Γράφει ο Χρίστος Βαχτσιαβάνος
«Κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να φορά για πολύ καιρό ένα πρόσωπο για τον εαυτό του και ένα διαφορετικό για τον πολύ κόσμο, χωρίς να μπερδευτεί τελικά για το ποιο από τα δυο είναι το αληθινό», έλεγε ο Αμερικανός συγγραφέας, Ναθάνιελ Χόθορν, φέρνοντάς μας συνειρμικά στο μυαλό την ελληνική κοινωνία του σήμερα.
Παρατηρώντας και προσπαθώντας να αναλύσει κανείς τη συμπεριφορά των Ελλήνων, και ειδικά μιας μεγάλης μερίδας των νέων, τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο, διαπιστώνει με θλίψη μια πραγματικότητα που αφενός φανερώνει την αξιακή μας κατάπτωση, και αφετέρου την αδυναμία μας να προσαρμοστούμε στις νέες συνθήκες.
Το γεγονός της απότομης μείωσης του βιοτικού επιπέδου της πλειοψηφίας, φαντάζει περισσότερο σαν ένα φάντασμα πάνω στις ζωές μας, παρά σαν κάτι δεδομένο. Ένα είδος ταμπού που δείχνει να «στοιχειώνει» την καθημερινότητά μας, μια απαγορευμένη φράση που δεν θέλουμε να ψελλίσουμε, πολύ περισσότερο να αντιμετωπίσουμε.
Αυτό το φαινόμενο ανιχνεύεται περισσότερο σε ένα μεγάλο τμήμα της νεολαίας -χωρίς η ευθύνη της αδιαφορίας για τη νέα πραγματικότητα να βαραίνει μόνο την ίδια- αλλά και σε άτομα μεγαλύτερης ηλικίας που συνήθισαν σε έναν ορισμένο τρόπο ζωής τις προηγούμενες δεκαετίες, επαναπαύτηκαν έκτοτε, και πλέον αρνούνται να συμβιβαστούν με τις καινούριες συνθήκες. Είναι σαν τα μικρά παιδιά που όταν κάποιος τους παίρνει το παιχνίδι, αρχίζουν να κλαίνε και να παρακαλάνε, αντί να ψάξουν για νέο παιχνίδι.
Η νοοτροπία αυτή, όμως, δεν αφορά τόσο αυτή τη γενιά, την "Γενιά του Πολυτεχνείου", όπως καθιερώθηκε να λέγεται, και σαφώς ούτε την ακόμη πιο προγενέστερη. Ο λόγος είναι απλός: Οι δύο αυτές γενιές έχουν ξαναζήσει οικονομικά δύσκολες περιόδους, έχουν βρεθεί σε ανάλογες -ή σχεδόν ανάλογες- στιγμές, και έχουν τον τρόπο, σε ηθικό επίπεδο, να το αντιμετωπίσουν. Σε ό,τι αφορά τους νεότερους, όμως, έχουμε να κάνουμε με κάτι τελείως διαφορετικό. Μια γενιά η οποία μεγάλωσε χωρίς να της λείπει τίποτα, παιδιά τα οποία δεν είχαν ζήσει, μέχρι πρόσφατα, σε δυσμενές οικονομικό περιβάλλον, και το χειρότερο από όλα: δεν εκπαιδεύτηκαν για να αντιμετωπίσουν μια κατάσταση σαν τη σημερινή.
Η ευθύνη δεν βαραίνει μόνο τους ίδιους, αλλά και τους γονείς τους. Γονείς οι οποίοι απέφευγαν -και αποφεύγουν- να μιλήσουν ανοικτά στα παιδιά τους για την οικονομική κατάσταση της οικογενείας, σα να πρόκειται για ένα ιερό μυστικό, μια «τελετή» στην οποία δεν πρέπει ποτέ να μυηθούν. Σκεπτόμενοι πως με το να κάνουν κάτι τέτοιο, τα καθιστούν συνυπεύθυνα χωρίς να το θέλουν, στην πραγματικότητα τους έκλειναν τα μάτια, σαν να ήθελαν να τα παγιδεύσουν σε έναν μικρόκοσμο προκειμένου να μην «γευτούν» τη σκληρή πραγματικότητα.
Έτσι, έχουμε μια μεγάλη μερίδα νέων που, ηθελημένα ή όχι, ζει σε μια ψευδαίσθηση, σε ένα παράλληλο σύμπαν. Το «φαίνεσθαι» έχει καταπατήσει το «είναι»! Η μανιώδης ευχαρίστηση που νιώθουμε για αυτό που δείχνουμε, και όχι για αυτό που πραγματικά είμαστε, μας οδηγεί, μέσω μιας πρωτοφανούς υποκρισίας, σε πράξης κοινωνικής παράνοιας. Αντί να εκμεταλλευτούμε μερικές ευκαιρίες που παρουσιάζονται λόγω της κρίσης, όπως η αποδέσμευση μας από τον άλογο υλισμό του παρελθόντος και η στροφή μας προς πιο ουσιώδη πράγματα, προς μια ενδοσκόπηση του χαρακτήρα μας που θα μας βοηθήσει να κάνουμε μια καινούρια αρχή, επιμένουμε εγωιστικά να μένουμε εγκλωβισμένοι σε στερεότυπα και ανώφελες νοοτροπίες.
Το «φαίνεσθαι», πάντα το «φαίνεσθαι»!
«Μάθαμε να είσαι αυτό που έχεις, κι όχι αυτό που κάνεις», δήλωσε η αξιότιμη κα. Γλύκατζη-Αρβελέρ, σε μια πρόσφατη συνέντευξη της στο Στ. Θεοδωράκη. Η ακρίβεια τής παραπάνω πρότασης έχει δύο κύριους αποδέκτες. Πρωταρχικά, εμάς τους ίδιους, γιατί «αδειάσαμε» από αξίες, από όνειρα, από ελπίδα, από ιδέες, από τα πάντα… Και δευτερευόντως, την οργανωμένη πολιτεία γιατί δεκαετίες τώρα εξέθρεψε την αναξιοκρατία, τη διαπλοκή, την ανηθικότητα και τον αμοραλισμό, επιβραβεύοντάς τα, μάλιστα, επιδεικτικά, κυνικά, χωρίς ίχνος αποτροπιασμού.
Διδαχτήκαμε καλά, λοιπόν, στο ότι «είμαι αυτό που έχω», και όχι στο «είμαι αυτό που κάνω», και τώρα αντικρίζουμε τα αποτελέσματα της…. κοινωνιολογικής ιδεολογίας μας. Το θέμα, όμως, είναι: Θέλουμε να αλλάξουμε; Η συμπεριφορά μας δεν αποδεικνύει κάτι τέτοιο. Μέχρι στιγμής, υπηρετούμε ακόμη το «παλιό», τρώμε τα τελευταία κομμάτια σάρκας μιας ιδέας που θα έπρεπε να έχουμε «θάψει» με υπερηφάνεια εδώ και καιρό.
Το «είναι» μας... περιμένει την αυτοκριτική του. Ως πότε θα το αγνοούμε;
ΠΗΓΗ armageddon
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου