρεοκοπία, ακριβώς διότι ‘’η δύσκολη αποστολή μας ως σοσιαλιστές να θέσουμε τον δημόσιο τομέα υπό έλεγχο και να αυξήσουμε την παραγωγικότητά του’’ απέτυχε οικτρά.
Σήμερα, μετά από πέντε χρόνια οδυνηρών στερήσεων, κάποιοι άμεσοι συνεργάτες του Ανδρέα Παπανδρέου της εποχής εκείνης βάζουν ‘’κόκκινες γραμμές’’ για να μη θιγούν προνόμια συνδικαλιστών, να μην δυσχερανθούν ‘’οι άλογες απεργίες’’, να μην απολυθούν 4.500 υπάλληλοι από έναν δημόσιο τομέα που ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του ’80 είχε προσωπικό διπλάσιο του απαιτούμενου. Άλλοι πολυάριθμοι οπαδοί, αποτελούντες μέγα μέρος του λεγόμενου ‘’βαθέος ΠΑΣΟΚ’’, μετακόμισαν μαζικά στον ΣΥΡΙΖΑ και εξακολουθούν να στηρίζουν τις ‘’υπερβολικές και σε πολλές περιπτώσεις εκβιαστικές απαιτήσεις συντεχνιών, καταλήψεις κτιρίων και άλλες, αντιδημοκρατικές (πάντοτε κατά τον Ανδρέα Παπανδρέου) μορφές πάλης.’’
Οπαδοί του σοσιαλ-κρατισμού, όμως, βρίσκονται σήμερα σε όλους τους κομματικούς σχηματισμούς, είτε αποκαλούνται συντηρητικοί, λαϊκο-δεξιοί ή ‘’κοινωνικά’’ φιλελεύθεροι, είτε εθνικιστές ή ανεξάρτητοι, ‘’προοδευτικοί’’ ή οικολόγοι. Όλοι αυτοί, με τις κατά καιρούς ανακολουθίες και ασυναρτησίες τους, την άγνοια και την πολιτική τους ιδιοτέλεια θεωρούν –στα λόγια- ότι ο σοσιαλισμός είναι ένα πολύ κακό πολιτικο-οικονομικό σύστημα, εκτός εάν το εφαρμόζουν οι ίδιοι, οπότε εξαγνίζεται. Στην πράξη θέτουν διαρκώς εμπόδια στην προσπάθεια ‘’ανάπτυξης της οικονομίας μας και γεφύρωσης του κενού που μας χωρίζει από τους ανταγωνιστές μας’’, πλήττοντας έτσι καίρια μία κορυφαία εθνική προτεραιότητα.
ΠΗΓΗ EBR
Πέμπτη 13 Νοεμβρίου 2014
Καιρός να θυμηθούμε την… Ψωροκώσταινα!...
Γράφει ο Γιώργος Παπανικολάου
Παρ' όσα έχει περάσει η χώρα τα τελευταία πέντε χρόνια, μεγάλο μέρος των πολιτικών, αλλά και της κοινής γνώμης, αρνείται να συνειδητοποιήσει την πιο μεγάλη αλήθεια της κρίσης: Ότι για ένα μεγάλο διάστημα, η Ελλάδα γνώρισε πρωτοφανή ανάπτυξη που τη μετέτρεψε από… Ψωροκώσταινα σε χώρα ευρωπαϊκού (σχεδόν) βιοτικού επιπέδου.
Ότι επρόκειτο όμως για μια «ανάπτυξη» στρεβλή, επίπλαστη, διότι δεν στηρίχθηκε σε κάποιες φυσικές πλουτοπαραγωγικές πηγές, ή στα διεθνώς ανταγωνιστικά αγαθά, αλλά στον δανεισμό, στις δημόσιες δαπάνες και στην ανεξέλεγκτη εσωτερική κατανάλωση.
Στα χρόνια εκείνα, η Ελλάδα πραγματικά μεταμορφώθηκε, συχνά με τρόπο ανοργάνωτο και «κιτς», ενώ η συντριπτική πλειονότητα του πληθυσμού είδε το επίπεδο ζωής του να εκτοξεύεται, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τα υλικά αγαθά.
Κι έτσι πολλοί μάλλον «ξέχασαν» (κι αρκετοί νεότεροι απλώς δεν πρόλαβαν) τα παλιά τα χρόνια πριν από τη δεκαετία του '90, όταν οι οικογένειες παραθέριζαν στο παλιό σπίτι στο χωριό, όταν η προσπέραση στη -μόνο κατ' όνομα- Εθνική με το παλιό 1.000αράκι ήταν… άθλος, όταν οι έγχρωμες τηλεοράσεις, τα εξελιγμένα στερεοφωνικά και οι ξένες μάρκες στα ρούχα ήταν δείγμα σημαντικής ευμάρειας, όπως ήταν επίσης το «μπαλέτο» και οι λοιπές συνηθισμένες πλέον πληρωμένες δραστηριότητες για τα παιδιά.
Αυτό που τώρα θυμούνται είναι το πώς περνούσαν πριν από την κρίση και οι αιτίες που τέλειωσε το όνειρο φαίνεται ότι δεν τους αφορούν. Όπως φαίνεται ότι δεν αφορούν και τους πολιτικούς μας ταγούς, οι οποίοι υπόσχονται (ο ένας περισσότερα, ο άλλος λιγότερα), χωρίς να λαμβάνουν υπ' όψιν τους την πραγματικότητα.
Η σκληρή πραγματικότητα λέει ότι οι εξαγωγές έχουν κολλήσει, ότι η υποκατάσταση των εισαγωγών από εγχώρια προϊόντα δεν έχει καν ξεκινήσει στους περισσότερους τομείς κι ότι οι ξένες επενδύσεις σε καμία περίπτωση δεν πλησιάζουν τα μεγέθη που θα έπρεπε, ώστε να συμπεράνουμε πως μπορεί να σημειωθεί σοβαρή ανάκαμψη της οικονομίας. Ότι κι ο τουρισμός σύντομα θα πιάσει τα όριά του, αν δεν υπάρξει εθνικό σχέδιο και στρατηγική.
Την ίδια ώρα, παρατηρείται τεράστια ανεργία, όχι μόνο στους νέους, αλλά και στους μεγαλύτερους, ιδίως όταν στα νούμερα των απολυμένων προστεθούν και οι χιλιάδες εργαζόμενοι που δέχονται τις λεγόμενες «εθελούσιες αποχωρήσεις» και γίνονται πρόωρα απόμαχοι της οικονομικής ζωής.
Ζούμε, δυστυχώς, σε μια χώρα που γερνά με ανησυχητικούς ρυθμούς, με ένα ασφαλιστικό-συνταξιοδοτικό σύστημα που βρίσκεται υπό κατάρρευση, με ένα σύστημα παιδείας που παραπαίει. Σε μια χώρα όπου αν τα συνθέσουμε όλα αυτά, γίνεται προφανές ότι βρίσκεται σε συμπληγάδες διαρκείας.
Ουδείς όμως εστιάζει στα προβλήματα αυτά, είτε πρόκειται για την κυβέρνηση, είτε για την αντιπολίτευση, είτε και για την αποκαλούμενη «πνευματική ηγεσία» του τόπου.
Η κυβέρνηση φόρτωσε την ευθύνη όλων των αλλαγών στην καταραμένη τρόικα και στο μνημόνιο, αποκρύπτοντας το γεγονός ότι μια σειρά μεγάλες αλλαγές (πολλές εκ των οποίων δεν έχουν γίνει ακόμη!) θα έπρεπε να τις κάνουμε μόνοι μας, για να αντεπεξέλθουμε στο νέο παγκοσμιοποιημένο οικονομικό περιβάλλον. Και η αντιπολίτευση είτε υπόσχεται άλλου τύπου «παραδείσους» κομμουνιστικής ή εθνικοσοσιαλιστικής υφής, είτε προβάλλει «ελκυστικά» μοντέλα του παρελθόντος, που όμως έχουν παροπλιστεί από την ίδια τη διεθνή πραγματικότητα.
Απότοκο βεβαίως των παραπάνω είναι και το γεγονός ότι ως σήμερα δεν υπάρχει ούτε κάποιο «εθνικό σχέδιο» για ανάταξη της χώρας, αλλά ούτε και συναίνεση έστω σε ορισμένα στοιχειώδη σημεία.
Μέρος της ευθύνης όμως, στο πλαίσιο μιας δημοκρατίας, δεν μπορεί να μην αφορά και τον λαό, τον κάθε πολίτη που δεν θέλει να αντιληφθεί ότι οι καταστάσεις άλλαξαν κι ότι τα πρότυπα του χθες αποδείχθηκαν στην πράξη αποτυχημένα.
Κατά την ταπεινή μου άποψη, το γεγονός ότι μέσα σε αυτά τα χρόνια της κρίσης δεν αναδείχθηκαν νέοι πρωταγωνιστές, στην πολιτική, στην κοινωνία, ακόμη και στην οικονομία, αποτελεί τρανή απόδειξη του βαθύτερου προβλήματος που ζούμε, αλλά και της αδυναμίας του ελληνικού «συστήματος» να μετεξελιχθεί για να αντιμετωπίσει τις νέες συνθήκες.
Και κάπως έτσι καταλήγουμε να ονειρευόμαστε ένα μέλλον ίδιο με το πρόσφατο παρελθόν, ενώ στην πράξη καλλιεργούμε τις συνθήκες για μια μόνιμη επιστροφή σε πιο παλιά χρόνια, στην εποχή της «Ψωροκώσταινας».
ΥΓ.: Περισσότερα για την περίφημη «Ψωροκώσταινα» εδώ.
Παρ' όσα έχει περάσει η χώρα τα τελευταία πέντε χρόνια, μεγάλο μέρος των πολιτικών, αλλά και της κοινής γνώμης, αρνείται να συνειδητοποιήσει την πιο μεγάλη αλήθεια της κρίσης: Ότι για ένα μεγάλο διάστημα, η Ελλάδα γνώρισε πρωτοφανή ανάπτυξη που τη μετέτρεψε από… Ψωροκώσταινα σε χώρα ευρωπαϊκού (σχεδόν) βιοτικού επιπέδου.
Ότι επρόκειτο όμως για μια «ανάπτυξη» στρεβλή, επίπλαστη, διότι δεν στηρίχθηκε σε κάποιες φυσικές πλουτοπαραγωγικές πηγές, ή στα διεθνώς ανταγωνιστικά αγαθά, αλλά στον δανεισμό, στις δημόσιες δαπάνες και στην ανεξέλεγκτη εσωτερική κατανάλωση.
Στα χρόνια εκείνα, η Ελλάδα πραγματικά μεταμορφώθηκε, συχνά με τρόπο ανοργάνωτο και «κιτς», ενώ η συντριπτική πλειονότητα του πληθυσμού είδε το επίπεδο ζωής του να εκτοξεύεται, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τα υλικά αγαθά.
Κι έτσι πολλοί μάλλον «ξέχασαν» (κι αρκετοί νεότεροι απλώς δεν πρόλαβαν) τα παλιά τα χρόνια πριν από τη δεκαετία του '90, όταν οι οικογένειες παραθέριζαν στο παλιό σπίτι στο χωριό, όταν η προσπέραση στη -μόνο κατ' όνομα- Εθνική με το παλιό 1.000αράκι ήταν… άθλος, όταν οι έγχρωμες τηλεοράσεις, τα εξελιγμένα στερεοφωνικά και οι ξένες μάρκες στα ρούχα ήταν δείγμα σημαντικής ευμάρειας, όπως ήταν επίσης το «μπαλέτο» και οι λοιπές συνηθισμένες πλέον πληρωμένες δραστηριότητες για τα παιδιά.
Αυτό που τώρα θυμούνται είναι το πώς περνούσαν πριν από την κρίση και οι αιτίες που τέλειωσε το όνειρο φαίνεται ότι δεν τους αφορούν. Όπως φαίνεται ότι δεν αφορούν και τους πολιτικούς μας ταγούς, οι οποίοι υπόσχονται (ο ένας περισσότερα, ο άλλος λιγότερα), χωρίς να λαμβάνουν υπ' όψιν τους την πραγματικότητα.
Η σκληρή πραγματικότητα λέει ότι οι εξαγωγές έχουν κολλήσει, ότι η υποκατάσταση των εισαγωγών από εγχώρια προϊόντα δεν έχει καν ξεκινήσει στους περισσότερους τομείς κι ότι οι ξένες επενδύσεις σε καμία περίπτωση δεν πλησιάζουν τα μεγέθη που θα έπρεπε, ώστε να συμπεράνουμε πως μπορεί να σημειωθεί σοβαρή ανάκαμψη της οικονομίας. Ότι κι ο τουρισμός σύντομα θα πιάσει τα όριά του, αν δεν υπάρξει εθνικό σχέδιο και στρατηγική.
Την ίδια ώρα, παρατηρείται τεράστια ανεργία, όχι μόνο στους νέους, αλλά και στους μεγαλύτερους, ιδίως όταν στα νούμερα των απολυμένων προστεθούν και οι χιλιάδες εργαζόμενοι που δέχονται τις λεγόμενες «εθελούσιες αποχωρήσεις» και γίνονται πρόωρα απόμαχοι της οικονομικής ζωής.
Ζούμε, δυστυχώς, σε μια χώρα που γερνά με ανησυχητικούς ρυθμούς, με ένα ασφαλιστικό-συνταξιοδοτικό σύστημα που βρίσκεται υπό κατάρρευση, με ένα σύστημα παιδείας που παραπαίει. Σε μια χώρα όπου αν τα συνθέσουμε όλα αυτά, γίνεται προφανές ότι βρίσκεται σε συμπληγάδες διαρκείας.
Ουδείς όμως εστιάζει στα προβλήματα αυτά, είτε πρόκειται για την κυβέρνηση, είτε για την αντιπολίτευση, είτε και για την αποκαλούμενη «πνευματική ηγεσία» του τόπου.
Η κυβέρνηση φόρτωσε την ευθύνη όλων των αλλαγών στην καταραμένη τρόικα και στο μνημόνιο, αποκρύπτοντας το γεγονός ότι μια σειρά μεγάλες αλλαγές (πολλές εκ των οποίων δεν έχουν γίνει ακόμη!) θα έπρεπε να τις κάνουμε μόνοι μας, για να αντεπεξέλθουμε στο νέο παγκοσμιοποιημένο οικονομικό περιβάλλον. Και η αντιπολίτευση είτε υπόσχεται άλλου τύπου «παραδείσους» κομμουνιστικής ή εθνικοσοσιαλιστικής υφής, είτε προβάλλει «ελκυστικά» μοντέλα του παρελθόντος, που όμως έχουν παροπλιστεί από την ίδια τη διεθνή πραγματικότητα.
Απότοκο βεβαίως των παραπάνω είναι και το γεγονός ότι ως σήμερα δεν υπάρχει ούτε κάποιο «εθνικό σχέδιο» για ανάταξη της χώρας, αλλά ούτε και συναίνεση έστω σε ορισμένα στοιχειώδη σημεία.
Μέρος της ευθύνης όμως, στο πλαίσιο μιας δημοκρατίας, δεν μπορεί να μην αφορά και τον λαό, τον κάθε πολίτη που δεν θέλει να αντιληφθεί ότι οι καταστάσεις άλλαξαν κι ότι τα πρότυπα του χθες αποδείχθηκαν στην πράξη αποτυχημένα.
Κατά την ταπεινή μου άποψη, το γεγονός ότι μέσα σε αυτά τα χρόνια της κρίσης δεν αναδείχθηκαν νέοι πρωταγωνιστές, στην πολιτική, στην κοινωνία, ακόμη και στην οικονομία, αποτελεί τρανή απόδειξη του βαθύτερου προβλήματος που ζούμε, αλλά και της αδυναμίας του ελληνικού «συστήματος» να μετεξελιχθεί για να αντιμετωπίσει τις νέες συνθήκες.
Και κάπως έτσι καταλήγουμε να ονειρευόμαστε ένα μέλλον ίδιο με το πρόσφατο παρελθόν, ενώ στην πράξη καλλιεργούμε τις συνθήκες για μια μόνιμη επιστροφή σε πιο παλιά χρόνια, στην εποχή της «Ψωροκώσταινας».
ΥΓ.: Περισσότερα για την περίφημη «Ψωροκώσταινα» εδώ.
ΠΗΓΗ euro2day.gr
Τετάρτη 12 Νοεμβρίου 2014
Οι μικροί δικτάτορες του ελληνικού δημοσίου...
Του Ανδρέα Ζαμπούκα
Είναι πλέον σαφές ότι ολόκληρη η χώρα στηρίζει την ύπαρξη της στο δημόσιο και στις «κοινωνίες» των υπαλλήλων του. Στην πραγματικότητα δεν πρόκειται για ευνομούμενη πολιτεία με εθνική υπόσταση αλλά για μια «χαλαρή συνομοσπονδία συντεχνιών» που λυμαίνεται τις οποιεσδήποτε εγγυήσεις της κρατικής εξουσίας.
Όλα αυτά είναι γνωστά. Εκείνο όμως, που εντυπωσιάζει είναι η εμμονή της πολιτείας στον αναχρονισμό όλων σχεδόν των θεσμών της, προκειμένου να συντηρήσει την κρατικοδίαιτη αγορά της χώρας. Για οποιονδήποτε λογικό άνθρωπο που αντιλαμβάνεται την εξέλιξη του παγκόσμιου πολιτισμού, οι μισές τουλάχιστον δημόσιες υπηρεσίες θα έπρεπε να λειτουργούν με ελάχιστους υπαλλήλους και για την ακρίβεια με άλλες ειδικότητες από αυτές που υπάρχουν τώρα. Γιατί είναι ξεκάθαρο, πως κάθε θεσμός που υπηρετούν, αδυνατεί να εκσυγχρονιστεί και τείνει σταδιακά, προς την απαξίωσή του. Θα ήταν επιπλέον απολύτως χρήσιμο, κάποιοι θεσμοί που αναπτύχθηκαν σε άλλες εποχές να σταματήσουν την άσκοπη λειτουργία τους.
Γιατί δεν το κάνουμε; Επειδή, απολύοντας τους μισούς δημοσίους υπαλλήλους θα καταρρεύσει σε ένα χρόνο η ελληνική αγορά (υπάρχουν πόλεις της επαρχίας, που ζουν από τους δημόσιους υπαλλήλους...) και κατ΄επέκταση η οικονομία. Αυτό είναι πράγματι αλήθεια. Και τι συνεχίζουμε να κάνουμε; Να χρηματοδοτούμε, και μάλιστα με δανεικό χρήμα, μια τεχνητή αλλά και αρρωστημένη κατάσταση, καταδικάζοντας και μολύνοντας και τον υπόλοιπο πληθυσμό της χώρας.
Με λίγα λόγια, το ελληνικό δημόσιο αντιστέκεται στον πολιτισμό που εξελίσσεται και οπωσδήποτε, στη δημοκρατία που διαλύεται. Να μερικά παραδείγματα: Η αυτοματοποίηση και η ηλεκτρονική διακυβέρνηση δεν προχωρούν για να μην απολυθούν δημόσιοι υπάλληλοι. Στην πραγματικότητα, αυτή τη στιγμή, δεν θα υπήρχαν οι μισοί υπάλληλοι των υπουργείων, δεν θα υπήρχαν τα ΚΕΠ, σχεδόν όλοι των ασφαλιστικών ταμείων (χρειάζονται λίγους κομπιουτεράδες που θα δούλευαν και από το σπίτι τους...), των ΟΤΑ και πολλοί άλλοι, αν προχωρούσε η ηλεκτρονική διαχείριση των αναγκών και η ηλεκτρονική αγωγή των Ελλήνων σε όλες τις ηλικίες.
Είναι εξωφρενικό να προσπαθεί κάποιος να κάνει επέκταση δραστηριότητας και να παίζει θέατρο με τους τρελούς δικτατορίσκους, μόνο και μόνο για να δικαιολογηθεί η «προπολεμική» τους σφραγίδα! Δεν χρειάζεται παρά μόνο να μπει στο σύστημα, να το δηλώσει και να φορολογηθεί!!!
Ο συγκεντρωτισμός και η γραφειοκρατία θα συνεχίζονται και θα μας πεθαίνουν ως χώρα, για να κρατηθούν στη ζωή οι παρωχημένοι μηχανισμοί του δημοσίου. Χρειαζόμαστε άλλες ειδικότητες, χρειαζόμαστε νέα παιδιά που κάνουν θαύματα με τα δίκτυα τους, χρειαζόμαστε περισσότερους και καλύτερους δασκάλους στα σχολεία, γιατρούς στα νοσοκομεία. Έχουμε ανάγκη τους μισούς δημοσίους υπαλλήλους και με άλλες ικανότητες, για να ανταποκριθούν στον νέο κόσμο που τρέχει μπροστά μας.
Οι περισσότεροι απ΄ αυτούς πιστεύω ότι καταλαβαίνουν ότι, μολονότι δεν φταίνε οι ίδιοι (η κομματοκρατία αυτόν τον κόσμο έφτιαξε...), βρίσκονται σε θέσεις που δεν είναι απαραίτητες. Και γι΄ αυτό κάνουν ό,τι μπορούν για να τις δικαιολογήσουν. Υπάρχουν όμως και κάποιοι μικροί δικτάτορες που, αντί να πουν ευχαριστώ στη σαπίλα που τους κρατάει ακόμα, δε χάνουν ευκαιρία να βασανίζουν τους πολίτες. Ένας στους δέκα είναι αρκετός για να δημιουργήσει θύλακες παραλογισμού σε κάθε υπηρεσία.
Τι πρέπει να γίνει; Δεν ξέρω. Να μείνει η κοινωνία εκατό χρόνια πίσω, για να τυπώνουμε χαρτούρα και να ανταλλάσσουμε σφραγίδες; Ας το κάνουμε. Ας συνεχιστεί ο διεθνής διασυρμός της χώρας, ας καταστραφεί όλη η ιδιωτική οικονομία, ας καταδικάσουμε τους νέους για να σώσουμε την οποιαδήποτε κυρία Μάγδα στον ΟΑΕΕ, που σκίζει έγγραφα των συναδέλφων της και στέλνει για βόλτες τους ασφαλισμένους της...
Είτε θέλουμε είτε όχι, ο αυτοματισμός, η ηλεκτρονική τεχνολογία και γενικά, η διαφοροποίηση των ποιοτικών χαρακτηριστικών του πολιτισμού μας, δείχνουν τη δημοκρατία του μέλλοντος. Σ΄αυτή λοιπόν τη δημοκρατία, δεν έχουν χώρο ούτε οι συντεχνίες, ούτε οι σφραγίδες, ούτε οι κομπλεξικοί και αγενέστατοι δικτατορίσκοι του δημοσίου.
Στις αποκεντρωμένες κοινωνίες του μέλλοντος, το δημόσιο θα αποτελείται μόνο από σοβαρούς θεσμούς και ανεξάρτητες αρχές ελέγχου. Έχουμε ανάγκη από θέσεις και πρόσωπα ποιότητας, στην παιδεία, στην υγεία, στην ανώτατη διοίκηση. Εκεί όπου οι άνθρωποι είναι αναντικατάστατοι.
Όλα τα υπόλοιπα θα μας τα φτιάξουν οι μηχανές. Εμείς τον άνθρωπο πρέπει να σώσουμε. Εκεί βρίσκεται το χρέος μας, όχι στα γκισέ και στις υπογραφές των εγκυκλίων...
Υ.Γ
Είναι πολύ χρήσιμο να περιηγηθεί κάποιος στο Μητρώο Μισθοδοτούμενων Ελληνικού Δημοσίου για να κατανοήσει πλήρως τη διαστρωμάτωση των ειδικοτήτων.
http://apografi.yap.gov.gr/apografi/default.asp
Είναι πλέον σαφές ότι ολόκληρη η χώρα στηρίζει την ύπαρξη της στο δημόσιο και στις «κοινωνίες» των υπαλλήλων του. Στην πραγματικότητα δεν πρόκειται για ευνομούμενη πολιτεία με εθνική υπόσταση αλλά για μια «χαλαρή συνομοσπονδία συντεχνιών» που λυμαίνεται τις οποιεσδήποτε εγγυήσεις της κρατικής εξουσίας.
Όλα αυτά είναι γνωστά. Εκείνο όμως, που εντυπωσιάζει είναι η εμμονή της πολιτείας στον αναχρονισμό όλων σχεδόν των θεσμών της, προκειμένου να συντηρήσει την κρατικοδίαιτη αγορά της χώρας. Για οποιονδήποτε λογικό άνθρωπο που αντιλαμβάνεται την εξέλιξη του παγκόσμιου πολιτισμού, οι μισές τουλάχιστον δημόσιες υπηρεσίες θα έπρεπε να λειτουργούν με ελάχιστους υπαλλήλους και για την ακρίβεια με άλλες ειδικότητες από αυτές που υπάρχουν τώρα. Γιατί είναι ξεκάθαρο, πως κάθε θεσμός που υπηρετούν, αδυνατεί να εκσυγχρονιστεί και τείνει σταδιακά, προς την απαξίωσή του. Θα ήταν επιπλέον απολύτως χρήσιμο, κάποιοι θεσμοί που αναπτύχθηκαν σε άλλες εποχές να σταματήσουν την άσκοπη λειτουργία τους.
Γιατί δεν το κάνουμε; Επειδή, απολύοντας τους μισούς δημοσίους υπαλλήλους θα καταρρεύσει σε ένα χρόνο η ελληνική αγορά (υπάρχουν πόλεις της επαρχίας, που ζουν από τους δημόσιους υπαλλήλους...) και κατ΄επέκταση η οικονομία. Αυτό είναι πράγματι αλήθεια. Και τι συνεχίζουμε να κάνουμε; Να χρηματοδοτούμε, και μάλιστα με δανεικό χρήμα, μια τεχνητή αλλά και αρρωστημένη κατάσταση, καταδικάζοντας και μολύνοντας και τον υπόλοιπο πληθυσμό της χώρας.
Με λίγα λόγια, το ελληνικό δημόσιο αντιστέκεται στον πολιτισμό που εξελίσσεται και οπωσδήποτε, στη δημοκρατία που διαλύεται. Να μερικά παραδείγματα: Η αυτοματοποίηση και η ηλεκτρονική διακυβέρνηση δεν προχωρούν για να μην απολυθούν δημόσιοι υπάλληλοι. Στην πραγματικότητα, αυτή τη στιγμή, δεν θα υπήρχαν οι μισοί υπάλληλοι των υπουργείων, δεν θα υπήρχαν τα ΚΕΠ, σχεδόν όλοι των ασφαλιστικών ταμείων (χρειάζονται λίγους κομπιουτεράδες που θα δούλευαν και από το σπίτι τους...), των ΟΤΑ και πολλοί άλλοι, αν προχωρούσε η ηλεκτρονική διαχείριση των αναγκών και η ηλεκτρονική αγωγή των Ελλήνων σε όλες τις ηλικίες.
Είναι εξωφρενικό να προσπαθεί κάποιος να κάνει επέκταση δραστηριότητας και να παίζει θέατρο με τους τρελούς δικτατορίσκους, μόνο και μόνο για να δικαιολογηθεί η «προπολεμική» τους σφραγίδα! Δεν χρειάζεται παρά μόνο να μπει στο σύστημα, να το δηλώσει και να φορολογηθεί!!!
Ο συγκεντρωτισμός και η γραφειοκρατία θα συνεχίζονται και θα μας πεθαίνουν ως χώρα, για να κρατηθούν στη ζωή οι παρωχημένοι μηχανισμοί του δημοσίου. Χρειαζόμαστε άλλες ειδικότητες, χρειαζόμαστε νέα παιδιά που κάνουν θαύματα με τα δίκτυα τους, χρειαζόμαστε περισσότερους και καλύτερους δασκάλους στα σχολεία, γιατρούς στα νοσοκομεία. Έχουμε ανάγκη τους μισούς δημοσίους υπαλλήλους και με άλλες ικανότητες, για να ανταποκριθούν στον νέο κόσμο που τρέχει μπροστά μας.
Οι περισσότεροι απ΄ αυτούς πιστεύω ότι καταλαβαίνουν ότι, μολονότι δεν φταίνε οι ίδιοι (η κομματοκρατία αυτόν τον κόσμο έφτιαξε...), βρίσκονται σε θέσεις που δεν είναι απαραίτητες. Και γι΄ αυτό κάνουν ό,τι μπορούν για να τις δικαιολογήσουν. Υπάρχουν όμως και κάποιοι μικροί δικτάτορες που, αντί να πουν ευχαριστώ στη σαπίλα που τους κρατάει ακόμα, δε χάνουν ευκαιρία να βασανίζουν τους πολίτες. Ένας στους δέκα είναι αρκετός για να δημιουργήσει θύλακες παραλογισμού σε κάθε υπηρεσία.
Τι πρέπει να γίνει; Δεν ξέρω. Να μείνει η κοινωνία εκατό χρόνια πίσω, για να τυπώνουμε χαρτούρα και να ανταλλάσσουμε σφραγίδες; Ας το κάνουμε. Ας συνεχιστεί ο διεθνής διασυρμός της χώρας, ας καταστραφεί όλη η ιδιωτική οικονομία, ας καταδικάσουμε τους νέους για να σώσουμε την οποιαδήποτε κυρία Μάγδα στον ΟΑΕΕ, που σκίζει έγγραφα των συναδέλφων της και στέλνει για βόλτες τους ασφαλισμένους της...
Είτε θέλουμε είτε όχι, ο αυτοματισμός, η ηλεκτρονική τεχνολογία και γενικά, η διαφοροποίηση των ποιοτικών χαρακτηριστικών του πολιτισμού μας, δείχνουν τη δημοκρατία του μέλλοντος. Σ΄αυτή λοιπόν τη δημοκρατία, δεν έχουν χώρο ούτε οι συντεχνίες, ούτε οι σφραγίδες, ούτε οι κομπλεξικοί και αγενέστατοι δικτατορίσκοι του δημοσίου.
Στις αποκεντρωμένες κοινωνίες του μέλλοντος, το δημόσιο θα αποτελείται μόνο από σοβαρούς θεσμούς και ανεξάρτητες αρχές ελέγχου. Έχουμε ανάγκη από θέσεις και πρόσωπα ποιότητας, στην παιδεία, στην υγεία, στην ανώτατη διοίκηση. Εκεί όπου οι άνθρωποι είναι αναντικατάστατοι.
Όλα τα υπόλοιπα θα μας τα φτιάξουν οι μηχανές. Εμείς τον άνθρωπο πρέπει να σώσουμε. Εκεί βρίσκεται το χρέος μας, όχι στα γκισέ και στις υπογραφές των εγκυκλίων...
Υ.Γ
Είναι πολύ χρήσιμο να περιηγηθεί κάποιος στο Μητρώο Μισθοδοτούμενων Ελληνικού Δημοσίου για να κατανοήσει πλήρως τη διαστρωμάτωση των ειδικοτήτων.
http://apografi.yap.gov.gr/apografi/default.asp
ΠΗΓΗ capital.gr
ΣΧΟΛΙΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ :
Αυτό που κάποιοι δεν θέλουν να καταλάβουν είναι ότι μιλάμε για το δημόσιο που πληρώνεται από όλους εμάς!
Την στιγμή που κάποιοι αντιδρούν σε απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων, την ίδια στιγμή διαμαρτύρονται και για τους φόρους που πληρώνουν, αλλά αδυνατούν να κάνουν την σύνθεση και να σκεφτούν ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι πληρώνονται από αυτούς ακριβώς τους φόρους!
Τρίτη 11 Νοεμβρίου 2014
Ας προσέξουν τι εύχονται...
Γράφει ο Θάνος Οικονομόπουλος
Κανείς δεν μπορεί να ξέρει με σιγουριά, αν και κατά πόσο ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται πίσω από τις τελευταίες μέσω... sms καταλήψεις σε γυμνάσια και λύκεια. Πρέπει, πάντως, να του πιστώσουμε ότι κάνει ότι καλύτερο μπορεί για να τις καπηλευθεί, να στείλει ένα ακόμη μήνυμα του ριζοσπαστισμού και της “επαναστατικότητας” του.
Είδε πως δεν του πολυβγαίνει η αναταραχή στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, με τους αποκλεισμούς των πρυτανικών αρχών και τα ενώπιον τηλεοράσεως νταηλίκια των κομματικών εγκάθετων στην φοιτητική κοινότητα (που, άλλωστε, ουδέποτε αποκήρυξε η σχολίασε έστω αρνητικά), λόγω της σθεναρής και αποφασιστικής στάσης κάποιων νέων πρυτάνεων, και επέλεξε να...κατέβει σε χαμηλότερη “πίστα”-αυτή των μαθητών!
Έτσι, λοιπόν, πριν οι καταλήψεις αρχίσουν να φθίνουν (μετά την απειλή ότι οι χαμένες μέρες θ' αντικατασταθούν με μείωση ημερών από τις γιορτινές και καλοκαιρινές διακοπές, και την εξεταζόμενη σκέψη όσοι μαθητές καταληψίες ξεπεράσουν το επιτρεπόμενο όριο απουσιών να μένουν στην ίδια τάξη...), ο επίσημος ΣΥΡΙΖΑ, έσπευσε να τις... προμοτάρει: ο εκπρόσωπος του κόμματος κ. Σκουρλέτης απεφάνθη δημοσίως πως “οι καταλήψεις είναι υγιής αντίδραση σε επιλογές που θέτουν ταξικούς (;) φραγμούς...”, η νεολαία του ΣΥΡΙΖΑ το προχώρησε λίγο παραπέρα διατρανώνοντας ότι “ οι καταλήψεις πρέπει να γίνουν αγώνας για ολόκληρη την κοινωνία...”, και την φιλοσοφικό-ανθρωπιστική διάσταση την διακήρυξε ο πρόεδρος της ΟΛΜΕ (και μέλος του ΣΥΡΙΖΑ...) κ. Θέμης Κοτσιφάκης, σημειώνοντας πως “οι μαθητές, μέσω των κινητοποιήσεων, γίνονται καλύτεροι άνθρωποι...”! Όπερ έδει δείξαι....
“Μεγάλη αναταραχή, υπέροχη κατάσταση...”, κατά πως θα λέει και η μαοϊκή συνιστώσα (δεν μπορεί, θα υπάρχει...)του ΣΥΡΙΖΑ. Και συνεπής στην γνωστή επιμονή του κόμματος στην “κινηματική υπερδραστηριότητα”, που στοχεύει, μεταξύ των άλλων, και στην κεφαλαιοποίηση της οργής, απόγνωσης και ανασφάλειας της κοινωνίας. Δεν πρωτοτυπεί, άλλωστε, το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης σ' αυτήν την οργανωμένη αντίδραση σε κάθε μορφής “κανονικότητα”, που ίσως μας φέρει ένα βήμα πιο μπροστά. Έτσι έκαναν και τα σημερινά συγκυβερνούντα κόμματα, ως αξιωματική αντιπολίτευση: το ύστερο ΠΑΣΟΚ του Αντρέα “θα ακύρωνε” όποια συμφωνία και ιδιωτικοποίηση έκανε η κυβέρνηση Μητσοτάκη”, το ΠΑΣΟΚ του ΓΑΠ κατέβαινε στο λιμάνι κραυγάζοντας συνθήματα κατά της κινέζικης COSCO, που θα την ... έδιωχνε μόλις γινόταν αυτό κυβέρνηση, ο Σαμαράς... κατήγγειλε στα Ζάππεια το μνημόνιο και διαφήμιζε την φιλοσοφική λίθο για την άμεση ανάπτυξη...
Μόνο που καιρός φέρνει τα λάχανα, καιρός τα παραπούλια. Και μόνο οι πάλαι ποτέ σοβιετικοί εγκέφαλοι επέμεναν πώς “αν η πραγματικότητα δεν συμφωνούσε με τις αποφάσεις τους... τόσο το χειρότερο για την πραγματικότητα!” Η “μεγάλη αναταραχή” (και οι υποσχέσεις και “δεσμεύσεις” για όλα και προς όλους), είναι “ωραία κατάσταση” όσο οι ευθύνες και οι αποφάσεις, η καυτή πατάτα, βρίσκεται στα χέρα άλλων. Και οι “άλλοι”, όταν κραύγαζαν και συμπεριφέρονταν αντιπολιτευτικά ως... ΣΥΡΙΖΑ, είχαν την δυνατότητα να “εξιλεώνονται” έναντι των υποσχέσεων τους επειδή “παρέλαβαν καμμένη γη”, αλλά και την καταστροφική, όπως αποδείχθηκε, “εναλλακτική” να κανακεύουν τον κόσμο που ψάρευαν για την ψήφο του, με δανεικά λεφτά και επίπλαστη ευμάρεια...
΄Άλλαξαν τα πράγματα. Πέρασαν ανεπιστρεπτί οι περίοδοι των “παχέων αγελάδων” (των δανεικών...) ώστε να μπορούν να εξοφληθούν με χρέωση... στο μέλλον, λευκές επιταγές. Η κοινωνία έφθασε στα όριά της, και απελπισμένη προσδοκά, χωρίς λογική ενδεχομένως αλλά με σαφέστατη εκδικητική διάθεση, να εισπράξει ( μερικώς, έστω...) τα υπεσχημένα. Κι' όποιος δεν θα μπορέσει “να παραδώσει” τα υπεσχημένα, θα γνωρίσει από πρώτο χέρι και πολύ οδυνηρά τι πραγματικά σημαίνει “μεγάλη αναταραχή”. Από τους καταληψίες μαθητές, τους “αντάρτες” φοιτητές, τους μισθωτούς και συνταξιούχους, τους ανέργους, αυτούς που πουλάνε τα σπίτια τους για να πληρώσουν φόρους(και περιμένουν την πλήρη κατάργηση του ΕΝΦΙΑ...), τους εκτός δημόσιας υγείας τους... τους... τους πάντες όλους!
ΠΗΓΗ iefimerida.gr
Το εντυπωσιακό είναι ότι κάποιοι το θεωρούν εξυπνάδα!
Κανείς δεν μπορεί να ξέρει με σιγουριά, αν και κατά πόσο ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται πίσω από τις τελευταίες μέσω... sms καταλήψεις σε γυμνάσια και λύκεια. Πρέπει, πάντως, να του πιστώσουμε ότι κάνει ότι καλύτερο μπορεί για να τις καπηλευθεί, να στείλει ένα ακόμη μήνυμα του ριζοσπαστισμού και της “επαναστατικότητας” του.
Είδε πως δεν του πολυβγαίνει η αναταραχή στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, με τους αποκλεισμούς των πρυτανικών αρχών και τα ενώπιον τηλεοράσεως νταηλίκια των κομματικών εγκάθετων στην φοιτητική κοινότητα (που, άλλωστε, ουδέποτε αποκήρυξε η σχολίασε έστω αρνητικά), λόγω της σθεναρής και αποφασιστικής στάσης κάποιων νέων πρυτάνεων, και επέλεξε να...κατέβει σε χαμηλότερη “πίστα”-αυτή των μαθητών!
Έτσι, λοιπόν, πριν οι καταλήψεις αρχίσουν να φθίνουν (μετά την απειλή ότι οι χαμένες μέρες θ' αντικατασταθούν με μείωση ημερών από τις γιορτινές και καλοκαιρινές διακοπές, και την εξεταζόμενη σκέψη όσοι μαθητές καταληψίες ξεπεράσουν το επιτρεπόμενο όριο απουσιών να μένουν στην ίδια τάξη...), ο επίσημος ΣΥΡΙΖΑ, έσπευσε να τις... προμοτάρει: ο εκπρόσωπος του κόμματος κ. Σκουρλέτης απεφάνθη δημοσίως πως “οι καταλήψεις είναι υγιής αντίδραση σε επιλογές που θέτουν ταξικούς (;) φραγμούς...”, η νεολαία του ΣΥΡΙΖΑ το προχώρησε λίγο παραπέρα διατρανώνοντας ότι “ οι καταλήψεις πρέπει να γίνουν αγώνας για ολόκληρη την κοινωνία...”, και την φιλοσοφικό-ανθρωπιστική διάσταση την διακήρυξε ο πρόεδρος της ΟΛΜΕ (και μέλος του ΣΥΡΙΖΑ...) κ. Θέμης Κοτσιφάκης, σημειώνοντας πως “οι μαθητές, μέσω των κινητοποιήσεων, γίνονται καλύτεροι άνθρωποι...”! Όπερ έδει δείξαι....
“Μεγάλη αναταραχή, υπέροχη κατάσταση...”, κατά πως θα λέει και η μαοϊκή συνιστώσα (δεν μπορεί, θα υπάρχει...)του ΣΥΡΙΖΑ. Και συνεπής στην γνωστή επιμονή του κόμματος στην “κινηματική υπερδραστηριότητα”, που στοχεύει, μεταξύ των άλλων, και στην κεφαλαιοποίηση της οργής, απόγνωσης και ανασφάλειας της κοινωνίας. Δεν πρωτοτυπεί, άλλωστε, το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης σ' αυτήν την οργανωμένη αντίδραση σε κάθε μορφής “κανονικότητα”, που ίσως μας φέρει ένα βήμα πιο μπροστά. Έτσι έκαναν και τα σημερινά συγκυβερνούντα κόμματα, ως αξιωματική αντιπολίτευση: το ύστερο ΠΑΣΟΚ του Αντρέα “θα ακύρωνε” όποια συμφωνία και ιδιωτικοποίηση έκανε η κυβέρνηση Μητσοτάκη”, το ΠΑΣΟΚ του ΓΑΠ κατέβαινε στο λιμάνι κραυγάζοντας συνθήματα κατά της κινέζικης COSCO, που θα την ... έδιωχνε μόλις γινόταν αυτό κυβέρνηση, ο Σαμαράς... κατήγγειλε στα Ζάππεια το μνημόνιο και διαφήμιζε την φιλοσοφική λίθο για την άμεση ανάπτυξη...
Μόνο που καιρός φέρνει τα λάχανα, καιρός τα παραπούλια. Και μόνο οι πάλαι ποτέ σοβιετικοί εγκέφαλοι επέμεναν πώς “αν η πραγματικότητα δεν συμφωνούσε με τις αποφάσεις τους... τόσο το χειρότερο για την πραγματικότητα!” Η “μεγάλη αναταραχή” (και οι υποσχέσεις και “δεσμεύσεις” για όλα και προς όλους), είναι “ωραία κατάσταση” όσο οι ευθύνες και οι αποφάσεις, η καυτή πατάτα, βρίσκεται στα χέρα άλλων. Και οι “άλλοι”, όταν κραύγαζαν και συμπεριφέρονταν αντιπολιτευτικά ως... ΣΥΡΙΖΑ, είχαν την δυνατότητα να “εξιλεώνονται” έναντι των υποσχέσεων τους επειδή “παρέλαβαν καμμένη γη”, αλλά και την καταστροφική, όπως αποδείχθηκε, “εναλλακτική” να κανακεύουν τον κόσμο που ψάρευαν για την ψήφο του, με δανεικά λεφτά και επίπλαστη ευμάρεια...
΄Άλλαξαν τα πράγματα. Πέρασαν ανεπιστρεπτί οι περίοδοι των “παχέων αγελάδων” (των δανεικών...) ώστε να μπορούν να εξοφληθούν με χρέωση... στο μέλλον, λευκές επιταγές. Η κοινωνία έφθασε στα όριά της, και απελπισμένη προσδοκά, χωρίς λογική ενδεχομένως αλλά με σαφέστατη εκδικητική διάθεση, να εισπράξει ( μερικώς, έστω...) τα υπεσχημένα. Κι' όποιος δεν θα μπορέσει “να παραδώσει” τα υπεσχημένα, θα γνωρίσει από πρώτο χέρι και πολύ οδυνηρά τι πραγματικά σημαίνει “μεγάλη αναταραχή”. Από τους καταληψίες μαθητές, τους “αντάρτες” φοιτητές, τους μισθωτούς και συνταξιούχους, τους ανέργους, αυτούς που πουλάνε τα σπίτια τους για να πληρώσουν φόρους(και περιμένουν την πλήρη κατάργηση του ΕΝΦΙΑ...), τους εκτός δημόσιας υγείας τους... τους... τους πάντες όλους!
ΠΗΓΗ iefimerida.gr
ΣΧΟΛΙΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ :
Χρησιμοποιώ την συγκεκριμένη φωτογραφία γιατί μου έκανε μεγάλη εντύπωση.
Αναρωτιέμαι τι κατάλαβαν αυτοί που το έγραψαν...
Προσωπικά, το θεωρώ ως την επιτομή της ηλιθιότητας και τον πάτο της σημερινής παιδείας.Το εντυπωσιακό είναι ότι κάποιοι το θεωρούν εξυπνάδα!
Δευτέρα 10 Νοεμβρίου 2014
Η κοινωνία μας χρειάζεται μάλλον ψυχανάλυση...
Γράφει ο Φώτης Γεωργελές
Κατεβαίνω την Ακαδημίας και βλέπω στο πανεπιστήμιο το σύνθημα «Ψωμί, παιδεία, ελευθερία». Ένα σύνθημα τουλάχιστον 41 χρόνων παλιό. Πρέπει να γράψω κάτι για όσα συμβαίνουν στα πανεπιστήμια, για την παρακμή, τις αδυσώπητες κομματικές μάχες για εξουσία και ευρωπαϊκά προγράμματα, δηλαδή χρήμα. Αλλά όταν βλέπω από κάτω το σύνθημα «Λαός και νεολαία τσακίζουν τις σύγχρονες χούντες», δεν θέλω να γράψω κανένα πολιτικό επιχείρημα, δεν μ’ ενδιαφέρει καμία πολιτική αντιπαράθεση με το λογικά αδιανόητο. Το μόνο που μου ’ρχεται αυθόρμητα στο στόμα είναι ένα σαρκαστικό, σιγά, ρε φίλε, μη σκίσεις κανένα καλσόν.
Κι όταν εμένα, ενός μεγάλου, τα υποτιθέμενα νεανικά συνθήματα μου φαίνονται τόσο σκονισμένα, τόσο συντηρητικά, μισού αιώνα παλιά, τότε έχουμε πρόβλημα. Πρόβλημα μεγαλύτερο από το πολιτικό.
Έπειτα βλέπω αυτή τη φωτογραφία στις εφημερίδες.
Και την κοιτάζω ώρα γιατί είναι μια φωτογραφία που με σοκάρει. Γιατί αυτή η φωτογραφία αναδύει μόνο υστερία. Τι θα κάνουν δηλαδή αυτοί οι άνθρωποι αν κάτι πραγματικά οδυνηρό συμβεί στη ζωή τους; Γιατί αυτή η φωτογραφία δείχνει ότι οι πρωταγωνιστές έχουν ταυτιστεί με το ρόλο τους, πιστεύουν πράγματι ότι ζουν μεγαλειώδεις στιγμές, αντιμετωπίζουν σύγχρονες χούντες στο πεζοδρόμιο της Πανεπιστημίου με τους φρέντο από το Starbucks στο χέρι. Και αν πιστεύεις ακράδαντα ότι η πραγματικότητα είναι έτσι όπως εσύ την έχεις στο μυαλό σου, τότε, ως γνωστόν, τα αποτελέσματα μπορεί να είναι τα ίδια, σαν να ’ναι η πραγματικότητα του μυαλού σου αληθινή.
Πώς έφτασε αυτή η κοινωνία να απομακρύνεται όλο και περισσότερο από την πραγματικότητα, να φτιάχνει μια δική της, βολική, εύκολη αλλά ανύπαρκτη; Το καλλιεργεί πάνω από 20 χρόνια. Από την εποχή της πλαστικής ευδαιμονίας με δανεικά χρήματα. Όλα ήταν δυνατά, the sky is the limit. Όλοι θέλαμε να είμαστε πλούσιοι και διάσημοι, όλοι είχαν δικαίωμα σε μια εύκολη ζωή, όλοι έπρεπε να έχουμε το μερίδιό μας στα 15 δευτερόλεπτα δημοσιότητας. Ήμασταν τραγουδιστές γιατί πηγαίναμε στα τάλεντ σόου, επώνυμοι γιατί κλεινόμασταν σ’ ένα σπίτι, όλοι έπρεπε να βρεθούμε σε μια φωτογραφία γυαλιστερού περιοδικού, να είμαστε το τριήμερο «περνάτε καλά; Μύκονοοοος». Δεν υπήρχαν περιορισμοί, υποχρεώσεις, μόνο κεκτημένα δικαιώματα. Η αξία της εργασίας, της παραγωγής, του ταλέντου έγιναν ανύπαρκτες έννοιες, άχρηστες, υποτιμητικές, αρκούσε η αναγνωρισιμότητα. Για μεγάλο μέρος της κοινωνίας μας αυτός ο ψεύτικος κόσμος ήταν ο μόνος κόσμος που ήξερε, δεν θυμόταν άλλον. Κανείς δεν ήθελε να ξέρει ότι οφειλόταν σε δανεικά και ευρωπαϊκά πακέτα Ντελόρ, ότι χωρίς αυτά η οικονομική μας παραγωγή θα ισοδυναμούσε με ένα επίπεδο ζωής όπως της Βουλγαρίας. Το θέμα είναι να περνάς καλά. Καλή σας απόλαυση.
Έπειτα ήρθε η καταιγίδα του ίντερνετ. Οι πανωλεθρίαμβοι 42 ιντσών της τηλεόρασης πολλαπλασιάστηκαν στις μικρές οθόνες των υπολογιστών. Οι ρόλοι και τα δράματα σειρών δωματίου και ριάλιτι σόου της τηλεόρασης των 90s έγιναν ανεξέλεγκτα, πολλαπλασιάστηκαν σε χιλιάδες «προσωπικά προφίλ». Επισήμως τώρα πια ο καθένας δημιουργούσε το ρόλο της ζωής του, έφτιαχνε το avatar που ονειρευόταν. Όλα ακόμα πιο κραυγαλέα για να ξεχωρίσουν στο αχανές διάστημα του διαδικτύου. Υπερχείλιση συναισθημάτων, μελοδραματισμός μέχρι ναυτίας, αδυσώπητες συγκρούσεις στα πληκτρολόγια. Έγινε χαμός πάλι χθες. Πού έγινε ο χαμός και δεν πήρα είδηση; Στο φέισμπουκ.
Μάχες, φίλοι και εχθροί, σκληρές συγκρούσεις, χεράκι πάνω επιδοκιμασία, χεράκι κάτω μίσος, νικητές και ηττημένοι, στρατοί της νύχτας, διάσημοι εσωτερικού χώρου, άυλοι πόλεμοι, ρόλοι. Ξανά ρόλοι. Σ’ αυτό τον κόσμο όλοι έγραφαν, όλοι έλεγαν, όλοι θύμωναν, όλοι αγανακτούσαν. Κανείς δεν έκανε κάτι. Πολλοί μιλάνε και λίγοι κάνουν πράγματα, το πρόβλημα της χώρας.
Τέλος, ήρθε η οικονομική κρίση και μας αποτελείωσε. Ο συντηρητικός λαϊκισμός, για να διασώσει το χρεοκοπημένο σύστημα, πλάσαρε τη θυματοποίηση. Καλά ήμασταν, καλά περνούσαμε, μέχρι που ήρθαν οι κακοί, οι Ευρωπαίοι, η Μέρκελ, οι τρόικες, οι τοκογλύφοι και μας απειλούν, συνωμοτούν εναντίον μας και θέλουν να μας πάρουν τον ελληνικό τρόπο ζωής, αυτόν που μεγαλούργησε στα νάιλον χρόνια. Εμείς, θύματα της επίθεσης των «ξένων», δεν χρειάζεται να κάνουμε τίποτα, μόνο να αντισταθούμε στις σύγχρονες χούντες, στους κατακτητές, στους δοσίλογους, ψυχή βαθιά και ραντεβού στα γουναράδικα. Κάτω τα χέρια από την παλιά Ελλάδα. Δεν χρειάζεται να διορθώσουμε τίποτα, να δημιουργήσουμε τίποτα, να παράγουμε κάτι, να αλλάξουμε τους εαυτούς μας, να εφεύρουμε ένα νέο τρόπο βιώσιμης ζωής. Αντίθετα. Η κυρίαρχη ιδεολογία, από τα άκρα δεξιά ως τα άκρα αριστερά, ένα μόνο πράγμα λέει: Να αντισταθούμε, να διατηρήσουμε όσα μπορούμε περισσότερα από την παλιά Ελλάδα που χρεοκόπησε. Πέντε χρόνια παράγουμε Αντίσταση αντί για νέες δουλειές. Πέντε χρόνια όλοι οι επαγγελματικοί κλάδοι λένε ένα πράγμα: «Να μην περάσει». 5 χρόνια η κοινωνία παράγει «αγώνες» και αγωνιστές. Κατηγορεί σε όλους τους τόνους τη μεταπολίτευση, τα κόμματα της μεταπολίτευσης και συγχρόνως δίνει μάχες για να μην αλλάξει τίποτα από τη μεταπολίτευση. Και το χειρότερο, ούτε καν καταλαβαίνει πόσο σουρεαλιστική είναι η στάση της. Μάτια ερμητικά κλειστά.
Πριν από τα πολιτικά σχέδια, η κοινωνία μας χρειάζεται μάλλον ψυχανάλυση. Να ανοίξει διάπλατα τα μάτια και να αντικρίσει τον εαυτό της. Να αντιμετωπίσει τον εαυτό της. Με τα παλιά παραμύθια δεν φτιάχνονται καινούργιες ιστορίες.
Κατεβαίνω την Ακαδημίας και βλέπω στο πανεπιστήμιο το σύνθημα «Ψωμί, παιδεία, ελευθερία». Ένα σύνθημα τουλάχιστον 41 χρόνων παλιό. Πρέπει να γράψω κάτι για όσα συμβαίνουν στα πανεπιστήμια, για την παρακμή, τις αδυσώπητες κομματικές μάχες για εξουσία και ευρωπαϊκά προγράμματα, δηλαδή χρήμα. Αλλά όταν βλέπω από κάτω το σύνθημα «Λαός και νεολαία τσακίζουν τις σύγχρονες χούντες», δεν θέλω να γράψω κανένα πολιτικό επιχείρημα, δεν μ’ ενδιαφέρει καμία πολιτική αντιπαράθεση με το λογικά αδιανόητο. Το μόνο που μου ’ρχεται αυθόρμητα στο στόμα είναι ένα σαρκαστικό, σιγά, ρε φίλε, μη σκίσεις κανένα καλσόν.
Κι όταν εμένα, ενός μεγάλου, τα υποτιθέμενα νεανικά συνθήματα μου φαίνονται τόσο σκονισμένα, τόσο συντηρητικά, μισού αιώνα παλιά, τότε έχουμε πρόβλημα. Πρόβλημα μεγαλύτερο από το πολιτικό.
Έπειτα βλέπω αυτή τη φωτογραφία στις εφημερίδες.
Και την κοιτάζω ώρα γιατί είναι μια φωτογραφία που με σοκάρει. Γιατί αυτή η φωτογραφία αναδύει μόνο υστερία. Τι θα κάνουν δηλαδή αυτοί οι άνθρωποι αν κάτι πραγματικά οδυνηρό συμβεί στη ζωή τους; Γιατί αυτή η φωτογραφία δείχνει ότι οι πρωταγωνιστές έχουν ταυτιστεί με το ρόλο τους, πιστεύουν πράγματι ότι ζουν μεγαλειώδεις στιγμές, αντιμετωπίζουν σύγχρονες χούντες στο πεζοδρόμιο της Πανεπιστημίου με τους φρέντο από το Starbucks στο χέρι. Και αν πιστεύεις ακράδαντα ότι η πραγματικότητα είναι έτσι όπως εσύ την έχεις στο μυαλό σου, τότε, ως γνωστόν, τα αποτελέσματα μπορεί να είναι τα ίδια, σαν να ’ναι η πραγματικότητα του μυαλού σου αληθινή.
Πώς έφτασε αυτή η κοινωνία να απομακρύνεται όλο και περισσότερο από την πραγματικότητα, να φτιάχνει μια δική της, βολική, εύκολη αλλά ανύπαρκτη; Το καλλιεργεί πάνω από 20 χρόνια. Από την εποχή της πλαστικής ευδαιμονίας με δανεικά χρήματα. Όλα ήταν δυνατά, the sky is the limit. Όλοι θέλαμε να είμαστε πλούσιοι και διάσημοι, όλοι είχαν δικαίωμα σε μια εύκολη ζωή, όλοι έπρεπε να έχουμε το μερίδιό μας στα 15 δευτερόλεπτα δημοσιότητας. Ήμασταν τραγουδιστές γιατί πηγαίναμε στα τάλεντ σόου, επώνυμοι γιατί κλεινόμασταν σ’ ένα σπίτι, όλοι έπρεπε να βρεθούμε σε μια φωτογραφία γυαλιστερού περιοδικού, να είμαστε το τριήμερο «περνάτε καλά; Μύκονοοοος». Δεν υπήρχαν περιορισμοί, υποχρεώσεις, μόνο κεκτημένα δικαιώματα. Η αξία της εργασίας, της παραγωγής, του ταλέντου έγιναν ανύπαρκτες έννοιες, άχρηστες, υποτιμητικές, αρκούσε η αναγνωρισιμότητα. Για μεγάλο μέρος της κοινωνίας μας αυτός ο ψεύτικος κόσμος ήταν ο μόνος κόσμος που ήξερε, δεν θυμόταν άλλον. Κανείς δεν ήθελε να ξέρει ότι οφειλόταν σε δανεικά και ευρωπαϊκά πακέτα Ντελόρ, ότι χωρίς αυτά η οικονομική μας παραγωγή θα ισοδυναμούσε με ένα επίπεδο ζωής όπως της Βουλγαρίας. Το θέμα είναι να περνάς καλά. Καλή σας απόλαυση.
Έπειτα ήρθε η καταιγίδα του ίντερνετ. Οι πανωλεθρίαμβοι 42 ιντσών της τηλεόρασης πολλαπλασιάστηκαν στις μικρές οθόνες των υπολογιστών. Οι ρόλοι και τα δράματα σειρών δωματίου και ριάλιτι σόου της τηλεόρασης των 90s έγιναν ανεξέλεγκτα, πολλαπλασιάστηκαν σε χιλιάδες «προσωπικά προφίλ». Επισήμως τώρα πια ο καθένας δημιουργούσε το ρόλο της ζωής του, έφτιαχνε το avatar που ονειρευόταν. Όλα ακόμα πιο κραυγαλέα για να ξεχωρίσουν στο αχανές διάστημα του διαδικτύου. Υπερχείλιση συναισθημάτων, μελοδραματισμός μέχρι ναυτίας, αδυσώπητες συγκρούσεις στα πληκτρολόγια. Έγινε χαμός πάλι χθες. Πού έγινε ο χαμός και δεν πήρα είδηση; Στο φέισμπουκ.
Μάχες, φίλοι και εχθροί, σκληρές συγκρούσεις, χεράκι πάνω επιδοκιμασία, χεράκι κάτω μίσος, νικητές και ηττημένοι, στρατοί της νύχτας, διάσημοι εσωτερικού χώρου, άυλοι πόλεμοι, ρόλοι. Ξανά ρόλοι. Σ’ αυτό τον κόσμο όλοι έγραφαν, όλοι έλεγαν, όλοι θύμωναν, όλοι αγανακτούσαν. Κανείς δεν έκανε κάτι. Πολλοί μιλάνε και λίγοι κάνουν πράγματα, το πρόβλημα της χώρας.
Τέλος, ήρθε η οικονομική κρίση και μας αποτελείωσε. Ο συντηρητικός λαϊκισμός, για να διασώσει το χρεοκοπημένο σύστημα, πλάσαρε τη θυματοποίηση. Καλά ήμασταν, καλά περνούσαμε, μέχρι που ήρθαν οι κακοί, οι Ευρωπαίοι, η Μέρκελ, οι τρόικες, οι τοκογλύφοι και μας απειλούν, συνωμοτούν εναντίον μας και θέλουν να μας πάρουν τον ελληνικό τρόπο ζωής, αυτόν που μεγαλούργησε στα νάιλον χρόνια. Εμείς, θύματα της επίθεσης των «ξένων», δεν χρειάζεται να κάνουμε τίποτα, μόνο να αντισταθούμε στις σύγχρονες χούντες, στους κατακτητές, στους δοσίλογους, ψυχή βαθιά και ραντεβού στα γουναράδικα. Κάτω τα χέρια από την παλιά Ελλάδα. Δεν χρειάζεται να διορθώσουμε τίποτα, να δημιουργήσουμε τίποτα, να παράγουμε κάτι, να αλλάξουμε τους εαυτούς μας, να εφεύρουμε ένα νέο τρόπο βιώσιμης ζωής. Αντίθετα. Η κυρίαρχη ιδεολογία, από τα άκρα δεξιά ως τα άκρα αριστερά, ένα μόνο πράγμα λέει: Να αντισταθούμε, να διατηρήσουμε όσα μπορούμε περισσότερα από την παλιά Ελλάδα που χρεοκόπησε. Πέντε χρόνια παράγουμε Αντίσταση αντί για νέες δουλειές. Πέντε χρόνια όλοι οι επαγγελματικοί κλάδοι λένε ένα πράγμα: «Να μην περάσει». 5 χρόνια η κοινωνία παράγει «αγώνες» και αγωνιστές. Κατηγορεί σε όλους τους τόνους τη μεταπολίτευση, τα κόμματα της μεταπολίτευσης και συγχρόνως δίνει μάχες για να μην αλλάξει τίποτα από τη μεταπολίτευση. Και το χειρότερο, ούτε καν καταλαβαίνει πόσο σουρεαλιστική είναι η στάση της. Μάτια ερμητικά κλειστά.
Πριν από τα πολιτικά σχέδια, η κοινωνία μας χρειάζεται μάλλον ψυχανάλυση. Να ανοίξει διάπλατα τα μάτια και να αντικρίσει τον εαυτό της. Να αντιμετωπίσει τον εαυτό της. Με τα παλιά παραμύθια δεν φτιάχνονται καινούργιες ιστορίες.
ΠΗΓΗ athensvoice.gr
Δευτέρα 20 Οκτωβρίου 2014
Ο σοβαρός κίνδυνος του λαϊκού παραλογισμού...
του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Η μεταπολιτευτική διακυβέρνηση της χώρας υπήρξε καταστροφική και οι λόγοι που συνέβαλαν στο γεγονός αυτό είναι συγκεκριμένοι και ενδεικτικοί της τεράστιας ανευθυνότητας των εγχώριων πολιτικών δυνάμεων. Μετά την πτώση της δικτατορίας και σε μιαν Ευρώπη που βρισκόταν σε φάση μετασχηματισμού, η Ελλάδα, χάρη στις προσπάθειες και το αδιαμφισβήτητο κύρος του Κωνσταντίνου Καραμανλή, είχε την τύχη να γίνει πλήρες μέλος της τότε Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, με πολιτικά κριτήρια, αλλά με την υπόσχεση των υπευθύνων για την διακυβέρνησή της ότι θα έπρατταν τα δέοντα ώστε η χώρα και οι δομές της να προσαρμοσθούν –στο μέτρο του δυνατού– στην τότε κοινοτική πραγματικότητα.
Το έργο αυτό ήταν τιτάνιο, ωστόσο μπορούσε να επιτευχθεί αν οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας επέλεγαν τον δρόμο της ευρωπαϊκής προσαρμογής και της οικονομικής αναδιάρθρωσης. Δυστυχώς, κάτι τέτοιο δεν έγινε. Αντίθετα, οι πολιτικές δυνάμεις δημιούργησαν θέμα ευρωπαϊκού προσανατολισμού της χώρας και κατάφεραν να διαιρέσουν τον ελληνικό λαό, όχι χωρίς σοβαρές αρνητικές συνέπειες για την οικονομία και τις δομές της. Πλήρως ανεύθυνος και τραγικός στις συνέπειές του υπήρξε, από το 1981 και μετά, ο ρόλος του Ανδρέα Παπανδρέου και του ΠΑΣΟΚ, το οποίο, από την στιγμή που ανήλθε στην εξουσία τον Οκτώβριο του 1981, άρχισε να εφαρμόζει μία οικονομική πολιτική αναδιανομής πλούτου με δανεικά, που σταδιακά οδήγησε στα ακόλουθα τέσσερα, δραματικά σήμερα, φαινόμενα:
*η αποβιομηχάνιση, η αποεπένδυση και ο υπερκαταναλωτισμός,
*η ιδιωτική υπερχρέωση, με παράλληλη υποχώρηση των ιδιωτικών και ξένων άμεσων επενδύσεων,
*η απίθανη εξάρτηση από τις εισαγωγές, με παρασιτοποίηση ισχυρού ποσοστού της κοινωνίας,
*η διόγκωση του Δημοσίου, με παράλληλη άνοδο της διαφθοράς και της παραοικονομίας.
Ακόμα χειρότερα, στο πλαίσιο αυτού του μοντέλου, η αναδιανομή πλούτου με δανεικά υπονόμευσε την μεσαία τάξη γιατί, αφ’ ενός, δημιούργησε νέα τζάκια νεόπλουτων κρατικοδίαιτων και αντιπαραγωγικών τάξεων και, αφ’ ετέρου, οδήγησε μεγάλο τμήμα του πληθυσμού στην πλήρη αδράνεια μέσω δανεικών παρασιτικών εισοδημάτων. Αυτό το τμήμα σήμερα μαστίζεται από την ανεργία, είναι δε ανίκανο να βγει από την κατάσταση αυτή διότι ποτέ δεν εργάστηκε παραγωγικά και στην παρούσα φάση είναι ανεπίδεκτο νέου επαγγελματικού προσανατολισμού.
Από πολιτικής πλευράς, αυτό το τμήμα του πληθυσμού είναι εξαιρετικά επικίνδυνο γιατί εύκολα μετακινείται προς ακραίες πολιτικές παρατάξεις –που σήμερα στην Ελλάδα είναι το αποκαλούμενο φαιοκόκκινο μέτωπο. Το τελευταίο κυριολεκτικά αλωνίζει στην δημόσια διοίκηση και στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα (ΑΕΙ) και αξιοποιεί δύο από τις ωρολογιακές βόμβες που μετά το 1981 τέθηκαν στα θεμέλια της ελληνικής Πολιτείας.
Όπως επισημαίνει ο καθηγητής κ. Γιώργος Πρεβελάκης σε ένα ενδιαφέρον άρθρο του στην εφημερίδα «Εστία», η χώρα βιώνει, πέρα από την οικονομική κατάρρευση, και την πλήρη ανεπάρκεια της δημόσιας διοίκησής της. Στην τελευταία, η από πλευράς του ΠΑΣΟΚ κατάργηση της ιεραρχίας, η εισβολή των κομματικών μηχανισμών και η κατάλυση της αξιοκρατίας διέβρωσαν τις κρατικές υπηρεσίες. Ο κρατικός μηχανισμός, αντί να προστατεύει το Δημόσιο, διαμόρφωσε ίδια συμφέροντα, τα οποία υπερασπίζεται σθεναρά. Έχει ουσιαστικά αυτονομηθεί. Όχι μόνον δεν συνέδραμε την Πολιτεία για την διαχείριση της κρίσης, όχι μόνον απεδείχθη πλήρως αναποτελεσματικός, αλλά και αντιστάθηκε στις μεταρρυθμίσεις, συχνά με ανυπακοή. Ελλείψει αποτελεσματικού και νομιμόφρονος διοικητικού μηχανισμού, οι προσπάθειες –έσωθεν και έξωθεν– να αντιμετωπισθούν οι συνέπειες από την οικονομική έκρηξη ήταν καταδικασμένες.
Η δεύτερη ωρολογιακή βόμβα είναι η Παιδεία. Υπό την επίδραση αμερικανικών εκπαιδευτικών συρμών και με την υποστήριξη της αριστερής ιδεολογίας, του εκπαιδευτικού συνδικαλισμού και, συχνά, του γονικού νεοπλουτισμού, το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα έχασε ένα σημαντικό κεφάλαιο από την αποτελεσματικότητά του. Η εκπαίδευση εστίασε στην επαγγελματική ένταξη και, κατά συνέπεια, σε ό,τι θεωρείται ότι την προάγει. Καλλιέργησε κατά το δοκούν τις θετικές επιστήμες, αλλά αγνόησε την ανθρωπιστική διάσταση. Η ιστορία, η γεωγραφία, η τέχνη, η καλλιέπεια και ο τελετουργικός λόγος παραμελήθηκαν ή διαστρεβλώθηκαν. Η γλωσσική διδασκαλία υποβίβασε την ελληνική σε «χρηστική γλώσσα», με ισότιμο εταίρο την αγγλική –εξ ού και η «τολμηρή» ιδέα της τότε Επιτρόπου και μετέπειτα υπουργού Παιδείας να αναχθεί και η αγγλική σε επίσημη γλώσσα του Έθνους. Το εκπαιδευτικό σύστημα απαξίωσε την παράδοση –γλωσσική και όχι μόνον. Απέτυχε πλήρως να διαπλάσει μελλοντικούς πολίτες οι οποίοι να συμβάλουν παραγωγικά και ανανεωτικά στον βίο και την πολιτεία της Ελλάδος.
Σήμερα, λοιπόν, τουλάχιστον δύο γενεές έχουν διαπαιδαγωγηθεί ελλειμματικά, χωρίς προετοιμασία για τον ρόλο του υπεύθυνου πολίτη. Η πολιτική και κοινωνική σκέψη των περισσότερων νέων Ελλήνων πάσχει από βαθύτατα κενά σε ιστορική, φιλοσοφική και πολιτισμική παιδεία. Οι παλαιές πατριωτικές αναφορές, αντί να προσαρμοστούν στις νέες πραγματικότητες, έχουν απλώς υπονομευθεί. Οι Έλληνες νέοι καλούνται σήμερα να συμμετάσχουν με την κρίση και την ψήφο τους σε εξαιρετικά δύσκολες και σύνθετες συλλογικές αποφάσεις. Οφείλουν να διακρίνουν ανάμεσα στην πληροφόρηση και την παρα-πληροφόρηση, ανάμεσα στην δημαγωγία και τον πατριωτισμό, ανάμεσα στον λαϊκισμό και την υπεράσπιση των αδυνάτων. Αφοπλισμένοι πνευματικά, πώς να ανταποκριθούν σε τέτοιες προκλήσεις;
Οι πρώτες ενδείξεις είναι ανησυχητικές. Η επιτυχία των ακραίων πολιτικών δυνάμεων στους νέους, κυρίως η κινητικότητα ανάμεσα στα άκρα, αριστερά και δεξιά, δείχνει ότι απουσιάζει το πολιτικό έρμα που μόνον η στέρεη γενική παιδεία μπορεί να προσφέρει. Σήμερα αποκαλύπτεται de facto πόσο καταστροφικά έδρασαν οι παιδαγωγικές θεωρίες που κυριάρχησαν μετά την Μεταπολίτευση. Τί ωφελούν οι «δεξιότητες», όταν απουσιάζουν τα πνευματικά εργαλεία δια των οποίων οι πολίτες ασκούν με σύνεση τα πολιτικά και εκλογικά τους δικαιώματα; Η δημοκρατία και η πολιτική σταθερότητα αποτελούν βασικές προϋποθέσεις για την οικονομία, πολύ περισσότερο από τις πρακτικές γνώσεις –των οποίων, εξάλλου, η διάρκεια έχει ελαχιστοποιηθεί λόγω των ταχύτατων τεχνολογικών και οικονομικών μετασχηματισμών.
Όπως καταλαβαίνει κανείς, αυτές οι καταστάσεις από κάποιους δημιουργήθηκαν και από κάποιους άλλους συντηρήθηκαν. Και το ερώτημα που τίθεται είναι από ποιους μπορούν να αντιμετωπισθούν και να ξεπεραστούν, όταν στην Ελλάδα του 2014 καιροφυλακτεί η έκρηξη του λαϊκού παραλογισμού. Πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί η σύγχυση των νέων, όταν καθημερινά κατακλύζονται από πνευματικά απορρίμματα και από τον ολοκληρωτικού τύπου λαϊκισμό ανεύθυνων πολιτικών;
Το πρόβλημα είναι τεράστιο. Η σημερινή βαθειά οικονομική, κοινωνική και πολιτισμική κρίση που διέρχεται η χώρα δεν θα είναι αντιμετωπίσιμη αν αμέσως δεν βρεθούν και δεν εφαρμοσθούν λυσιτελείς δράσεις στο πολιτικό αδιέξοδο. Υπό αυτή την έννοια, τα φιλοευρωπαϊκά κόμματα και οι επικεφαλής τους ενέχουν τεράστιες ιστορικές ευθύνες και μόνον αν σταθούν επάξια απέναντί τους θα μπορέσουν να αλλάξουν το βαρύ και ενίοτε βορβορώδες κλίμα που διέπει την καθημερινή μας ζωή.
Η μεταπολιτευτική διακυβέρνηση της χώρας υπήρξε καταστροφική και οι λόγοι που συνέβαλαν στο γεγονός αυτό είναι συγκεκριμένοι και ενδεικτικοί της τεράστιας ανευθυνότητας των εγχώριων πολιτικών δυνάμεων. Μετά την πτώση της δικτατορίας και σε μιαν Ευρώπη που βρισκόταν σε φάση μετασχηματισμού, η Ελλάδα, χάρη στις προσπάθειες και το αδιαμφισβήτητο κύρος του Κωνσταντίνου Καραμανλή, είχε την τύχη να γίνει πλήρες μέλος της τότε Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, με πολιτικά κριτήρια, αλλά με την υπόσχεση των υπευθύνων για την διακυβέρνησή της ότι θα έπρατταν τα δέοντα ώστε η χώρα και οι δομές της να προσαρμοσθούν –στο μέτρο του δυνατού– στην τότε κοινοτική πραγματικότητα.
Το έργο αυτό ήταν τιτάνιο, ωστόσο μπορούσε να επιτευχθεί αν οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας επέλεγαν τον δρόμο της ευρωπαϊκής προσαρμογής και της οικονομικής αναδιάρθρωσης. Δυστυχώς, κάτι τέτοιο δεν έγινε. Αντίθετα, οι πολιτικές δυνάμεις δημιούργησαν θέμα ευρωπαϊκού προσανατολισμού της χώρας και κατάφεραν να διαιρέσουν τον ελληνικό λαό, όχι χωρίς σοβαρές αρνητικές συνέπειες για την οικονομία και τις δομές της. Πλήρως ανεύθυνος και τραγικός στις συνέπειές του υπήρξε, από το 1981 και μετά, ο ρόλος του Ανδρέα Παπανδρέου και του ΠΑΣΟΚ, το οποίο, από την στιγμή που ανήλθε στην εξουσία τον Οκτώβριο του 1981, άρχισε να εφαρμόζει μία οικονομική πολιτική αναδιανομής πλούτου με δανεικά, που σταδιακά οδήγησε στα ακόλουθα τέσσερα, δραματικά σήμερα, φαινόμενα:
*η αποβιομηχάνιση, η αποεπένδυση και ο υπερκαταναλωτισμός,
*η ιδιωτική υπερχρέωση, με παράλληλη υποχώρηση των ιδιωτικών και ξένων άμεσων επενδύσεων,
*η απίθανη εξάρτηση από τις εισαγωγές, με παρασιτοποίηση ισχυρού ποσοστού της κοινωνίας,
*η διόγκωση του Δημοσίου, με παράλληλη άνοδο της διαφθοράς και της παραοικονομίας.
Ακόμα χειρότερα, στο πλαίσιο αυτού του μοντέλου, η αναδιανομή πλούτου με δανεικά υπονόμευσε την μεσαία τάξη γιατί, αφ’ ενός, δημιούργησε νέα τζάκια νεόπλουτων κρατικοδίαιτων και αντιπαραγωγικών τάξεων και, αφ’ ετέρου, οδήγησε μεγάλο τμήμα του πληθυσμού στην πλήρη αδράνεια μέσω δανεικών παρασιτικών εισοδημάτων. Αυτό το τμήμα σήμερα μαστίζεται από την ανεργία, είναι δε ανίκανο να βγει από την κατάσταση αυτή διότι ποτέ δεν εργάστηκε παραγωγικά και στην παρούσα φάση είναι ανεπίδεκτο νέου επαγγελματικού προσανατολισμού.
Από πολιτικής πλευράς, αυτό το τμήμα του πληθυσμού είναι εξαιρετικά επικίνδυνο γιατί εύκολα μετακινείται προς ακραίες πολιτικές παρατάξεις –που σήμερα στην Ελλάδα είναι το αποκαλούμενο φαιοκόκκινο μέτωπο. Το τελευταίο κυριολεκτικά αλωνίζει στην δημόσια διοίκηση και στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα (ΑΕΙ) και αξιοποιεί δύο από τις ωρολογιακές βόμβες που μετά το 1981 τέθηκαν στα θεμέλια της ελληνικής Πολιτείας.
Όπως επισημαίνει ο καθηγητής κ. Γιώργος Πρεβελάκης σε ένα ενδιαφέρον άρθρο του στην εφημερίδα «Εστία», η χώρα βιώνει, πέρα από την οικονομική κατάρρευση, και την πλήρη ανεπάρκεια της δημόσιας διοίκησής της. Στην τελευταία, η από πλευράς του ΠΑΣΟΚ κατάργηση της ιεραρχίας, η εισβολή των κομματικών μηχανισμών και η κατάλυση της αξιοκρατίας διέβρωσαν τις κρατικές υπηρεσίες. Ο κρατικός μηχανισμός, αντί να προστατεύει το Δημόσιο, διαμόρφωσε ίδια συμφέροντα, τα οποία υπερασπίζεται σθεναρά. Έχει ουσιαστικά αυτονομηθεί. Όχι μόνον δεν συνέδραμε την Πολιτεία για την διαχείριση της κρίσης, όχι μόνον απεδείχθη πλήρως αναποτελεσματικός, αλλά και αντιστάθηκε στις μεταρρυθμίσεις, συχνά με ανυπακοή. Ελλείψει αποτελεσματικού και νομιμόφρονος διοικητικού μηχανισμού, οι προσπάθειες –έσωθεν και έξωθεν– να αντιμετωπισθούν οι συνέπειες από την οικονομική έκρηξη ήταν καταδικασμένες.
Η δεύτερη ωρολογιακή βόμβα είναι η Παιδεία. Υπό την επίδραση αμερικανικών εκπαιδευτικών συρμών και με την υποστήριξη της αριστερής ιδεολογίας, του εκπαιδευτικού συνδικαλισμού και, συχνά, του γονικού νεοπλουτισμού, το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα έχασε ένα σημαντικό κεφάλαιο από την αποτελεσματικότητά του. Η εκπαίδευση εστίασε στην επαγγελματική ένταξη και, κατά συνέπεια, σε ό,τι θεωρείται ότι την προάγει. Καλλιέργησε κατά το δοκούν τις θετικές επιστήμες, αλλά αγνόησε την ανθρωπιστική διάσταση. Η ιστορία, η γεωγραφία, η τέχνη, η καλλιέπεια και ο τελετουργικός λόγος παραμελήθηκαν ή διαστρεβλώθηκαν. Η γλωσσική διδασκαλία υποβίβασε την ελληνική σε «χρηστική γλώσσα», με ισότιμο εταίρο την αγγλική –εξ ού και η «τολμηρή» ιδέα της τότε Επιτρόπου και μετέπειτα υπουργού Παιδείας να αναχθεί και η αγγλική σε επίσημη γλώσσα του Έθνους. Το εκπαιδευτικό σύστημα απαξίωσε την παράδοση –γλωσσική και όχι μόνον. Απέτυχε πλήρως να διαπλάσει μελλοντικούς πολίτες οι οποίοι να συμβάλουν παραγωγικά και ανανεωτικά στον βίο και την πολιτεία της Ελλάδος.
Σήμερα, λοιπόν, τουλάχιστον δύο γενεές έχουν διαπαιδαγωγηθεί ελλειμματικά, χωρίς προετοιμασία για τον ρόλο του υπεύθυνου πολίτη. Η πολιτική και κοινωνική σκέψη των περισσότερων νέων Ελλήνων πάσχει από βαθύτατα κενά σε ιστορική, φιλοσοφική και πολιτισμική παιδεία. Οι παλαιές πατριωτικές αναφορές, αντί να προσαρμοστούν στις νέες πραγματικότητες, έχουν απλώς υπονομευθεί. Οι Έλληνες νέοι καλούνται σήμερα να συμμετάσχουν με την κρίση και την ψήφο τους σε εξαιρετικά δύσκολες και σύνθετες συλλογικές αποφάσεις. Οφείλουν να διακρίνουν ανάμεσα στην πληροφόρηση και την παρα-πληροφόρηση, ανάμεσα στην δημαγωγία και τον πατριωτισμό, ανάμεσα στον λαϊκισμό και την υπεράσπιση των αδυνάτων. Αφοπλισμένοι πνευματικά, πώς να ανταποκριθούν σε τέτοιες προκλήσεις;
Οι πρώτες ενδείξεις είναι ανησυχητικές. Η επιτυχία των ακραίων πολιτικών δυνάμεων στους νέους, κυρίως η κινητικότητα ανάμεσα στα άκρα, αριστερά και δεξιά, δείχνει ότι απουσιάζει το πολιτικό έρμα που μόνον η στέρεη γενική παιδεία μπορεί να προσφέρει. Σήμερα αποκαλύπτεται de facto πόσο καταστροφικά έδρασαν οι παιδαγωγικές θεωρίες που κυριάρχησαν μετά την Μεταπολίτευση. Τί ωφελούν οι «δεξιότητες», όταν απουσιάζουν τα πνευματικά εργαλεία δια των οποίων οι πολίτες ασκούν με σύνεση τα πολιτικά και εκλογικά τους δικαιώματα; Η δημοκρατία και η πολιτική σταθερότητα αποτελούν βασικές προϋποθέσεις για την οικονομία, πολύ περισσότερο από τις πρακτικές γνώσεις –των οποίων, εξάλλου, η διάρκεια έχει ελαχιστοποιηθεί λόγω των ταχύτατων τεχνολογικών και οικονομικών μετασχηματισμών.
Όπως καταλαβαίνει κανείς, αυτές οι καταστάσεις από κάποιους δημιουργήθηκαν και από κάποιους άλλους συντηρήθηκαν. Και το ερώτημα που τίθεται είναι από ποιους μπορούν να αντιμετωπισθούν και να ξεπεραστούν, όταν στην Ελλάδα του 2014 καιροφυλακτεί η έκρηξη του λαϊκού παραλογισμού. Πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί η σύγχυση των νέων, όταν καθημερινά κατακλύζονται από πνευματικά απορρίμματα και από τον ολοκληρωτικού τύπου λαϊκισμό ανεύθυνων πολιτικών;
Το πρόβλημα είναι τεράστιο. Η σημερινή βαθειά οικονομική, κοινωνική και πολιτισμική κρίση που διέρχεται η χώρα δεν θα είναι αντιμετωπίσιμη αν αμέσως δεν βρεθούν και δεν εφαρμοσθούν λυσιτελείς δράσεις στο πολιτικό αδιέξοδο. Υπό αυτή την έννοια, τα φιλοευρωπαϊκά κόμματα και οι επικεφαλής τους ενέχουν τεράστιες ιστορικές ευθύνες και μόνον αν σταθούν επάξια απέναντί τους θα μπορέσουν να αλλάξουν το βαρύ και ενίοτε βορβορώδες κλίμα που διέπει την καθημερινή μας ζωή.
ΠΗΓΗ EBR
Δευτέρα 13 Οκτωβρίου 2014
Το χρέος, τα μνημόνια και ο… ΣΥΡΙΖΑ!...
Γράφει ο Γιώργος Παπανικολάου
Άκουγα προ ημερών τον προβεβλημένο βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Νίκο Στρατούλη να μιλά -ξανά- για τη διαγραφή του ελληνικού χρέους, κι ομολογουμένως εντυπωσιάστηκα.
Ο δημοσιογράφος τον ρώτησε αν θα θεωρούσε ένα είδος έμμεσης διαγραφής και την επιμήκυνση που θέλει να διαπραγματευτεί η ελληνική κυβέρνηση, κι εκείνος απάντησε ότι η λύση της επιμήκυνσης δεν είναι θεμιτή, διότι το χρέος θα το πληρώσουν τα παιδιά και τα εγγόνια μας.
Πέρα από την άγνοια που υποδηλώνει η απάντηση σε ό,τι αφορά τη μείωση της πραγματικής αξίας ενός δανείου που επιφέρει η μεγάλη επιμήκυνση όταν συνοδεύεται από χαμηλά επιτόκια, ο κ. Στρατούλης εντυπωσίασε και με την ιδιότυπη «ηθική» αντιμετώπιση του θέματος.
Δεν είναι ηθικό να έχουν το βάρος του χρέους τα παιδιά μας, είναι όμως ηθικό να το επωμιστούν οι φορολογούμενοι των υπόλοιπων κρατών της ευρωζώνης, μεταξύ δε αυτών και οι «αδελφοί» Κύπριοι!
Πολύ φοβάμαι ότι την άποψη αυτή του κ. Στρατούλη δεν τη συμμερίζονται ούτε τα κοινοβούλια (που θα πρέπει να ψηφίσουν υπέρ της διαγραφής), αλλά ούτε και η κοινή γνώμη των περισσοτέρων από αυτά τα κράτη, αν όχι και όλων!
Κάποιοι βεβαίως θα σπεύσουν να αναφέρουν την περίπτωση της Γερμανίας, μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, προκειμένου να δικαιολογήσουν την προσμονή χαριστικών ρυθμίσεων. Μάλλον ηθελημένα, όμως, λησμονούν τις εντελώς διαφορετικές συνθήκες μεταξύ των δύο περιπτώσεων.
Η Γερμανία ήταν ο ηττημένος του μεγάλου πολέμου, ένα ισχυρό κράτος στα σύνορα της Δυτικής με την Ανατολική Ευρώπη, ένα κράτος που είχε διαμελιστεί και οι σύμμαχοι ήθελαν πάση θυσία να αποφύγουν τις συνθήκες που επικράτησαν εκεί μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο και οδήγησαν τελικά στην άνοδο του Χίτλερ.
Τίποτε από όλα αυτά δεν ισχύει στην ελληνική περίπτωση. Η Ελλάδα χρεοκόπησε πρωτίστως εξαιτίας της ανεύθυνης και καθαρά ψηφοθηρικής πολιτικής που ακολούθησαν εγχώριοι ηγέτες -και οι σύμβουλοί τους-, με κύριες αίτιες τη δημοσιονομική πολιτική (βλέπε δάνεια και δαπάνες) αλλά και την εγκατάλειψη της «παραγωγής» προς όφελος μιας καταναλωτικής οικονομίας με χαρακτηριστικά φούσκας.
Δεν ήταν απλώς αποτέλεσμα των ανισορροπιών μεταξύ Βορρά και Νότου, που όντως προκάλεσε ο σχηματισμός της ευρωζώνης, με τον τρόπο που έγινε. Γι' αυτό άλλωστε και η περίπτωσή της ήταν πολύ βαρύτερη σε σχέση με τον υπόλοιπο Νότο.
Όσο κράτησε βέβαια το «πάρτι» ήταν ωραίο. Διότι τότε το βιοτικό επίπεδο ανέβηκε αλματωδώς, κι αυτό βεβαίως δεν διέφυγε της προσοχής των ξένων εταίρων μας, η κοινή γνώμη των οποίων γνωρίζει πολύ καλά ότι η Ελλάδα έζησε αρκετά χρόνια επίπλαστης ευμάρειας, πριν οδεύσει προς την κατάρρευση.
Κι όπως εύκολα αντιλαμβάνεται οποιοσδήποτε, σε τέτοιες περιπτώσεις, η αλληλεγγύη δεν προσφέρεται απλόχερα.
Ουδείς, εν κατακλείδι, αμφιβάλλει ότι το ελληνικό χρέος είναι δυσβάστακτο και δύσκολα θα μπορούσε να αποπληρωθεί ως έχει. Πολιτικά όμως, υπό τις τρέχουσες συνθήκες, είναι πολύ πιο ρεαλιστικό να περάσει μια λύση «επιμήκυνσής» του (που αφήνει περιθώρια για μελλοντικούς περαιτέρω χειρισμούς), παρά μια λύση μερικής έστω διαγραφής.
Κι αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει, μόνο και μόνο διότι θα έρθει ο ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία και «θα διαπραγματευτεί πολύ σκληρά», όπως διατείνονται ο κ. Στρατούλης και άλλα στελέχη του.
Όπως δεν θα αλλάξει και η οπτική των ξένων για την επιτήρηση που θα πρέπει να έχει η Ελλάδα, ενόσω χρωστά αυτά τα ποσά, απλώς και μόνο διότι θα υπάρξει αλλαγή κυβέρνησης!
Όσοι πιστεύουν κάτι τέτοιο, όσοι πιστεύουν γενικώς ότι «θα έρθει ο Τσίπρας (ή οποιοσδήποτε άλλος) και θα «γλιτώσουμε από τα μνημόνια», με τον τρόπο που το εννοούν, ότι δεν θα έχουμε δηλαδή κάποια μορφή αυστηρής -αν και πολιτικά ίσως περισσότερο διακριτικής- επιτήρησης, απλώς εθελοτυφλούν!
Άλλωστε, για να είμαστε και ρεαλιστές, η σκληρή διαπραγμάτευση προϋποθέτει και μια σειρά όπλα. Ποια είναι ακριβώς αυτά τα όπλα, που δεν γνωρίζει η κυβέρνηση, αλλά τα ξέρει ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν μας τα έχει πει το επιτελείο του.
Διότι, ας μη γελιόμαστε, στη σημερινή συγκυρία, τυχόν απειλές για «οικειοθελή» έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη (μια… καραμέλα που είχε πέραση παλαιότερα) θα είχαν πολύ μεγαλύτερη επίπτωση στην ίδια τη χώρα, απ' ό,τι στους εταίρους της.
Σε κάθε περίπτωση άλλωστε, η αυτοκαταστροφή ούτε αποτελούσε, ούτε και αποτελεί λύση, για μια κοινωνία που αγωνιά να αυξήσει το βιοτικό της επίπεδο, κι όχι «να πέσει ηρωικά» υπέρ κάποιου απροσδιόριστου ιδεώδους.
Υπό αυτήν την έννοια, οι δηλώσεις του Αλέξη Τσίπρα ότι η κυβέρνηση δεν δικαιούται να διαπραγματεύεται, κι ότι δεν δεσμεύεται από το όποιο αποτέλεσμά τους (παρότι μόλις την Παρασκευή υπήρξε η λεγόμενη δεδηλωμένη) πέρα από αντισυνταγματικές είναι και άνευ ουσιαστικού αντικειμένου.
Αν βρεθεί στην εξουσία, περίπου τα ίδια θα αναγκαστεί να κάνει, εκτός κι αν θέλει να γίνουμε… Κούγκι.
Άκουγα προ ημερών τον προβεβλημένο βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Νίκο Στρατούλη να μιλά -ξανά- για τη διαγραφή του ελληνικού χρέους, κι ομολογουμένως εντυπωσιάστηκα.
Ο δημοσιογράφος τον ρώτησε αν θα θεωρούσε ένα είδος έμμεσης διαγραφής και την επιμήκυνση που θέλει να διαπραγματευτεί η ελληνική κυβέρνηση, κι εκείνος απάντησε ότι η λύση της επιμήκυνσης δεν είναι θεμιτή, διότι το χρέος θα το πληρώσουν τα παιδιά και τα εγγόνια μας.
Πέρα από την άγνοια που υποδηλώνει η απάντηση σε ό,τι αφορά τη μείωση της πραγματικής αξίας ενός δανείου που επιφέρει η μεγάλη επιμήκυνση όταν συνοδεύεται από χαμηλά επιτόκια, ο κ. Στρατούλης εντυπωσίασε και με την ιδιότυπη «ηθική» αντιμετώπιση του θέματος.
Δεν είναι ηθικό να έχουν το βάρος του χρέους τα παιδιά μας, είναι όμως ηθικό να το επωμιστούν οι φορολογούμενοι των υπόλοιπων κρατών της ευρωζώνης, μεταξύ δε αυτών και οι «αδελφοί» Κύπριοι!
Πολύ φοβάμαι ότι την άποψη αυτή του κ. Στρατούλη δεν τη συμμερίζονται ούτε τα κοινοβούλια (που θα πρέπει να ψηφίσουν υπέρ της διαγραφής), αλλά ούτε και η κοινή γνώμη των περισσοτέρων από αυτά τα κράτη, αν όχι και όλων!
Κάποιοι βεβαίως θα σπεύσουν να αναφέρουν την περίπτωση της Γερμανίας, μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, προκειμένου να δικαιολογήσουν την προσμονή χαριστικών ρυθμίσεων. Μάλλον ηθελημένα, όμως, λησμονούν τις εντελώς διαφορετικές συνθήκες μεταξύ των δύο περιπτώσεων.
Η Γερμανία ήταν ο ηττημένος του μεγάλου πολέμου, ένα ισχυρό κράτος στα σύνορα της Δυτικής με την Ανατολική Ευρώπη, ένα κράτος που είχε διαμελιστεί και οι σύμμαχοι ήθελαν πάση θυσία να αποφύγουν τις συνθήκες που επικράτησαν εκεί μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο και οδήγησαν τελικά στην άνοδο του Χίτλερ.
Τίποτε από όλα αυτά δεν ισχύει στην ελληνική περίπτωση. Η Ελλάδα χρεοκόπησε πρωτίστως εξαιτίας της ανεύθυνης και καθαρά ψηφοθηρικής πολιτικής που ακολούθησαν εγχώριοι ηγέτες -και οι σύμβουλοί τους-, με κύριες αίτιες τη δημοσιονομική πολιτική (βλέπε δάνεια και δαπάνες) αλλά και την εγκατάλειψη της «παραγωγής» προς όφελος μιας καταναλωτικής οικονομίας με χαρακτηριστικά φούσκας.
Δεν ήταν απλώς αποτέλεσμα των ανισορροπιών μεταξύ Βορρά και Νότου, που όντως προκάλεσε ο σχηματισμός της ευρωζώνης, με τον τρόπο που έγινε. Γι' αυτό άλλωστε και η περίπτωσή της ήταν πολύ βαρύτερη σε σχέση με τον υπόλοιπο Νότο.
Όσο κράτησε βέβαια το «πάρτι» ήταν ωραίο. Διότι τότε το βιοτικό επίπεδο ανέβηκε αλματωδώς, κι αυτό βεβαίως δεν διέφυγε της προσοχής των ξένων εταίρων μας, η κοινή γνώμη των οποίων γνωρίζει πολύ καλά ότι η Ελλάδα έζησε αρκετά χρόνια επίπλαστης ευμάρειας, πριν οδεύσει προς την κατάρρευση.
Κι όπως εύκολα αντιλαμβάνεται οποιοσδήποτε, σε τέτοιες περιπτώσεις, η αλληλεγγύη δεν προσφέρεται απλόχερα.
Ουδείς, εν κατακλείδι, αμφιβάλλει ότι το ελληνικό χρέος είναι δυσβάστακτο και δύσκολα θα μπορούσε να αποπληρωθεί ως έχει. Πολιτικά όμως, υπό τις τρέχουσες συνθήκες, είναι πολύ πιο ρεαλιστικό να περάσει μια λύση «επιμήκυνσής» του (που αφήνει περιθώρια για μελλοντικούς περαιτέρω χειρισμούς), παρά μια λύση μερικής έστω διαγραφής.
Κι αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει, μόνο και μόνο διότι θα έρθει ο ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία και «θα διαπραγματευτεί πολύ σκληρά», όπως διατείνονται ο κ. Στρατούλης και άλλα στελέχη του.
Όπως δεν θα αλλάξει και η οπτική των ξένων για την επιτήρηση που θα πρέπει να έχει η Ελλάδα, ενόσω χρωστά αυτά τα ποσά, απλώς και μόνο διότι θα υπάρξει αλλαγή κυβέρνησης!
Όσοι πιστεύουν κάτι τέτοιο, όσοι πιστεύουν γενικώς ότι «θα έρθει ο Τσίπρας (ή οποιοσδήποτε άλλος) και θα «γλιτώσουμε από τα μνημόνια», με τον τρόπο που το εννοούν, ότι δεν θα έχουμε δηλαδή κάποια μορφή αυστηρής -αν και πολιτικά ίσως περισσότερο διακριτικής- επιτήρησης, απλώς εθελοτυφλούν!
Άλλωστε, για να είμαστε και ρεαλιστές, η σκληρή διαπραγμάτευση προϋποθέτει και μια σειρά όπλα. Ποια είναι ακριβώς αυτά τα όπλα, που δεν γνωρίζει η κυβέρνηση, αλλά τα ξέρει ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν μας τα έχει πει το επιτελείο του.
Διότι, ας μη γελιόμαστε, στη σημερινή συγκυρία, τυχόν απειλές για «οικειοθελή» έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη (μια… καραμέλα που είχε πέραση παλαιότερα) θα είχαν πολύ μεγαλύτερη επίπτωση στην ίδια τη χώρα, απ' ό,τι στους εταίρους της.
Σε κάθε περίπτωση άλλωστε, η αυτοκαταστροφή ούτε αποτελούσε, ούτε και αποτελεί λύση, για μια κοινωνία που αγωνιά να αυξήσει το βιοτικό της επίπεδο, κι όχι «να πέσει ηρωικά» υπέρ κάποιου απροσδιόριστου ιδεώδους.
Υπό αυτήν την έννοια, οι δηλώσεις του Αλέξη Τσίπρα ότι η κυβέρνηση δεν δικαιούται να διαπραγματεύεται, κι ότι δεν δεσμεύεται από το όποιο αποτέλεσμά τους (παρότι μόλις την Παρασκευή υπήρξε η λεγόμενη δεδηλωμένη) πέρα από αντισυνταγματικές είναι και άνευ ουσιαστικού αντικειμένου.
Αν βρεθεί στην εξουσία, περίπου τα ίδια θα αναγκαστεί να κάνει, εκτός κι αν θέλει να γίνουμε… Κούγκι.
ΠΗΓΗ euro2day.gr
ΣΧΟΛΙΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ :
Για μένα, το πρόβλημα με τον ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται στην τελευταία φράση του παραπάνω κειμένου.
Για μένα, το πρόβλημα με τον ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται στην τελευταία φράση του παραπάνω κειμένου.
Ο ΣΥΡΙΖΑ μαζεύει ψηφοφόρους οι οποίοι είτε πιστεύουν αυτά που λέει και υπόσχεται, είτε καταλαβαίνουν ότι όλα αυτά είναι αερολογίες και τον ψηφίζουν επειδή ακριβώς δεν θα τα κάνει!
Με λίγα λόγια, προσπαθεί να μαζέψει ψηφοφόρους που όμως ο καθένας σκέφτεται να τον ψηφίσει για διαφορετικούς λόγους και μάλιστα ο καθένας σκέφτεται να τον ψηφίσει γι' αυτό που αυτός -ατομικά- νομίζει ότι είναι ο ΣΥΡΙΖΑ!
Και τον τέλειο χαρακτηρισμό για τον ΣΥΡΙΖΑ τον έδωσε ο πρωθυπουργός στην βουλή... "αυτό δεν είναι κόμμα, είναι λίστα γάμου"!
Αυτό τα λέει όλα.
Δευτέρα 6 Οκτωβρίου 2014
Η κοινωνία των μειονοτήτων...
Γράφει ο Τάκης Θεοδωρόπουλος
"Αντε τελείωνε, έχεις ραντεβού με την τρόικα, πρέπει να φύγεις". Η ιστορική αυτή προτροπή, ως γνωστόν, ακούστηκε προ ημερών στη Βουλή. Την απηύθυνε ο κ. Μπαλασόπουλος στον υπουργό Διοικητικής Μεταρρύθμισης κ. Μητσοτάκη ίνα διακηρύξει εις το πανελλήνιον τη δυσφορία του για τα λεγόμενά του.
Οι περισσότεροι βέβαια, ακόμη και οι πολιτικοί αντίπαλοι του κ. Μητσοτάκη, υποθέτω πως θα αποφανθούν ότι το πρόβλημα στη φράση αυτή το έχει ολόκληρο ο κ. Μπαλασόπουλος, ο οποίος σε λίγες μόνον λέξεις κατάφερε να συμπυκνώσει την έλλειψη κοινωνικής και πολιτικής παιδείας που διακρίνει τον αξιοθαύμαστο κατά τα λοιπά νεοελληνικό πολιτισμό. Θα μου πείτε, πριν κατηγορηθεί ο κ. Μπαλασόπουλος, θα πρέπει να κατηγορηθούν όσοι τον δίδαξαν πολιτική και κοινωνική συμπεριφορά, και επειδή έτσι θα πάει μακριά η βαλίτσα και θα καταλήξουμε για μία ακόμη φορά στο πληκτικό πλέον συμπέρασμα ότι ο ελληνικός σοσιαλισμός, στο μεγαλύτερο μέρος του, κατέστρεψε όποια ψήγματα πολιτικής και κοινωνικής παιδείας είχε αποπειραθεί να οργανώσει η μεταπολίτευση, σταματώ εδώ.
Να θυμίσω απλώς, για να ελαφρύνω κάπως τη θέση του κ. Μπαλασόπουλου, ότι, προ μηνών, άγημα συνδικαλιστών της ΟΛΜΕ είχε καταλάβει το γραφείο του κ. Μητσοτάκη όπου και εδείπνησε με καλαμάκια και πιτόγυρα αφήνοντας τις λαδόκολλες και τα άδεια κουτάκια μπίρας όταν απεχώρησε. Το δε άγημα της ΟΛΜΕ αποτελείται από δασκάλους, οι οποίοι έχουν αναλάβει την εκπαίδευση των τρυφερών βλαστών του ελληνισμού, μεταξύ άλλων, υποθέτω, και αυτών του κ. Μπαλασόπουλου, όθεν συμπεραίνω ότι τα ήθη και τα έθιμα θα κληροδοτηθούν και στις επόμενες γενιές, για όποιους ανησυχούν. Υποθέτω δε ότι ο εκπρόσωπος των Τσιγγάνων που συμμετείχε στις διαπραγματεύσεις με τον εισαγγελέα για τα καταπατημένα οικόπεδα του Νομισματοκοπείου θα ήταν πολύ ευπρεπέστερος, ούτε σουβλάκια θα έφαγε ούτε «άντε τέλειωνε» θα είπε. Και το επαναλαμβάνω: δεν είναι θέμα αστικής ευγένειας – αν και αυτή κανέναν δεν έβλαψε. Είναι θέμα κοινωνικής και πολιτικής παιδείας.
Τι σχέση έχει τώρα η ΠΟΕ-ΟΤΑ, της οποίας προΐσταται παραπάνω από μία δεκαετία ο κ. Μπαλασόπουλος, με την ΟΛΜΕ και τους Τσιγγάνους του Νομισματοκοπείου; Είναι ότι και οι τρεις αυτές πληθυσμιακές ομάδες –πώς αλλιώς να τις χαρακτηρίσω;– έχουν μειονοτική συνείδηση, η οποία τους επιβάλλει να μάχονται για τα ήθη και τα έθιμά τους. Στην περίπτωση της τοπικής αυτοδιοίκησης, τα κατεστημένα ήθη ορίζουν ότι όσοι φέρουν τα φυλετικά χαρακτηριστικά του δημοτικού υπαλλήλου δεν αναγνωρίζουν τη διαφορά ανάμεσα στο πλαστό και το γνήσιο – εντελώς περιττή διάκριση, που την έχει επιβάλει ο αυταρχικός καπιταλισμός. Στην περίπτωση των δασκάλων, οι άγραφοι νόμοι της φυλής ορίζουν ότι το έργο θα αξιολογείται από τα «ματάκια των παιδιών στην τάξη» και όχι από κριτήρια ας πούμε αντικειμενικά. Και αυτό από αρχαιοτάτων χρόνων. Στην περίπτωση των Τσιγγάνων τα πράγματα είναι πιο απλά: εγκαθίστανται όπου τους βολεύει, και στήνουν τα παραπήγματά τους κατά προτίμηση σε ιδιωτικούς χώρους για να είναι εντάξει με το ελληνικό Δημόσιο, γνωρίζοντας επίσης ότι οι μειονότητες είναι ισχυρότερες από τους ιδιώτες απέναντι στο Δημόσιο.
Η ελληνική κοινωνία είναι μια κοινωνία μειονοτήτων, ένα είδος μωσαϊκού όπου διάφορες κοινωνικές ομάδες αδιαφορούν για τους νόμους και τους κανόνες της συνύπαρξης προκειμένου να υπερασπιστούν τα δικά τους ήθη και έθιμα – τα «κεκτημένα» τους στην καθομιλουμένη. Να σημειώσω ότι και η νεολαία αντιμετωπίζεται από πολλούς ως μειονότητα η οποία, όταν οδηγηθεί στα άκρα, διεκδικεί το δικαίωμα να σπάει και να καίει ό,τι βρει, όπως το 2008. Να σημειώσω επίσης ότι και ορισμένες πολιτικές δυνάμεις εμφανίζονται και δρουν ως οργανωμένες μειονότητες και ας ανήκουν σε όλο το πολιτικό φάσμα, από τη Χρυσή Αυγή έως την αριστερά της αριστεράς, τον ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Δεν είναι διόλου τυχαίο ότι τα παιδιά της Χρυσής Αυγής προσπαθούν να έχουν παρόμοιο σωματότυπο ο ένας με τον άλλον και συναφείς φυσιογνωμίες. Το ίδιο ισχύει και με το ιδιόλεκτο της άκρας αριστεράς. Η πιο ουσιαστική δυσκολία που αντιμετωπίζει ο ΣΥΡΙΖΑ στο κατώφλι της διακυβέρνησης της χώρας είναι η αδυναμία του ή η απροθυμία πολλών από τα στελέχη του να απαγκιστρωθούν από τη νοοτροπία της μειονότητας. Εξάλλου και η προστασία των μειονοτήτων είναι κι αυτό ένα αξιοσέβαστο επάγγελμα, του οποίου οι επιτηδευματίες έχουν κάθε συμφέρον να ανακαλύπτουν καταπιεσμένες μειονότητες παντού.
Πολλοί θα πουν, και το λένε, πως η αποσύνθεση της ελληνικής κοινωνίας σε μια συνάθροιση μειονοτήτων οφείλεται σε αταβιστικά αντανακλαστικά, στην κοινοτική συγκρότηση που εξασφάλισε την επιβίωση των πυρήνων του ελληνισμού. Μπορεί. Ομως δεν μπορούμε να παραγνωρίσουμε τη συνεισφορά του διαλυμένου ελληνικού Δημοσίου, η αγριότητα –και όχι ο αυταρχισμός– του οποίου αφήνει απροστάτευτο τον πολίτη ο οποίος για να επιβιώσει είναι αναγκασμένος να οργανωθεί σε μειονότητες, όπως οι φυλές της υποσαχαρίου Αφρικής εντάσσονται στις διάφορες εκκλησίες των ευαγγελικών για να βρουν την προστασία που κανείς δεν τους προσφέρει. Τι έγινε πρώτα, η κότα ή το αυγό; Σημασία έχει ότι αυτήν τη στιγμή η μειονοτική νοοτροπία της ελληνικής κοινωνίας είναι τόσο ισχυρή, που δύσκολα θα επιτρέψει στο αναξιόπιστο, δυσλειτουργικό, ανίκανο και αδηφάγο Δημόσιο να μεταμορφωθεί. Θα μου πείτε εδώ κατάφεραν να δημιουργήσουν νοοτροπία διωκόμενης μειονότητας στην πλειονότητα του πληθυσμού, που είναι οι ιδιοκτήτες των ακινήτων.
"Αντε τελείωνε, έχεις ραντεβού με την τρόικα, πρέπει να φύγεις". Η ιστορική αυτή προτροπή, ως γνωστόν, ακούστηκε προ ημερών στη Βουλή. Την απηύθυνε ο κ. Μπαλασόπουλος στον υπουργό Διοικητικής Μεταρρύθμισης κ. Μητσοτάκη ίνα διακηρύξει εις το πανελλήνιον τη δυσφορία του για τα λεγόμενά του.
Οι περισσότεροι βέβαια, ακόμη και οι πολιτικοί αντίπαλοι του κ. Μητσοτάκη, υποθέτω πως θα αποφανθούν ότι το πρόβλημα στη φράση αυτή το έχει ολόκληρο ο κ. Μπαλασόπουλος, ο οποίος σε λίγες μόνον λέξεις κατάφερε να συμπυκνώσει την έλλειψη κοινωνικής και πολιτικής παιδείας που διακρίνει τον αξιοθαύμαστο κατά τα λοιπά νεοελληνικό πολιτισμό. Θα μου πείτε, πριν κατηγορηθεί ο κ. Μπαλασόπουλος, θα πρέπει να κατηγορηθούν όσοι τον δίδαξαν πολιτική και κοινωνική συμπεριφορά, και επειδή έτσι θα πάει μακριά η βαλίτσα και θα καταλήξουμε για μία ακόμη φορά στο πληκτικό πλέον συμπέρασμα ότι ο ελληνικός σοσιαλισμός, στο μεγαλύτερο μέρος του, κατέστρεψε όποια ψήγματα πολιτικής και κοινωνικής παιδείας είχε αποπειραθεί να οργανώσει η μεταπολίτευση, σταματώ εδώ.
Να θυμίσω απλώς, για να ελαφρύνω κάπως τη θέση του κ. Μπαλασόπουλου, ότι, προ μηνών, άγημα συνδικαλιστών της ΟΛΜΕ είχε καταλάβει το γραφείο του κ. Μητσοτάκη όπου και εδείπνησε με καλαμάκια και πιτόγυρα αφήνοντας τις λαδόκολλες και τα άδεια κουτάκια μπίρας όταν απεχώρησε. Το δε άγημα της ΟΛΜΕ αποτελείται από δασκάλους, οι οποίοι έχουν αναλάβει την εκπαίδευση των τρυφερών βλαστών του ελληνισμού, μεταξύ άλλων, υποθέτω, και αυτών του κ. Μπαλασόπουλου, όθεν συμπεραίνω ότι τα ήθη και τα έθιμα θα κληροδοτηθούν και στις επόμενες γενιές, για όποιους ανησυχούν. Υποθέτω δε ότι ο εκπρόσωπος των Τσιγγάνων που συμμετείχε στις διαπραγματεύσεις με τον εισαγγελέα για τα καταπατημένα οικόπεδα του Νομισματοκοπείου θα ήταν πολύ ευπρεπέστερος, ούτε σουβλάκια θα έφαγε ούτε «άντε τέλειωνε» θα είπε. Και το επαναλαμβάνω: δεν είναι θέμα αστικής ευγένειας – αν και αυτή κανέναν δεν έβλαψε. Είναι θέμα κοινωνικής και πολιτικής παιδείας.
Τι σχέση έχει τώρα η ΠΟΕ-ΟΤΑ, της οποίας προΐσταται παραπάνω από μία δεκαετία ο κ. Μπαλασόπουλος, με την ΟΛΜΕ και τους Τσιγγάνους του Νομισματοκοπείου; Είναι ότι και οι τρεις αυτές πληθυσμιακές ομάδες –πώς αλλιώς να τις χαρακτηρίσω;– έχουν μειονοτική συνείδηση, η οποία τους επιβάλλει να μάχονται για τα ήθη και τα έθιμά τους. Στην περίπτωση της τοπικής αυτοδιοίκησης, τα κατεστημένα ήθη ορίζουν ότι όσοι φέρουν τα φυλετικά χαρακτηριστικά του δημοτικού υπαλλήλου δεν αναγνωρίζουν τη διαφορά ανάμεσα στο πλαστό και το γνήσιο – εντελώς περιττή διάκριση, που την έχει επιβάλει ο αυταρχικός καπιταλισμός. Στην περίπτωση των δασκάλων, οι άγραφοι νόμοι της φυλής ορίζουν ότι το έργο θα αξιολογείται από τα «ματάκια των παιδιών στην τάξη» και όχι από κριτήρια ας πούμε αντικειμενικά. Και αυτό από αρχαιοτάτων χρόνων. Στην περίπτωση των Τσιγγάνων τα πράγματα είναι πιο απλά: εγκαθίστανται όπου τους βολεύει, και στήνουν τα παραπήγματά τους κατά προτίμηση σε ιδιωτικούς χώρους για να είναι εντάξει με το ελληνικό Δημόσιο, γνωρίζοντας επίσης ότι οι μειονότητες είναι ισχυρότερες από τους ιδιώτες απέναντι στο Δημόσιο.
Η ελληνική κοινωνία είναι μια κοινωνία μειονοτήτων, ένα είδος μωσαϊκού όπου διάφορες κοινωνικές ομάδες αδιαφορούν για τους νόμους και τους κανόνες της συνύπαρξης προκειμένου να υπερασπιστούν τα δικά τους ήθη και έθιμα – τα «κεκτημένα» τους στην καθομιλουμένη. Να σημειώσω ότι και η νεολαία αντιμετωπίζεται από πολλούς ως μειονότητα η οποία, όταν οδηγηθεί στα άκρα, διεκδικεί το δικαίωμα να σπάει και να καίει ό,τι βρει, όπως το 2008. Να σημειώσω επίσης ότι και ορισμένες πολιτικές δυνάμεις εμφανίζονται και δρουν ως οργανωμένες μειονότητες και ας ανήκουν σε όλο το πολιτικό φάσμα, από τη Χρυσή Αυγή έως την αριστερά της αριστεράς, τον ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Δεν είναι διόλου τυχαίο ότι τα παιδιά της Χρυσής Αυγής προσπαθούν να έχουν παρόμοιο σωματότυπο ο ένας με τον άλλον και συναφείς φυσιογνωμίες. Το ίδιο ισχύει και με το ιδιόλεκτο της άκρας αριστεράς. Η πιο ουσιαστική δυσκολία που αντιμετωπίζει ο ΣΥΡΙΖΑ στο κατώφλι της διακυβέρνησης της χώρας είναι η αδυναμία του ή η απροθυμία πολλών από τα στελέχη του να απαγκιστρωθούν από τη νοοτροπία της μειονότητας. Εξάλλου και η προστασία των μειονοτήτων είναι κι αυτό ένα αξιοσέβαστο επάγγελμα, του οποίου οι επιτηδευματίες έχουν κάθε συμφέρον να ανακαλύπτουν καταπιεσμένες μειονότητες παντού.
Πολλοί θα πουν, και το λένε, πως η αποσύνθεση της ελληνικής κοινωνίας σε μια συνάθροιση μειονοτήτων οφείλεται σε αταβιστικά αντανακλαστικά, στην κοινοτική συγκρότηση που εξασφάλισε την επιβίωση των πυρήνων του ελληνισμού. Μπορεί. Ομως δεν μπορούμε να παραγνωρίσουμε τη συνεισφορά του διαλυμένου ελληνικού Δημοσίου, η αγριότητα –και όχι ο αυταρχισμός– του οποίου αφήνει απροστάτευτο τον πολίτη ο οποίος για να επιβιώσει είναι αναγκασμένος να οργανωθεί σε μειονότητες, όπως οι φυλές της υποσαχαρίου Αφρικής εντάσσονται στις διάφορες εκκλησίες των ευαγγελικών για να βρουν την προστασία που κανείς δεν τους προσφέρει. Τι έγινε πρώτα, η κότα ή το αυγό; Σημασία έχει ότι αυτήν τη στιγμή η μειονοτική νοοτροπία της ελληνικής κοινωνίας είναι τόσο ισχυρή, που δύσκολα θα επιτρέψει στο αναξιόπιστο, δυσλειτουργικό, ανίκανο και αδηφάγο Δημόσιο να μεταμορφωθεί. Θα μου πείτε εδώ κατάφεραν να δημιουργήσουν νοοτροπία διωκόμενης μειονότητας στην πλειονότητα του πληθυσμού, που είναι οι ιδιοκτήτες των ακινήτων.
ΠΗΓΗ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)